Τι να κάνω, τι να κάνω; Α, ναι, το βρήκα. Το «Wall Street» θα ξανακάνω. Η παγκόσµια ύφεση, βλέπετε. Και το ξανάκανε. Και τον Γκόρντον Γκέκο από τη ναφθαλίνη έβγαλε. Και σενάριο µε πλοκή δεν είχε για να στηρίξει.

Ούτε την ταινία ούτε τον Γκέκο. Κι εγώ µεν σκυλοβαρέθηκα, ο δε Ολιβερ Στόουν χρεοκόπησε!

Αυτό που υποτίθεται ότι καταγγέλλει ο Στόουν, αυτό ακριβώς πράγµα αναπαράγει. Από το πρώτο µέχρι το τελευταίο µου χασµουρητό. Οπως συνέβη στο χρηµατοπιστωτικό σύστηµα το αµερικανικό.

Οταν βούλιαξε το σύµπαν κι άνοιξε µια µαύρη τρύπα εντός της οποίας έκαναν φτερά 20 δισ. δολάρια. Μια απίστευτη εξαφάνιση για την οποία ουδείς µπήκε φυλακή και ουδείς εκ των Golden Βoys πλήρωσε δραχµή. Το Colpo Grosso πασίγνωστο. Πρώτα οι φούσκες. Υστερα ο αέρας. Επειτα τα παπαγαλάκια. Κάπως έτσι, πάπαλα τα φράγκα. Παροµοίως και στο «Wall Street: Μoney never sleeps» (Το χρήµα ποτέ δεν πεθαίνει).

Φούσκα το σενάριο. Κοπανιστός αέρας η σκηνοθεσία. Αφθονες διαδόσεις για µια µεγάλη ιστορία. Τρίχες κατσαρές για τσατσάρες χολιγουντιανές!

Διότι επί δύο ώρες τα ένα µπλα µπλα ακολουθεί το άλλο και το δεύτερο το τρίτο και πάει λέγοντας. Διότι, ακόµα τα δύο τρίτα της ιστορίας διαδραµατίζονται σε συνεδριάσεις, σε γραφεία, σε συσκέψεις και σε πολυτελή ξενοδοχεία. Διότι χρειάζεσαι απαραιτήτως κάποιον σαν τον Στίγκλιτζ να σου µεταφράζει όλες αυτές τις περισπούδαστες οικονοµικές αναλύσεις. Διότι ακόµα το οικογενειακό δραµατάκι και ροµαντζάκι αρχίζει και τελειώνει µε την σχέση της θυγατέρας του Γκέκο µε έναν νεαρό παράγοντα της οικονοµίας. Διότι ο Μάικλ Ντάγκλας µοιάζει µε ρεπλίκα του παλιού εαυτού του. Διότι ο Σία ΛεΜπουφ ή ΛεΜπεφ µοιάζει µε τζιτζιφιόγκο. Και τέλος διότι η Κάρι Μάλινγκαν, η 25χρονη, εξαιρετική βρετανίδα στο «Αn Εducation» (Μια εκπαίδευση)

εδώ σουλατσάρει σαν αόρατη φιγούρα, ακολουθούµενη και από τη Σούζα Σαράντον, τη µητέρα του Σία ΛεΜπουφ στην ίδια ταινία!

Τι µένει; Μερικές σύντοµες στιγµές µε τον Φρανκ Λανγκέλα, ο οποίος βλέπει έντροµος τη µετοχή του να κατρακυλάει από τα 79 στα τρία δολάρια. Καλά να πάθει. Και µερικές επίσης καλές στιγµές µε τον αειθαλή (περίπου 95 Μαΐων) Ιλάι Ουάλας _ ο «άσχηµος» στο «Τhe Good the bad and the υngly» του Σέρτζιο Λεό νε _, που υποδύεται τον Σκρουτζ Εβραίο να «σκοτώνει» όποιον βρει µπροστά του. Αυτά. Α, και ο χαρακτηρισµός Τhe Νinja Generation για τη νέα γενιά καρχαριών της Wall Street.

Θυµίζω εν τάχει. Το πρώτο «Wall Street», µε τον πρώτο Γκόρντον Γκέκο του Ολιβερ Στόουν, γυρίστηκε το 1987. Απείρως καλύτερο από τη δεύτερη συνέχειά του. Γιατί έλαµπε από πρωτοτυπία, δύναµη και έµπνευση. Θυµίζω ακόµα ότι ο Τσάρλι Σιν ως Μπαντ Φοξ ήταν ο µαθητής του Γκέκο. Και επίσης θυµίζω το προφητικό µέρος αυτής της εφιαλτικής ιστορίας. Πως δηλαδή το Μoney στην Αµερική δεν βγαίνει τόσο από τη βιοµηχανία όσο από τη φούσκα. Μια προφητεία που επιβεβαιώθηκε εκκωφαντικά µε την παγκόσµια κρίση του 2008, δηλαδή σχεδόν είκοσι χρόνια µετά την πρώτη παγκόσµια προβολή εκείνης της ταινίας. Το δεύτερο µέρος σε σενάριο ουχί του Στόουν αλλά των Αλαν Λεµπ και Στέφαν Σιφ (Schiff) αρχίζει µε την αποφυλάκιση του Γκέκο, µε την έκδοση ενός βιβλίου του και διάφορες διαλέξεις του στις οποίες επιχειρεί να φωτίσει τα µυαλά νεοσύλλεκτων και λαίµαργων στελεχών του χρηµατιστηρίου. Ετσι πέφτει πάνω στον Σία ΛεΜπουφ, το αγόρι της Γουίνι, της θυγατέρας του Γκέκο, η οποία ούτε από µίλια µακριά να δει τον πατέρα της. Το επιµύθιο εντελώς ηθικοπλαστικό. Η φυλακή κάνει καλό (ο Γκέκο έβαλε µυαλό κι έγινε συγγραφέας)

και η κρίση φέρνει την οικογένεια κοντά. Για να µην πολυλογώ. Το εικαστικό µέρος µοιάζει µε φωτογραφικό υλικό του περιοδικού «Forbes» όπου απεικονίζονται σε διάφορες πόζες οι εκατό πιο πλούσιοι του πλανήτη. Και το τελευταίο ερώτηµα που θέτει ο Στόουν είναι το εξής «Καπιταλιστής ή ιδεαλιστής;».

}}

Η απάντηση γνωστή: ρεαλιστής. Πάρ’ το αυγό και κούρευ’ το!

«Γουόλ Στριτ: Το χρήµα ποτέ δεν πεθαίνει»

Το χρήµα ποτέ!

Η σκηνοθεσία πολλές φορές

Χωρίς σενάριο, ίντριγκα, αγωνία

Βαθµοί=3

(ούτε!)

Ανάλατο, νερόβραστο θρίλερ

Η χρεοκοπία αυτή την εβδοµάδα δεν έχει τελειωµό. Θυµόµαστε µιαν ασπρόµαυρη, φτωχή, πλην όµως ατµοσφαιρική ουγγρική παραγωγή του 2005 µε τον τίτλο «13 Τzameti» και µε σκηνοθέτη τον Γκέλα Μπαµπλουάνι που έκανε κάποια εντύπωση και θεωρήθηκε καλτ; Ε, τώρα ξεχάστε την. Εγινε αµερικανικό ανάλατο και νερόβραστο ριµέικ από τον ίδιο τον Μπαµπλουάνι. Είπαµε. Πολλές σκηνοθεσίες και ταινίες πεθαίνουν. Το χρήµα ποτέ. Ενθουσιάστηκαν οι Αµερικανοί από την εφιαλτική ιδέα του «13» και έτσι ο Ούγγρος βρέθηκε από το πουθενά να «παίζει» και να καθοδηγεί τον Μίκι Ρουρκ, τον Τζέισον Στέιθαµ, τον Ρέι Ουίνστον, τον Μπεν Γκαζάρα (θρυλική µορφή των ταινιών του Τζων Κασσαβέτη) και τον Σαµ Ράιλι. Από τα υπόγεια δηλαδή βρέθηκε στο ρετιρέ. Κάτι είχε ακουστεί για Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Χοακίν Φίνιξ, Ρέι Λιότα, και Τόµπι Μαγκουάιρ, αλλά προφανώς διάβασαν το σενάριο, το σκέφτηκαν και είπαν «όχι ευχαριστώ».

Πολύ σωστά.

Η εφιαλτική ιδέα που συµπυκνώνει τα σαγόνια του καρχαρία από τα οποία δεν ξεφεύγει ουδείς σ’ αυτή την τόσο δηµοκρατική και τόσο, µα τόσο ελεύθερη εποχή µας είναι η εξής: Σε µια αποµονωµένη κατοικία κάπου στο Οχάιο συγκεντρώνονται καµιά εκατοστή τζογαδόροι, όπως περίπου στο χρηµατιστήριο τα κοράκια. Απέναντί τους δεκατρείς µελλοθάνατοι µονοµάχοι. Η αιτία που τους έφερε εκεί είναι φυσικά η αφραγκία τους. Παίζουν τη ζωή τους κορόνα – γράµµατα σε µια ρωσική ρουλέτα µε πιθανότητες να επιβιώσουν µία στις δεκατρείς. Κάθε µονοµάχος στέκεται πίσω ακριβώς από τον προηγούµενο. Ετσι σχηµατίζεται ένας κύκλος ανθρώπων χωρίς ονόµατα παρά µόνο µε αριθµούς. Καθένας απ’ αυτούς µε ένα περίστροφο και µία σφαίρα. Στον πρώτο γύρο. Στον δεύτερο µε δύο σφαίρες, στον τρίτο µε τρεις.

Στη διάρκεια αυτής της µακάβριας τελετής απαγορεύεται να γυρίσεις και να κοιτάξεις στα µάτια τον άνθρωπο που βρίσκεται πίσω σου και που εντός ολίγου δεν αποκλείεται να σε σκοτώσει. Απαγορεύονται οι συναισθηµατισµοί. Ο διαιτητής φωνάζει να οπλίσουν οι µονοµάχοι τα όπλα τους. Στο µεταξύ οι τζογαδόροι έχουν στοιχηµατίσει ποιος θα επιβιώσει και ποιος θα σκοτωθεί. Οταν ένας γλόµπος που κρέµεται πάνω από τα κεφάλια τους ανάβει, τότε οι µονοµάχοι πυροβολούν. Τα πτώµατα των νεκρών τυλίγονται σε πλαστικές σακούλες και στη συνέχεια εξαφανίζονται. Πού; Αδιάφορο. Στη συνέχεια και έπειτα από διάλειµµα µερικών λεπτών, οι επιζήσαντες µονοµάχοι επανέρχονται. Επακολουθεί δεύτερος γύρος µε ακόµα πιο χοντρά στοιχήµατα. Ετσι, ένας ένας φεύγουν από τη µέση µέχρι που στο τέλος οι δύο εναποµείναντες θα µονοµαχήσουν για µια βαλίτσα µε ένα εκατοµµύριο και οκτακόσιες χιλιάδες δολάρια. Εverything for sale. Ο θάνατός σου η ζωή µου!

Η ιδέα εξαιρετική. Η διαδικασία εφιαλτική. Η κατάληξη ανατριχιαστική. Οµως η σκηνοθεσία απαιτούσε στυλ. Δηλαδή κάποιον µάστορα επιπέδου, ας πούµε, Ντέιβιντ Λιντς. Ο Γκέλα Μπαµπλουάνι δεν έχει ούτε στυλ, µα ούτε και καλό καστ.

Ετσι και προκειµένου να κατεβάσει το νόηµα της ταινίας στα Αµερικανάκια καταφεύγει στα σχήµατα και τα στερεότυπα. Ασε που η παραγωγή είναι φτηνή. Ασε που ο Μίκι Ρουρκ αντιγράφει τον Μίκι Ρουρκ του «Παλαιστή». Ασε που ο Μπεν Γκαζάρα είναι σκελετός. Ασε που ο διαιτητής ουρλιάζει σαν παρανοϊκός. Ασε που η ίντριγκα κολυµπάει σε τεράστιες τρύπες και δεκάδες κενά. Και άσε που το πρώτο µέρος, πριν από την τελετουργία, είναι αδιάφορο και κουραστικό. Ασε σου λέω. Το σπαγκέτι ανάλατο και νερόβραστο από το πρώτο κιόλας λεπτό!

}}

«13»

Χάρτινο αµερικανικό ριµέικ

Του οµότιτλου ουγγρικού

Εφιαλτική ιδέα

Σπαγκέτι η σκηνοθεσία

Βαθµοί=3

(ούτε!)

Μεταµοντέρνα ρεπλίκα φιλµ νουάρ µε βία που σοκάρει

Τηρουµένων των αναλογιών, των πολύ χαµηλών και χλωµών αναλογιών, καλύτερη, ας πούµε, επιλογή αυτού του ρακένδυτου εφταήµερου «Ο δολοφόνος µέσα µου» (Τhe killer inside me) του βρετανού Μάικλ Ουίντερµποτοµ.

Για να λέµε τα πράγµατα µε τ’ όνοµά τους. Ο Ουίντερµποτοµ, έπειτα από δύο στη σειρά σπουδαίες ταινίες _ το «Φιλί της πεταλούδας» (Τhe butterfly kiss) του 1995 και ένα χρόνο µετά το «Jude», άντε και το φορµαλιστικό «Ι want you» _, έχει να σκαρώσει καλή, πρωτότυπη ιστορία εδώ και καµιά δεκαριά χρόνια. Το αξεπέραστο εµπόδιό του είναι ο απίστευτος χαµαιλεοντισµός του. Ο αθεόφοβος, αν και ικανός σε κάθε οπτική γωνία, µιµείται και προσαρµόζεται στα πάντα. Αντιγράφει, δεν επινοεί ούτε πρωτοτυπεί. Wrong, my friend!

Παράδειγµα αυτός ο απίστευτος χαρακτήρας που επινόησε, µαζί µε την πλοκή, ο συγγραφέας Τζιµ Τόµσον και τον οποίο ο Ουίντερµποτοµ αλίευσε ως κελεπούρι από τα θολά νερά του µεταµοντέρνου φιλµ νουάρ. Ενας νεαρός µπάτσος (Κέισι Αφλεκ) µε αγγελικό, αθώο πρόσωπο, διαπράττει, περίπου ότι και ο πιο σχιζοφρενής δολοφόνος όλων των ταινιών τρόµου. Με στυλ όµως. Α, όλα κι όλα. Η διαφορά είναι το στυλ. Η φόρµα και καθόλου το περιεχόµενο. Πρώτα πλακώνει στο ξύλο, έτσι από βίτσιο, µια µικρή και λαχταριστή πόρνη (Τζέσικα Αλ µπα) σε µια πόλη µε το όνοµα Σέντραλ Σίτι όπου υφίστανται τρία πράγµατα: πετρέλαιο, πετρέλαιο, πετρέλαιο. Πέραν των πετρελαιοπηγών, άφθονη πλήξη, άφθονα ακατοίκητα βλέµµατα, άφθονη µακακία. Ο Λου λοιπόν (Κέισι Αφλεκ) λαµβάνει εντολή να σπρώξει αυτό το αµαρτωλό πλάσµα έξω από την πόλη. Εκείνος πέφτει µαζί της στο κρεβάτι και ξεσπάει. Very Good. Το δεύτερο που διαπράττει είναι να δολοφονήσει και την πόρνη και τον υποψήφιο αρραβωνιαστικό της, έναν Βig boy χωρίς µυαλό αλλά µε µπαµπά που το φυσάει και που κατέχει τη µισή ιδιοκτησία της πόλης. Οταν λέµε «δολοφονήσει», εννοώ πως επί τρία λεπτά την γρονθοκοπεί και της µετατρέπει το πρόσωπο σε κιµά! Το τρίτο που κάνει, έτσι για πλάκα, είναι να κάψει µε το πούρο του την παλάµη ενός ζητιάνου που εκλιπαρούσε λίγα φραγκοδίφραγκα. Λεπτοµέρειες. Το τέταρτο, ακόµα χειρότερο αυτό, συµβαίνει όταν κλωτσάει µέχρι θανάτου την έγκυο από δικό του σπέρµα κοπέλα του (Κέιτ Χάντσον, εντελώς αγνώριστη και άσχηµη) και στη συνέχεια, για να ρίξει τον φόνο στον ζητιάνο, τον σκοτώνει κι αυτόν εν ψυχρώ. Α, να µην ξεχάσω. Πριν από την τελική πράξη αυτού του µακελειού, σκαµπιλίζει τα κωλοµάγουλα της Χάντσον _ ή όποια τέλος πάντων ήταν αυτή που είχε πάρει τη θέση της _ µέχρι να τα κάνει µπλε µαρέν. Δεν υπάρχει σκηνή όπου να µη συµβεί κάτι παρανοϊκό, σαδιστικό, µαζοχιστικό και δολοφονικό. Περίπου σαν να έχει αντιγράψει και συρράψει κάθε νοσηρή στιγµή όλων των φιλµ νουάρ όλων των εποχών! Τι είναι όλο αυτό; Σας είπα. Κάτι από Τζέιµς Ελρόι («Λ. Α. Εµπιστευτικό»), κάτι από «Ρulp fiction» προς το σοβαρό. Το συµπέρασµα απλό. Από το 1984 ο Τζόελ και ο Ιθαν Κόεν µε το «Βlood simple» (Μόνο αίµα) µε ελάχιστους πυροβολισµούς, χωρίς σαδοµαζοχιστικά και χωρίς σκαµπίλια και κιµά είπαν τόσα όσα ο Ουίντερµποτοµ του 2010 δεν φαντάζεται ούτε στα καλύτερα όνειρά του. Οπως λέει κι ο λαός, άλλα τα µάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας!

}}

«Ο δολοφόνος µέσα µου»

Μπάτσος σαδιστής, δολοφόνος και παρανοϊκός

Και την Τζέσικα Αλµπα

Και την Κέιτ Χάντσον

Βαθµοί=5

(very sick!)

Οι Γάλλοι, οι γάτες και οι «γάτοι»

Τέσσερις ακόµα πρεµιέρες. Οι δύο πρώτες από τη Γαλλία.

«Το καταφύγιο» (Le Refuge) του Φρανσουά Οζόν («8 femmes» – Οι 8 γυναίκες). Μετά τον Ολιβερ Στόουν και το «Wall Street: Το χρήµα ποτέ δεν πεθαίνει», η δεύτερη βροντώδης χρεοκοπία του επταηµέρου. Από τη Γαλλία αυτή τη φορά. Η ιστορία αρχίζει µε ηρωίνη και ένα πτώµα και συνεχίζεται στο παλάτι της πλούσιας µητέρας του εκλιπόντος να απειλεί την ερωµένη του παιδιού της πως πρέπει οπωσδήποτε να ρίξει τον καρπό του έρωτά τους. Οχι, χαζή είναι. Σου λέει, στην οικογένειά µου να βρεθώ µ’ ένα µπάσταρδο από µια µάνα που καταβροχθίζει ναρκωτικά σαν να µασουλάει αράπικα φιστίκια; Εξω από εδώ. Οµως εκείνη δεν το ρίχνει. Και όχι µόνο αυτό, αλλά στη συνέχεια συγκατοικεί µε τον υιοθετηµένο αδελφό του µακαρίτη του εραστή της ο οποίος είναι γκέι. Ενδιαµέσως παίζει και κάποιος τρίτος που αν δεν κάνω λάθος και τους δύο τούς «παίρνει». Και την έγκυο αλλά και τον γκέι. Ο ορισµός της πέτσινης πρωτοτυπίας, του πέτσινου δράµατος, της πέτσινης οικογένειας και της πέτσινης ταινίας.

Και όλα αυτά µε µοντελάκια, έπιπλα, αντικείµενα, διαµερίσµατα και εξοχικά που µπορείς να τα δεις και να τα λιγουρευτείς ξεφυλλίζοντας περιοδικά!

}}

Βαθµοί=3

(φύκια για µεταξωτές κορδέλες)

«Οι απίστευτες περιπέτειες της Αντέλ» (Τhe extraordinary Αdventures of Αdele Βlanc-sec) του Λικ Μπεσόν. Του τύπου που στη Γαλλία είναι κάτι περισσότερο από τον Στίβεν Σπίλµπεργκ. Θηριώδης παραγωγός µε αναρίθµητες και πάσης φύσεως σκηνοθεσίες και µ’ ένα σκασµό λεφτά στις τράπεζες. Θηρίο ο µπαγάσας. Εδώ, εξ όσων καταλαβαίνω, γιατί δεν είδα την ταινία, επιχειρεί να πιάσει τη µαγεία της «Αµελί». 1912,

κι από το αυγό ενός πτεροδάκτυλου δεινόσαυρου 136 εκατοµµυρίων ετών που είναι τοποθετηµένο στο ράφι του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας στο Παρίσι, ξεπετάγεται ένα θηριώδες νεογνό! Από εκείνη την στιγµή αρχίζουν τα επεισόδια µιας ιστορίας µε ηρωίδα την Αντέλ, που µοιάζει µε το θηλυκό ισοδύναµο ενός Ινταιάνα Τζόουνς της δηµοσιογραφίας!

}}

Βαθµοί=Don’t Κnow

(δεν το είδα)

«Σαν τον σκύλο µε τη γάτα 2» (Cats and Dogs the revenge of Κitty Galore). Κατοικίδια 3D µε σκηνοθέτη τον Μπραντ Πέιτον και bad γατούλα την Κίτι Γκαλόρ, Εx Αgent της αντικατασκοπείας των γατών η οποία έχει βάλει στόχο να εκµηδενίσει όχι µόνο τους σκύλους αλλά και κάθε αιλουροειδές της οργάνωσής της. Μεταγλωττισµένο στα ελληνικά µε πρωταγωνιστικές φωνές από τους Γιάννη Τσιµιτσέλη (Ντιγκς), Δήµητρα Ματσούκα (Κάθριν), Αβα Γαλανοπούλου (Κίτι Γκαλόρ)

}}

Βαθµοί= Γαβ και νιάου!

«Κάθαρση» κάτι σαν γκανγκστερική ιστορία του Φωκίωνα Μπόγρη µε Κώστα Στεφανάκη, Βαγγέλη Μουρίκη, Χρήστο Νάτσιο, Βαγγέλη Αλεξανδρή και µε φιλική συµµετοχή του Γιάννη Οικονοµίδη (σκηνοθέτης του «Ψυχή στο στόµα»). Αρχιµπάτσος της Ασφάλειας έπειτα από απειλητικές συστάσεις του υπουργού Δηµόσιας Τάξης (του Χρυσοχοΐδη, ας πούµε) αναθέτει σε πρώην µπάτσο να εκτελέσει δύο από τους πιο επικίνδυνους εγκληµατίες της πόλης. Ταινία µικρού, ελάχιστου προϋπολογισµού, από έναν σκηνοθέτη που θέλει αλλά οι συνθήκες δεν του επιτρέπουν να εκφραστεί. Πρωτόλειο, δηλαδή.

}}

Βαθµοί= Μια άλλη φορά