Μαζί με τον ζεν πρεμιέ (και τηλεοπτικό) Μέμο Μπεγνή ο Κώστας Μακεδόνας

τραγουδά το «Liberi da Noi». «Σήμερα όλοι, ακόμη και οι πιο καθιερωμένοι

τραγουδιστές, έχουν το άγχος της επιτυχίας», λέει

Ρεαλιστής. Δηλώνει ρεαλιστής (και ολίγον πεσιμιστής) κι αυτό είναι μια καλή

μέθοδος για να μπορεί να «πηγαίνει» με τα σκαμπανεβάσματα του χώρου του με το

μικρότερο δυνατό ψυχικό κόστος. Και να χαίρεται τις καλές στιγμές. Άλλωστε τι

νόημα έχει να γκρινιάζουμε για την κρίση στη δισκογραφία – στα ραδιόφωνα, στα

μαγαζιά, στα μέσα μαζικής ενημέρωσης κ.λπ. – τη στιγμή που μόνο η στάση μας

(στα πράγματα) μετράει;

Στο καινούργιο του CD «Πάμε Μακριά» προσπάθησε «απλά, να βρει καλά τραγούδια».

Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Και επειδή τα «καλά τραγούδια σπανίζουν

πλέον» αποφάσισε να μη σταθεί στην ομοιογένεια του υλικού ή στο να στοχεύσει

σε κάτι… υψηλότερο (όπως το να προτείνει κάτι καινούργιο), αλλά να κάνει μια

έντιμη δουλειά, όπου ο ακροατής να έχει να επιλέξει πολλά κομμάτια. Ένας

πολυσυλλεκτικός δίσκος με έντεχνες μπαλάντες, καθαρά λαϊκά κομμάτια αλλά και

τρεις διασκευές ιταλικών τραγουδιών σε στίχους Νίκου Μωραΐτη (τραγούδια τους

έδωσαν οι Γιάννης Σπανός, Μιχάλης Χατζηγιάννης, Λάκης Παπαδόπουλος,

Χριστόφορος Γερμενής κ.ά.). «Συγκεντρώθηκαν κάπου 25 τραγούδια, αλλά η

εταιρεία είχε αντιρρήσεις. Δεν πειράζει, θα μπουν στο επόμενο CD…».

Η διαδικασία της αναζήτησης τραγουδιών θα είναι, φαντάζομαι, ένα διαρκές άγχος

για σας τους τραγουδιστές…

«Αυτό είναι αλήθεια. Και πλέον το μόνο που μετράει είναι να κάνεις εδώ και

τώρα επιτυχία. Κυρίως στις εταιρείες. Οι οποίες προτιμούν τους

πολυσυλλεκτικούς δίσκους γιατί πιστεύουν ότι πουλάνε καλύτερα».

Ο τραγουδιστής τι ρόλο έχει σ’ αυτού του είδους τις αποφάσεις;

«Οι καιροί είναι δύσκολοι… Προσπαθείς να περάσεις αυτό που θέλεις, αλλά δεν

είναι πάντα εφικτό. Υπάρχει μεγάλη κρίση στην αγορά. Μια αγωνία για το αύριο

απίστευτη – σε όλα τα επίπεδα. Παλιά αυτό που μας απασχολούσε ήταν να κάνουμε

καλές δουλειές. Το άλλο – το να κάνουμε μια επιτυχία δηλαδή – μας φαινόταν

πολύ απλό. Σήμερα, αν δεν κάνεις επιτυχία εδώ και τώρα, πας σπίτι σου».

Αυτό ισχύει και για τους καθιερωμένους τραγουδιστές;

«Δεν ξέρω τι ποσοστό αλήθειας έχει αυτό που λέω, αλλά πιστεύω ότι όλοι, μα

όλοι, έχουν αυτό το άγχος».

Φωνή αντρική, δυνατή, που εκφράζει με μπρούτα αμεσότητα τη φλόγα καθαρών

συναισθημάτων. Σε μια εποχή μάλλον… θηλυκή (που ίσως να φοβάται τόση

στιλπνάδα).

Ύστερα από 17 χρόνια στη δισκογραφία και αδιάκοπη παρουσία στα τεκταινόμενα

των μουσικών σκηνών και κέντρων, πώς σας φαίνεται ο χώρος σας τη νύχτα;

«Νομίζω ότι υπάρχει μια τάση επιστροφής σε μικρότερους χώρους… Φτάσαμε σε

ένα peak με μαγαζιά 3.000-4.000 ατόμων όπου η διασκέδαση έγινε κατανάλωση και

τώρα επιστρέφουμε πάλι»…

Και οι συνεργασίες των καλλιτεχνών δεν είχαν κανένα δημιουργικό κίνητρο – πέρα

απ’ το γεγονός ότι τα δύο μεγάλα ονόματα θα φέρουν περισσότερο κόσμο…

«Είναι ένας φαύλος κύκλος απ’ τον οποίο δεν είναι εύκολο να ξεφύγει κανείς. Ας

πούμε, σήμερα οι επιχειρηματίες που καταθέτουν χρήμα προτιμούν να το

καταθέσουν σε τραγουδιστές που ξέρουν ότι θα το φέρουν γρήγορα πίσω.. Κανείς

δεν ενδιαφέρεται να χρηματοδοτήσει κάποιον που πιστεύει σε καλλιτεχνικό

επίπεδο και τον οποίο χρειάζεται να «χτίσει» σιγά σιγά».

«Έγιναν συνήθεια οι χοροί»

Φέτος θα τραγουδάει στη «Σφεντόνα». Με τον Χρήστο Νικολόπουλο και τη Μελίνα

Κανά και μια ακόμη νέα τραγουδίστρια, σε σκηνοθεσία Ιεροκλή Μιχαηλίδη.

Βάζει χορούς η «Σφεντόνα»;

«Δεν υπάρχει μαγαζί που να μη βάζει χορούς. Ούτε ένα. Θυμάμαι το ’96 ή ’97 που

ήμασταν στα «13 Φεγγάρια» και ένα βράδυ είχαμε χορό, φρικάραμε όλοι κι είπαμε

ποτέ ξανά. Το κοινό δεν είχε καμία συνοχή κι εμείς δεν ξέραμε πού

απευθυνόμαστε. Τώρα πια έχει γίνει συνήθεια… Δυστυχώς δεν γίνεται

διαφορετικά».

Τι θα βελτιώσει την κατάσταση;

«Καλές συνεργασίες, μεσαίοι σε χωρητικότητα χώροι, μεσαία μεροκάματα – για να

μπορεί το κοινό να έχει ποιοτική διασκέδαση σε καλή τιμή. Άμα πρέπει να

ξοδέψεις σε ένα βράδυ 200 ευρώ, πώς θα γίνει να ξαναπάς;».