Η ΕΝΤΑΞΗ της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δίνει, πρώτη φορά, στην Ελλάδα χερσαία σύνορα με τους λοιπούς εταίρους της.

Αλλάζει έτσι τους κανόνες του παιχνιδιού για τους καταναλωτές αλλά και τους επιχειρηματίες που πλέον πρέπει να μάθουν να ζουνκαι να διεκδικούν τα κέρδη τους- σε μια νέα αγορά.

Από τους ξενοδόχους που θα δουν μερίδα των πελατών τους να επιλέγει παραθεριστικά θέρετρα στη Μαύρη Θάλασσα για τις διακοπές τους μέχρι τους λιανεμπόρους που θα χάσουν έσοδα από εμπορικά χωριά στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία ή ακόμη και τη Σλοβενία, όπου οι πελάτες θα πηγαίνουν χωρίς τελωνεία με το αυτοκίνητο ή ακόμα και το τρένο, η διεύρυνση σημαίνει απώλεια τζίρου.

Από την άλλη, δημιουργεί νέες ευκαιρίες, με εκατομμύρια νέους καταναλωτές να βρίσκονται «μια ανάσα» από την εμπορική αγορά της Τσιμισκή ή τα ελληνικά νησιά, δίχως τα εμπόδια του παρελθόντος (τελωνεία, βίζα κ.λπ.).

Το ερώτημα είναι κατά πόσον ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας, αλλά και η κυβέρνηση έχουν κατανοήσει τη σημασία της διεύρυνσης προσφέροντας τις κατάλληλες υποδομές και δημιουργώντας το σωστό επιχειρηματικό περιβάλλον. Ή αν, ακόμη μία φορά, θα παρακολουθήσουμε τους Αυστριακούς, Γερμανούς και άλλους επιχειρηματίες να κερδίζουν τη μερίδα του λέοντος από μια αγορά πουγεωγραφικά, αν μη τι άλλοείναι πιο κοντά.