«Να καταργήσει ο λόγος το χρυσάφι…»


«Να κρατάς σε χαμηλή φωτιά τα αρώματα/ και τα γέλια,τις πεταλούδες, τα ξαφνιάσματα/ Σ΄ ένα μικρό ποτηράκι. / Όταν γυρίσουμε, θα πιούμε».

(Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου, από την «Υπερηφάνεια θετής Μητέρας», περ. «Εντευκτήριο»)

Ο στίχος που έδωσε τον τίτλο σ΄ αυτό το σημείωμα βρίσκεται στο αθησαύριστο συνθετικό ποίημα «Η Καλωσύνη στις λυκοποριές» που έγραψε ο Οδυσσέας Ελύτης το 1943 και που δημοσιεύεται στη «Λέξη» δίνοντας την αφορμή για ένα αφιέρωμα στον νομπελίστα. Ο Αλέξανδρος Αργυρίου αναλαμβάνει να καταγράψει το χρονικό της δημοσίευσης (1947) του ποιήματος, την αποκήρυξή του από τον ίδιο τον ποιητή, που το χαρακτήρισε «τερατούργημα», καταλήγοντας- δικαίως: «Ούτως ή άλλως, πόσο μας δεσμεύει μια έστω προφορική αποκήρυξη, για μια φιλολογικά έγκυρη έκδοση;».

Τα υπόλοιπα κείμενα των συνεργατών μοιράζονται μεταξύ μαρτυριών από την προσωπική πορεία του ποιητή (π.χ. Κ. Δεσποτόπουλος: «Πώς ο Ελύτης δεν έγινε ακαδημαϊκός») και αναλύσεων για το ποιητικό του έργο (π.χ. Αλέξης Ζήρας: «Η Μαρία Νεφέλη ως αρχή και κατάληξη- Η ποίηση και η άρνηση της ήττας»). Στο αφιέρωμα μετέχουν ακόμα ο Νάνος Βαλαωρίτης, ο Αλέκος Φασιανός , ο Σωτήρης Σόρογκας, ο Δημήτρης Μυταράς , ο Μάνος Ελευθερίου, η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, ο Γ ιάννης Κοντός , η Ιουλίτα Ηλιοπούλου, ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, η Αθηνά Σχινά, ο Πάνος Κυπαρίσσης, ο Δημήτρης Κοσμόπουλος , ο Χάρης Ψ αράς και ο Δημήτρης Δαμίγος. Πολύτιμο τεύχος .

Ο ποιητής Γ ιώργος Βέλτσος

Στην καρδιά του νέου εξαίρετου τεύχους του, το «Εντευκτήριο» του Γιώργου Κορδομενίδη αφιερώνει 48 σελίδες στην ποιητική περσόνα του Γ ιώργου Βέλτσου. «… Ασκούμενος διαρκώς στην τέχνη της υπονόμευσης του άλλου, του εαυτού και του άλλου ως εαυτού», θα σημειώσει η Τιτίκα Δημητρούλια, ο Βέλτσος «είναι στρατευμένος στην ποίηση με τον τρόπο του Μαλαρμέ, προσπαθώντας να φωτίσει το σκοτάδι ».

Έχοντας εκδώσει δεκατέσσερις ποιητικές συλλογές τα τελευταία δεκατρία χρόνια, ο Βέλτσος εγκαταστάθηκε αμετάκλητα στο ελληνικό ποιητικό τοπίο. Πέρα από τις θετικές και αρνητικές κρίσεις, εκείνο που διαπιστώνεται είναι η αμηχανία των περισσοτέρων στην αντιμετώπιση του Βέλτσου: Δηλαδή δίπλα στον τίτλο του καθηγητή, του θεατρικού συγγραφέα, του αρθρογράφου και αυτός του ποιητή; Θαρρείς, σαν μια προς αμήχανους επιστολή, ένα κείμενο του αξέχαστου Γιώργου Χειμωνά, δίνει την επαρκέστερη, κατ΄ εμέ, απάντηση. Απόσπασμα: «Ο Βέλτσος τα ζει όλα, τα προσέχει όλα, τα θυμάται όλα. Μιλά για όλα, επιθυμεί να τα κάνει όλα. Καμία προχειρότητα, καμία επιφανειακή πολυπραγμοσύνη για όλα αυτά. Αντίθετα είναι ευδιάκριτες οι μελετημένες, οι βασανισμένες μέχρι την άρση τους ακόμα, ευμεγέθεις πράξεις μιας εντατικής φιλοδοξίας. Μιας φιλοδοξίας που, εννοείται, δεν υπακούει σε συμβατικούς, κοινωνικούς και, εν πάση περιπτώσει, εξωγενείς σκοπούς και στόχους. Αλλά μιας φιλοδοξίας που είναι η ίδια η κινητική Λειτουργία της Έκφρασης , στην όση δυνατή της εγερσιμότητα, στην όσο πραγματική αποτελεσματικότητά της».

Στις σελίδες για τον Βέλτσο γράφουν ακόμα ο Μισέλ Ντεγκύ, ο Έκτωρ Κακναβάτος , ο Διονύσης Καββαθάς, η Ζωή Σαμαρά, η Τ ζίνα Πολίτη, ο Μάριος Μαρκίδης, ο Χρήστος Μποκόρος , ο Χάρης Ε. Ράπτης, ο Ντέιβιντ Κόνολι, ο Δ. Ν. Μαρωνίτης και ο Λεωνίδας Κύρκος.