Tα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια μεγάλη αύξηση των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων(ΜΚΟ). Υπολογίζεται ότι από τη δεκαετία του ΄90 οι ΜΚΟ έχουν δεκαπλασιαστεί σ΄ όλο τον κόσμο. Η αύξηση αυτή έχει πυροδοτήσει τη συζήτηση για τη λεγόμενη «κοινωνία των πολιτών», τις Οργανώσεις της και τον ρόλο τους στη ζωή μας. Στην Ελλάδα η συζήτηση έχει ιδιαίτερη σημασία λόγω της δομής του κράτους και μιας δημόσιας διοίκησης που συγκεντρώνει πάνω της την κεντρική ευθύνη χωρίς αρκετή αποτελεσματικότητα και διατηρεί την «κοινωνία των πολιτών» σε τροχιά εξάρτησης και υποτέλειας έναντι του κράτους. Η αναθεώρηση του Συντάγματος ανοίγει νέες δυνατότητες για την ανανέωση του πολιτικού συστήματος με την ενδυνάμωση της θέσης της «κοινωνίας των πολιτών» και την ενίσχυση της συμμετοχής στην πολιτική διακυβέρνηση.

Η μεγάλη αποδοχή και εμπιστοσύνη που έχει η κοινή γνώμη για τις ΜΚΟ σε σχέση με τα κόμματα τα τελευταία χρόνια, είναι ενδεικτικό της εποχής μας. Τελευταίες σφυγμομετρήσεις δείχνουν ότι η κοινή γνώμη εμπιστεύεται 75% τις ΜΚΟ και 16% τα κόμματα. Αυτή ακριβώς η μεγάλη εμπιστοσύνη που δείχνει η κοινή γνώμη δημιουργεί μεγάλες υποχρεώσεις στις ΜΚΟ να περιφρουρήσουν τον χώρο τους, ώστε να μην αποδειχθεί συγκυριακό το φαινόμενο και κυρίως να μην αντιστραφεί λόγω αδεξιοτήτων και αναξιοπιστίας. Άλλωστε η ενδυνάμωση της δημοκρατίας απαιτεί εκτός από συμμετοχή, υπευθυνότητα και διαφάνεια.

Η ανάγκη να υπάρξει κατηγοριοποίηση και αξιοπιστία στον τρόπο λειτουργίας των ΜΚΟ είναι σήμερα περισσότερο αναγκαία από ποτέ. Ανάλογα με τον σκοπό ίδρυσής τους, τον τρόπο λειτουργίας τους και χρηματοδότησής τους, μπορεί να υπάρξει μεγάλη κατηγοριοποίηση. Χρειάζεται να διευκρινιστεί και να γίνει σαφές, επειδή όλο και περισσότερο κάθε ενέργεια είναι και πολιτική πράξη, επειδή το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ κράτους και ΜΚΟ είναι ένα ευαίσθητο θέμα και εγκυμονεί σημαντικούς κινδύνους και επειδή είναι δυνατόν τα μέλη των ΜΚΟ να κινούνται συγχρόνως και στην πολιτική και στην οικονομία, όσες ΜΚΟ αντιπροσωπεύουν εταιρικά συμφέροντα και όσες εξαρτούν την επιβίωσή τους από τη χρηματοδότηση από την κεντρική εξουσία και δεν είναι χρηματοδοτικά ανεξάρτητες, πρέπει να αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία ΜΚΟ. Ιδιαίτερη προσοχή, αλλά και περισσότερη συζήτηση, χρειάζεται για την οριοθέτηση των σχέσεων ΜΚΟ και κομμάτων, όπου πρέπει να διασφαλιστεί η μη χειραγώγηση των ΜΚΟ από τα κόμματα.

Στη διάρκεια του 2006 μία σειρά Οργανώσεων με διεθνή παρουσία, μεταξύ των οποίων η Greenpeace, η Διεθνής Αμνηστία, η Διεθνής Διαφάνεια, ανταποκρινόμενες στην ανάγκη και οι ίδιες να εξελίσσονται και να ανταποκρίνονται στις αυξημένες απαιτήσεις της εποχής μας, αλλά και να αυτοπροστατεύονται από επιθέσεις αμφισβήτησής τους που αναμένεται ότι θα γίνονται όλο και πιο έντονες, υπέγραψαν ένα κείμενο αρχών. Οι αρχές καθορίζουν τις ελάχιστες υποχρεώσεις που πρέπει να έχουν οι

ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ ΠΡΕΠΕΙ

να έχουν την αίσθηση ότι με τη συμμετοχή τους και τη βοήθεια που προσφέρουν στις ΜΚΟ συμβάλλουν πράγματι στην ενδυνάμωση της δημοκρατίας

ΜΚΟ που επιθυμούν να έχουν μια διεθνή παρουσία, εργαζόμενες από κοινού για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη βιώσιμη ανάπτυξη και την περιβαλλοντική προστασία. Στη διακήρυξη αρχών τονίζεται ότι δεν αμφισβητείται ο ρόλος και η ευθύνη των κυβερνήσεων να προάγουν την ανθρώπινη ευημερία και την προστασία των οικοσυστημάτων, αλλά ότι διατηρώντας την ανεξαρτησία των Οργανώσεων θα δουλέψουν μαζί παράλληλα με άλλες Οργανώσεις, για να επηρεάσουν όσο μπορούν περισσότερο τα κέντρα λήψης αποφάσεων, την κοινωνία για την προαγωγή πανανθρώπινων αξιών και το να κληρονομήσουμε στα παιδιά μας το καλύτερο δυνατό φυσικό περιβάλλον.

Οι Οργανώσεις αυτοδεσμεύονται να σέβονται και να προωθούν τις παγκόσμιες ανθρωπιστικές αρχές, να διατηρούν την πολιτική και την οικονομική τους ανεξαρτησία, τη νομιμότητα στις δημοκρατικές αξίες, τη διαφάνεια και την εντιμό -τητα στις δραστηριότητές τους, την ανάγκη του απολογισμού τουλάχιστον ετήσια για τις αξίες και τα οικονομικά τής δράσης τους, την επαλήθευση και απόλυτη διαφάνεια των οικονομικών τους στοιχείων, την υπεράσπιση του κοινού συμφέροντος, την ακρίβεια των πληροφοριών και τη χρηστή και αποτελεσματική διοίκηση.

Υπάρχει μια σειρά επιπρόσθετων προϋποθέσεων που τίθενται, όπως τα δικαιώματα των δωρητών για ενημέρωση σχετικά με τη χρήση των προσφορών τους, την ακριβή δημοσιοποίηση όλων των δωρεών, την ύπαρξη πολιτικών που προωθούν την ισοτιμία και την ισορροπία σ΄ όλες τις ενέργειες, την άριστη επαγγελματική διαχείριση, την προσαρμογή της δράσης, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των διαφορετικών λαών και της ποικιλίας των οικοσυστημάτων, την αξιολόγηση των μελών της διοίκησης, των εργαζομένων, των προγραμμάτων και των έργων, την ευαισθησία στη δημόσια κριτική, την ύπαρξη ισορροπίας ανάμεσα στην προσφορά εθελοντικής εργασίας και επαγγελματικών στελεχών, στον σεβασμό της νομιμότητας των εργασιακών συνθηκών, στον σεβασμό στη σεξουαλική αξιοπρέπεια.

Όσο και αν τα παραπάνω μπορεί να φαίνονται δύσκολα για μικρές και τοπικές Οργανώσεις, είναι όλο και πιο απαραίτητα για εκείνες τις Οργανώσεις, οι οποίες, λόγω αντικειμένου, μεγέθους, γεωγραφικής εξάπλωσης, τρόπου δράσης, αναλαμβάνουν μεγαλύτερη ευθύνη στο να ανταποκρίνονται στην αγωνία και τη θέληση των πολιτών για ενδυνάμωση και εμβάθυνση της δημοκρατίας. Οι πολίτες πρέπει να έχουν την αίσθηση ότι με τη συμμετοχή τους και τη βοήθεια που προσφέρουν στις ΜΚΟ συμβάλλουν πράγματι στην ενδυνάμωση της δημοκρατίας, στην εξισορρόπηση ενός ακραίου ατομικισμού και ανταγωνισμού και στη διαμόρφωση πολιτικών που ανταποκρίνονται στις πραγματικές τους ανάγκες. Να ξεπερνούν τους φόβους που διάφορα κέντρα προσπαθούν να καλλιεργήσουν για να τους εξουσιάζουν και το κυριότερο να αισθάνονται ότι συμμετέχουν στην ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.

Ο Γιώργος Βερνίκος είναι πρόεδρος του Ελληνικού Γραφείου Greenpeace.