Πρότυπο σοσιαλδηµοκράτη πολιτικού που δεν έκανε εκπτώσεις στην υπεράσπιση των ιδανικών της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, ο Ούλοφ Πάλµε λειτούργησε στη δεκαετία του ’80 ως βασικός µοχλός µαζί µε τον Ανδρέα Παπανδρέου, της Πρωτοβουλίας των Αδεσµεύτων για την ειρήνη και τον αφοπλισµό. Πρωτοεκλέχθηκε βουλευτής του Σοσιαλδηµοκρατικού Κόµµατος το 1958 και υπήρξε πρωθυπουργός της Σουηδίας κατά τις περιόδους 1968-1976 και 1982-1986, προωθώντας ουσιώδεις κοινωνικο-οικονοµικές µεταρρυθµίσεις για την άµβλυνση των εισοδηµατικών διαφορών, τη διεύρυνση των ελευθεριών, την αποτελεσµατικότητα των κοινωνικών παροχών ή την ανάπτυξη της παιδείας, αλλά παράλληλα ασκώντας κριτική προς τις ΗΠΑ, π.χ. για την ανάµειξή τους στην Ινδοκίνα, κρατώντας ψυχρή στάση απέναντι στην ελληνική χούντα ή εκφράζοντας την εναντίωσή του στην είσοδο της χώρας του στην ΕΟΚ. Ανθρωπος που «ενοχλούσε», δολοφονήθηκε µια νύχτα καθώς περπατούσε στο κέντρο της Στοκχόλµης µε τη γυναίκα του, χωρίς σωµατοφύλακες, αλλά το έγκληµα έµεινε ανεξιχνίαστο. Εκεί εστιάζει το ενδιαφέρον του ο Μιχάλης Μιχαηλίδης, ξανακοιτάζοντας την υπόθεση µέσα από τις εµπειρίες δύο αστυνοµικών.


«Πώς πήγε η βόλτα;». «Η περιπολία; Δεν έγινε κάτι συγκλονιστικό. Οι Μαροκινοί και οι Ιρακινοί ήταν εξαφανισµένοι. Ρίξαµε µια µατιά πίσω από τις κολόνες στο Σέργκελς Τοργκ, αλλά δεν βρήκαµε ούτε καν οργανοπαίκτες. Αλλα βράδια τρέχουν µερικά µαυριδερά βαποράκια, αλλά δεν ξέρω αν πρέπει να τα κυνηγήσω. Οι οδηγίες δεν είναι τόσο ξεκάθαρες».

«Καλά… Γράψε ό,τι νοµίζεις στο κοµπιούτερ και µετά θα πάρω την αναφορά και θα την ξαναγράψω. Δεν µπορούµε να παραδίδουµε εκατό λέξεις». «Αυτή είναι όλη κι όλη η δουλειά σου;». «Απορείς, ε; Με βλέπεις εδώ µέσα κάθε βράδυ και σκέφτεσαι: Τι κάνει αυτός ο χοντρός; Γιατί κάθεται κλεισµένος στο γραφειάκι; Δεν έχει κάτι καλύτερο να κάνει στην ηλικία του;

Γιατί δεν τον βγάζουν στη σύνταξη;». «Εγώ δεν είπα τίποτα. Μόνος σου τα λες».

«Ασε τις ευγένειες, συνάδελφε. Ξέρω ότι θες να µάθεις διάφορα και ότι φοβάσαι να ρωτήσεις. Θα σου τα πω λοιπόν από µόνος µου, για να µην ακούσεις διάφορες αηδίες δεξιά και αριστερά. Πρώτα απ’ όλα, ξέρεις ότι µε φωνάζουν Ντογκ;».

«Οχι».

«Μήπως έχεις υπ’ όψιν ότι µε θεωρούν τον πιο άτυχο µπάτσο της Στοκχόλµης;». «Ατυχο; Γιατί άτυχο;». «Εδώ που τα λέµε, είµαι ο µεγαλύτερος γκαντέµης ολόκληρης της Σουηδίας. Την πάτησα χοντρά. Οµως δεν έφταιγα εγώ, ούτε ο Στιλάντερ. Μας είχανε πει ότι ο κόσµος είχε ενοχληθεί µε τις πολλές περιπολίες και ότι έφταναν συνέχεια διαµαρτυρίες στα κεντρικά για υπερβολική χρήση βίας στα πρεζόνια. ‘’Δείτε το θέµα χαλαρά’’, µας είπαν µια νύχτα. ‘’Μην κάνετε τόσους γύρους. Πιείτε καφέ, φάτε σάντουιτς’’. Κι εµείς υπακούσαµε. Είχαµε βρει µια καντίνα κοντά στο Μπερτσέλι Παρκ και περνάγαµε εκεί τη µισή βάρδια. Τρώγαµε χοτ ντογκ και χαµογελάγαµε στους περαστικούς».

«Δεν βλέπω κάποιο πρόβληµα µέχρι στιγµής».

«Μιλάω για είκοσι τέσσερα χρόνια πριν. Θυµάσαι τι έγινε πριν από είκοσι τέσσερα χρόνια;».

«Δεν θέλω να σου πω ψέµατα…». «Κατάλαβα. Βέβαια εσύ τότε δεν είχες γεννηθεί. Καλύτερα όµως. Ετσι θα έχει περισσότερο ενδιαφέρον η ιστορία».

«Μα τι στο διάολο συνέβη;». «Εγώ και ο Στιλάντερ τρώγαµε χοτ ντογκ στο στέκι µας. Η ώρα ήταν 11.20 το βράδυ. Στις 11.22 κάποιος τηλεφώνησε στη γραµµή SΟS και δήλωσε φόνο στη Σβεαβέγκεν, αλλά η κλήση δεν µεταβιβάστηκε στην Αµεση Δράση. Στις 11.23 ένας ταξιτζής κάλεσε το τηλεφωνικό του κέντρο και εκείνο ειδοποίησε την Αµεση Δράση για έναν φόνο στη γωνία Σβεαβέγκεν – Τουνελγκάταν. Στις 11.24 ένας άλλος ταξιτζής άκουσε στον ασύρµατό του την πληροφορία και ειδοποίησε ένα περιπολικό που ήταν παρκαρισµένο στην Κουνγκγκάταν, δηλαδή πεντακόσια µέτρα από τον τόπο του εγκλήµατος. Τελικά, στις 11.28, φτάσαµε κι εµείς εκεί. Δεν µας πήρε περισσότερο από ένα λεπτό. Ο Στιλάντερ βγήκε πρώτος από το αµάξι και πλησίασε τα δύο πεσµένα κορµιά στο πεζοδρόµιο. Σε λίγο άφησε τους άλλους µπάτσους και τα πληρώµατα των δύο ασθενοφόρων να κάνουν τη δουλειά τους, γύρισε σ’ εµένα και µε εµπόδισε να πλησιάσω. ‘’Πυροβόλησαν τον πρωθυπουργό’’, µου είπε. ‘’Τη γαµήσαµε’’».

«Ποιον πρωθυπουργό;». «Τον Πάλµε». «Σοβαρολογείς; Και γιατί ο Στιλάντερ είπε αυτό που είπε;».

«Για πολλούς λόγους. Πρώτον, εκείνη τη νύχτα δεν περάσαµε ούτε δέκα λεπτά στο πόστο µας _ στη Σβεαβέγκεν. Δεύτερον, φτάσαµε τελευταίοι _ µέχρι να βρεθούµε στη µοιραία γωνία, µας είχαν προλάβει δύο περιπολικά και δύο ασθενοφόρα. Τρίτον, τρώγαµε χοτ ντογκ όταν χάλαγε ο κόσµος.

Τέταρτον, είχαµε διαλέξει µια καντίνα ένα λεπτό µακριά από το σηµείο της επίθεσης. Θα µας έσκιζαν τον κώλο». «Εσείς φταίγατε; Ο πρωθυπουργός γιατί κυκλοφορούσε χωρίς ασφάλεια στο κέντρο της πόλης;».

«Βλέπω, γνωρίζεις µερικά στοιχεία, µικρέ. Μ’ αρέσεις: δείχνεις και συναδελφική αλληλεγγύη. Οµως ζούµε στη χώρα που ζούµε και ο Πάλµε πούλαγε την εικόνα του καλοκάγαθου Σουηδού. Συχνά κυκλοφορούσε χωρίς συνοδεία και εκείνο το βράδυ πήγε σινεµά µε τη γυναίκα του. Το έργο τελείωσε γύρω στις 11.00

και µετά το ζευγάρι χάζευε τις βιτρίνες καθ’ οδόν για τον σταθµό του µετρό. Δυστυχώς, στις 11.20 κάποιος πλησίασε από πίσω, πυροβόλησε τον Πάλµε στην πλάτη, την κυρία Πάλµε στον ώµο και έφυγε τρέχοντας. Τελικά ο πρωθυπουργός πέθανε λίγο µετά τα µεσάνυχτα».

«Δεν σου φάνηκαν περίεργες οι συνθήκες του φόνου; Δεν σου πέρασε από το µυαλό ότι ο πιστολάς είχε πληροφόρηση από µυστικές υπηρεσίες;».

«Εκείνη τη στιγµή δεν πρόλαβα να σκεφτώ τέτοια πράγµατα. Αρχισα να µαζεύω καταθέσεις από τους µάρτυρες µαζί µε τον Στιλάντερ. Οταν µας αντικατέστησαν, γυρίσαµε όλη τη Στοκχόλµη µε το περιπολικό µέχρι το ξηµέρωµα, ψάχνοντας για κωλόφατσες και ύποπτες κινήσεις. Μετά µπλέξαµε µε τον Χολµέρ».

«Ποιος είναι αυτός;». «Δεν θυµάσαι το όνοµα; Ο Χανς Χολµέρ πέθανε πριν από οκτώ χρόνια, αλλά είναι θρύλος στο σώµα. Τον καιρό της δολοφονίας Πάλµε ήταν αρχηγός της αστυνοµίας, αλλά παλιότερα είχε περάσει από τη διοίκηση των µυστικών υπηρεσιών».

«Σας έκανε τη ζωή δύσκολη;». «Δεν θα το έλεγα. Εδειχνε µια παράξενη ψυχραιµία. ‘’Δεν πειράζει, παιδιά’’, είπε σ’ εµένα και τον Στιλάντερ. ‘’Θα πούµε ότι ήσασταν σε ένα βενζινάδικο για να γεµίσετε το ρεζερβουάρ του περιπολικού. Αλλιώς θα λυσσάξουν οι δηµοσιογράφοι. Οµως θα σας φορτώσω δουλειά και δεν θα επιτρέψω άλλο λάθος’’. Η πλάκα είναι ότι έλειπε όταν έγινε ο φόνος. Οπως δήλωσε στον Τύπο, έµαθε για το συµβάν τις πρωινές ώρες, επειδή ήταν στο Νταλάρνα για να συµ µετάσχει σε έναν αγώνα σκι. Είχε πάντως τρόπο να επιβάλλεται ο Χολµέρ και κανείς στο σώµα δεν τόλµησε να ψιθυρίσει κάτι εναντίον του. Είχε και χιούµορ. Κόλλησε στον Στιλάντερ το παρατσούκλι Χοτ και εµένα άρχισε να µε φωνάζει Ντογκ».

«Σας έβαλε βαθιά στην έρευνα;». «Κατά κάποιον τρόπο. Μας έδειχνε φωτογραφίες ακροδεξιών, ναρκοµανών, ληστών και άλλων ύποπτων στοιχείων. Μας ανάγκαζε να είµαστε παρόντες όποτε η κυρία Πάλµε έδινε κατάθεση. Οι συνάδελφοι κοιτούσαν κοροϊδευτικά, αλλά εµείς ήµασταν µέσα σ’ όλα. Πήραµε µέρος και σε όλες τις συλλήψεις του Βίκτορ Γκούναρσον τον Μάρτιο και τον Απρίλιο. Δεν κάναµε σηµαντικά πράγµατα, αγγαρείες κάναµε, µην τυχόν και θυµηθούµε κάποια χρήσιµη λεπτοµέρεια. Οι άλλοι ήθελαν να µας γελοιοποιήσουν και µας ανέθεταν βρωµοδουλειές. Για να καταλάβεις, επειδή βαριόντουσαν, είπαν σ’ εµάς να βάλουµε κοριούς στο σπίτι του Γκούναρσον».

«Αυτόν τον ξέρω. Κάτι έχω δει στην τηλεόραση. Το ντοκιµαντέρ έλεγε ότι έµεινε δώδεκα µήνες στη φυλακή και ότι τελικά απαλλάχθηκε».

«Μην µπερδεύεσαι. Εσύ µιλάς για τον Κρίστερ Πέτερσον. Δεν φτάσαµε ακόµα σ’ εκείνον. Αυτός που σου περιγράφω, ο Γκούναρσον, ανήκε σε µια εξτρεµιστική οµάδα που µοίραζε απειλητικά φυλλάδια εναντίον του Πάλµε».

«Ο Χολµέρ τον θεωρούσε ένοχο; Σας έβαλε να τον πιέσετε;».

«Να τον δείρουµε; Ναι. Μας έβαλε κάνα δυο φορές να τον περιποιηθούµε, αλλά δεν τον κάναµε να σπάσει. Ο Χολµέρ δεν πίστευε πάντως στην ενοχή του. Ο Χολµέρ έλεγε σε όλους ότι η δουλειά έγινε από ξένους και οργάνωνε µαζικές επιδροµές σε σπίτια Κούρδων. Εδειχνε πολύ σίγουρος ότι έφταιγαν οι Κούρδοι και µε κάθε ευκαιρία δήλωνε ότι η έρευνα πήγαινε περίφηµα. Στην πραγµατικότητα, όλα πήγαιναν σκατά. Ο Χολµέρ τσακωνόταν καθηµερινά µε την Εισαγγελία και τελικά αναγκάστηκε να αφήσει την υπόθεση Πάλµε το 1987, έναν χρόνο µετά τη δολοφονία. Αργότερα διορίστηκε σε µια υπηρεσία του ΟΗΕ στη Βιέννη και άρχισε να γράφει αστυνοµικά µυθιστορήµατα».

«Ο πώς-τον-λένε, ο Γκούναρσον, τι απέγινε;».

«Κάποιος τον καθάρισε». «Κάποιος δικός µας;». «Οχι ακριβώς. Το 1990 πήγε µετανάστης στην Αµερική και το 1993 τον σκότωσε ένας ντόπιος, πρώην αστυνοµικός».

«Πού; Πώς;». «Σε ένα δάσος της Βόρειας Καρολίνας. Με δύο σφαίρες στο κεφάλι».

«Οταν παραιτήθηκε ο Χολµέρ, ηρέµησες καθόλου;».

«Σου το είπα από την αρχή: είµαι πολύ άτυχος άνθρωπος. Οταν έφυγε από τη µέση ο Χολµέρ, συνέχισαν να σέρνουν εµένα και τον Στιλάντερ από ‘δω κι από ‘κει. Ξαφνικά µπήκαν στο στόχαστρο τα πρεζόνια και τελικά ο καινούργιος αρχηγός της έρευνας κατέληξε ότι ο δολοφόνος του πρωθυπουργού ήταν ο Κρίστερ Πέτερσον».

«Πώς έβγαλε αυτό το συµπέρασµα;». «Ο Πέτερσον ήταν ένας κακοµοίρης, ένας αξιολύπητος τύπος. Οταν ήταν µικρός, χτύπησε σοβαρά στο κεφάλι και πειράχτηκε στο µυαλό. Οταν µεγάλωσε, έγινε πρεζόνι και έκανε ένοπλες ληστείες για να εξασφαλίζει λεφτά για τη δόση του. Οµως το 1970 έδειξε πόσο επικίνδυνος ήταν: χωρίς κανένα λόγο πλησίασε έναν άντρα από πίσω στον δρόµο και τον σκότωσε µε µια ξιφολόγχη».

«Γι’ αυτό τον πιάσατε; Επειδή κάποτε σκότωσε κάποιον µε ξιφολόγχη;».

«Κοίτα να δεις, ταίριαζαν πολλά στοιχεία. Κάποιοι µάρτυρες είχαν διαλέξει τη φωτογραφία του. Διάφοροι σεσηµασµένοι είχαν καταθέσει ότι ο Πέτερσον τριγύρναγε µήνες στη Σβεαβέγκεν. Πάνω απ’ όλα, τον αναγνώρισε η κυρία Πάλµε».

«Μήπως τη βοήθησαν οι δικοί µας; Μήπως την πίεσαν ψυχολογικά; Ησουν κι εσύ εκεί; Τι είπε;».

«Ναι, ήµουν εκεί. Εκεί ήταν και ο Στιλάντερ. Τότε καταλάβαµε ότι δεν επρόκειτο να κάνουµε καριέρα στην αστυνοµία. Μας έβαλαν πίσω από το τζάµι ντυµένους µε κάτι ρούχα της πρόνοιας και ανάµεσά µας έβαλαν τον Πέτερσον».

«Σίγουρα δεν µε δουλεύεις;». «Ασε να συνεχίσω και θα πειστείς. Ο Στιλάντερ ήταν έξαλλος και µουρµούριζε βρισιές. Εγώ πήγα να παραστήσω τον φοβισµένο, αλλά ο Πέτερσον µου τα χάλασε όλα: έγερνε πάνω µου, έλεγε διάφορες µαλακίες και χασκογέλαγε». «Η χήρα τι είπε;». «Οπως έµαθα, είπε: ‘’Αυτός είναι. Είναι φανερό ότι είναι πρεζόνι’’. Φυσικά, µε µια τέτοια µαρτυρία ο Πέτερσον κάθησε µόνο έναν χρόνο στο κελί και µετά απαλλάχθηκε από κάθε κατηγορία. Κάποια στιγµή, µάλιστα, πήρε από το κράτος πεντακόσια χιλιάρικα επειδή η αστυνοµία τον είχε δυσφηµήσει. Την ίδια µέρα ο Στιλάντερ υπέβαλε παραίτηση. Είχε µπουχτίσει. Δεν άντεχε άλλο να τον ξεφτιλίζουν».

«Στο ντοκιµαντέρ είδα ότι κι ο Πέτερσον πέθανε. Ο δηµοσιογράφος µίλησε για θάνατο κάτω από ύποπτες συνθήκες». «Μπορείς να τις πεις και ύποπτες: το 2004 ο Πέτερσον πέθανε στη Σόλνα από εγκεφαλική αιµορραγία. Δεν σου κρύβω ότι τότε σκέφτηκα πως ο Στιλάντερ τού τσάκισε το κεφάλι. Ηταν πολύ άγριος ο Στιλάντερ».

«Να µαντέψω κάτι; Και ο Στιλάντερ πέθανε».

«Ναι. Πέρυσι. Από έµφραγµα». «Δεν νιώθεις ποτέ ότι σας παρέσυραν σε παγίδα; Το ντοκιµαντέρ έλεγε ότι ο Πάλµε δολοφονήθηκε από πράκτορες της Αµερικής ή της Νότιας Αφρικής ή του Πακιστάν. Εσύ πιστεύεις στην ενοχή του Γκούναρσον ή του Πέτερσον;». «Εγώ πάντα ακολουθούσα τις διαδικασίες. Και µόνο ένα πράγµα πιστεύω:

είµαι ο πιο άτυχος µπάτσος της Σουηδίας».

Ο Μιχάλης Μιχαηλίδης είναι συγγραφέας και ξεχώρισε µε την «Πισίνα των αναµνήσεων», τη «Σκύλα και το κουτάβι» και την «Πινακοθήκη τεράτων».

Αύριο: η πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Από τον Θεόδωρο Γρηγοριάδη.

£ Συχνά κυκλοφορούσε χωρίς συνοδεία και εκείνο το βράδυ πήγε σινεµά µε τη γυναίκα του.

Το έργο τελείωσε γύρω στις 11.00

και µετά το ζευγάρι χάζευε τις βιτρίνες καθ’ οδόν για τον σταθµό του µετρό. Δυστυχώς, στις 11.20 κάποιος πλησίασε από πίσω, πυροβόλησε τον Πάλµε στην πλάτη, την κυρία Πάλµε στον ώµο και έφυγε τρέχοντας