«Αν έμενα στην Ελλάδα θα εγκλωβιζόμουν γιατί δεν θα είχα ερεθίσματα» λέει η

σχεδιάστρια μόδας – με έδρα το Λονδίνο – Σοφία Κοκοσαλάκη. «Πόσο μπορεί ένας

σχεδιαστής να εκτεθεί σε πολλά και διαφορετικά πράγματα που φορέας τους να

είναι άνθρωποι και καταστάσεις από διαφορετικές κουλτούρες;»

H Σοφία Κοκοσαλάκη θα μπορούσε να γίνει η πρέσβειρα του ελληνικού τουρισμού.

Από το ένθετο των «Financial Times» μέχρι την ηλεκτρονική έκδοση της αγγλικής

«Vogue», συνεντεύξεις της γεμίζουν σελίδες. Γιατί ανήκει στην ομάδα των λίγων

που το ταλέντο τους μπορεί να χειριστεί το μέλλον της μόδας.

Τη μάθαμε χάρη στον σχεδιασμό των κοστουμιών για την τελετή έναρξης των

Ολυμπιακών Αγώνων 2004. Μια «Ελληνίδα – με έδρα το Λονδίνο – σχεδιάστρια» που

προσπαθούσαν να της προσφέρουν διεθνή ιθαγένεια. Ωστόσο η ίδια επέβαλλε να

διευκρινίζουν την ελληνική καταγωγή της μέσα από την ίδια τη δουλειά της.

«Βλέπω τα κομμάτια ενός ρούχου, τα μανίκια, τον γιακά, το μέρος από ένα φόρεμα

ή ένα σακάκι σαν λέξεις, με τις οποίες εγώ προσπαθώ να συντάξω ένα κείμενο»

λέει στα «NEA». «Όσο πιο ολοκληρωμένες είναι οι προτάσεις μου τόσο πιο σαφές

είναι το κείμενο και τότε η συλλογή μου δείχνει προς μία νέα κατεύθυνση, που

είναι και το ζητούμενο της μόδας από κάθε σχεδιαστή. Γιατί η μόδα χρειάζεται

πειθαρχία».

H Σοφία Κοκοσαλάκη δούλεψε με το σύστημα ιδεών και πληροφοριών που

κουβαλούσε μέσα της και συνδύαζε διακριτικά με βυζαντινές εικόνες, τρέσες από

ανδρικά κρητικά γιλέκα, διακοσμητικά μοτίβα από την Κνωσό, τις μαύρες ίσιες

μπότες των Σφακιανών, το αδρό μετάξι από το Σουφλί, τις στολές των Σαμουράι,

τα κοστούμια στις ταινίες «Star Trek», «Πόλεμος των Άστρων», «Blade Runner».

«H μόδα πάνω από όλα είναι εμπόριο, και αυτό σου καθορίζει τα όρια που μπορείς

να κινηθείς και να είσαι δημιουργική. H δημιουργικότητα είναι οι ώρες που

περνάω μπροστά στην κούκλα και παιδεύομαι να βρω την ιδέα. Τα υπόλοιπα πρέπει

να είναι ρούχα που θα πωλούνται εύκολα και θα φοριούνται» λέει εννέα χρόνια

μετά την απόφασή της να φύγει από την Ελλάδα -στη διάρκεια μιας σύντομης

επιστροφής ως το τιμώμενο πρόσωπο της Ελληνικής Εβδομάδας Μόδας, του Συλλόγου

Ελλήνων Σχεδιαστών.

«Έφυγα από την Ελλάδα γιατί τότε υπήρχαν μόνο τρεις επιχειρηματίες που

ασχολούνταν επαγγελματικά με τη μόδα. Δεν θα μπορούσα λοιπόν να γίνω

σχεδιάστρια και να μην έχω πελάτες να αγοράζουν τις συλλογές μου. Έφυγα από

ανάγκη και διάλεξα το Λονδίνο γιατί εκείνη την εποχή κάτι δημιουργικά καλό

συνέβαινε εκεί».

Εκτός από τον τόπο, μετράει και ο κόπος. Όχι μόνο της ίδιας αλλά και των

συνεργατών της, του Τέο, του φωτογράφου Μπιλ Γεωργούση και του συνεργείου που

ράβει τα φορέματα των μοντέρνων πτυχώσεων, τα οποία πωλούνται σε 160 σημεία σε

όλο τον κόσμο, από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Τόκιο και την Ευρώπη.

«Προτιμώ να μου λένε οι συνεργάτες μου τα λάθη μου στην προετοιμασία

μιας συλλογής και να τα διορθώνω εγκαίρως, παρά να τα βλέπω γραμμένα. Ο χώρος

είναι πολύ ανταγωνιστικός και αυτή τη στιγμή με ενδιαφέρει να βλέπουν τη

δουλειά μου και να με κρίνουν οι επαγγελματίες. Για να υπάρξεις, έχεις να

συναγωνιστείς τους μεγάλους τζίρους που διαθέτουν οι μεγάλοι οίκοι διαφημίσεις

στα περιοδικά μόδας. Επειδή δίνουν διαφήμιση, οι φωτογραφήσεις μόδας γίνονται

για να εξυπηρετήσουν τους δικούς τους σχεδιαστές. Και αυτή τη στιγμή μπορώ να

έχω δικά μου ρούχα ανάμεσα σε τέτοιες σελίδες. Δεν είναι εύκολο να το κάνει

ένας σχεδιαστής που δουλεύει ανεξάρτητος, χωρίς τις πλάτες των ομίλων

πολυτελείας» λέει και τονίζει πόσο σημαντικό είναι ότι περιοδικά όπως η

αμερικανική «Vogue» αναφέρονται στις συλλογές της που δείχνει στο Παρίσι.

Είναι επιφυλακτική με το παιχνίδι της δημοσιότητας. «Μου πέρασε από το μυαλό η

Γουορχολική διαστροφή να υπάρχουν διασημότητες, ηθοποιοί και σταρ στα σόου

μου. Φτάνεις όμως να κάνεις ρούχα όχι για να τα δει η σταρ και να τα φορέσει

έτσι όπως βγαίνουν στα σόου, αλλά να τα μετατρέπεις σύμφωνα με τα γούστα της.

Γι’ αυτό και δεν κάνω ποτέ μακριά ρούχα. Αν έβγαζα τουαλέτες, θα ήταν σαν να

παρακαλούσα τις ηθοποιούς να με διαλέξουν και να με διαφημίσουν».

Θα αναστήσει τον οίκο Ζιβανσί;

Το όνομα της Σοφίας Κοκοσαλάκη κυκλοφόρησε εσχάτως ως της σχεδιάστριας που θα

μπορούσε να αναστήσει – και με καλλιτεχνική διεύθυνση – τον οίκο Ζιβανσί.

Άλλωστε, πριν από καιρό ένα συμβόλαιό της με τον όμιλο LVMH τής εξασφάλιζε το

ποσό για να χρηματοδοτεί τα σόου της. «Τέτοιες προτάσεις δεν έχουν σταματήσει.

Όμως τώρα πια σε θέλουν αποκλειστικά – να κλείσεις τη δική σου επιχείρηση. Δεν

με ωφελεί να δουλεύω για την ετικέτα ενός οίκου και μόλις λήξει το σύντομο

συμβόλαιο να μην έχω τίποτα. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται μέχρι να δεχθούν

τις προϋποθέσεις μου».

Στοπ στο μεϊκάπ

«Όποτε έρχομαι στην Ελλάδα και ανοίγω την τηλεόραση, βλέπω γυναίκες που

δείχνουν να ασχολούνται υπερβολικά με την εμφάνισή τους. Νομίζω ότι αν μείνω

λίγο περισσότερο θα αρχίσω να φοράω πολύ μεϊκάπ και από το πρωί να βάφω τα

μάτια μου με σκούρες σκιές» παρατηρεί η ντυμένη στα μαύρα Σοφία Κοκοσαλάκη,

που έχει υιοθετήσει χαμηλόφωνο ύφος στην εμφάνισή της.

INFO

Οι συλλογές της A/K 06 και Φ/X 06-07 στο http:

//www.style.com. Οι προτάσεις της για την Αθήνα στο ένθετο How to Spend it

των «Financial Times», http: //news.ft.com/cms