H κριτική είναι αρκούντως υποκειμενική αλλά δημόσια ανάληψη ευθύνης. Έτσι έχω

εκτεθεί εδώ και τριάντα χρόνια ισχυριζόμενος πως ως θεατής, αναγνώστης φάρσας

είμαι αφοπλισμένος. Αφήνομαι και γοητεύομαι από αυτό το απόλυτο, γεωμετρικά

δομημένο θέατρο. Και, βέβαια, έχω αξιώσεις από τους ερμηνευτές του να μην το

προδίδουν, το αλλοιώνουν, χαλαρώνουν τους ρυθμούς του ή το αποδομούν. Χαίρομαι

λοιπόν κάθε φορά να επαναλαμβάνομαι και θα το κάνω και σήμερα παραπέμποντας

στις κατά καιρούς αποτιμήσεις της σαγήνης του. Θυμίζω ότι σαγήνη σημαίνει

δίχτυ του ψαρά. Κι όμως κάθε θαυμαστής της φάρσας πιασμένος στο δίχτυ της το

χαίρεται και σπαρταράει στα γέλια. Όποιος βλέπει φάρσα (στο θέατρο ή στο

σινεμά) κι όλες τις παραλλαγές της (βοντβίλ-εξτραβαγκάντσα, βαριετέ,

μπουρλέσκ) πρέπει να αφήσει το προσωπείο της σοβαροφάνειας στο σπίτι του, τη

λογική του στο φουαγιέ και να αφήσει χωρίς αιδώ να ξεπηδήσει από μέσα του το

παιδί ή ο ενδιάθετος στον καθένα μας (αν ψάξετε, θα τον βρείτε) χάχας!

H φάρσα είναι ένα καθαρό θέατρο· υπακούει σε κανόνες ενδοθεατρικούς και

αποστρέφεται τις ιδέες και τον στοχασμό. Αποστρέφεται, επίσης, την ψυχολογία.

Γι’ αυτό είναι σχεδόν πάντα αντίθετο και εχθρικό είδος με το θέατρο

χαρακτήρων. Χωρίς να παρεξηγηθώ, θέλω να ισχυριστώ ότι υπακούει ευθέως στην

αριστοτελική διαπίστωση που ίσχυε για την τραγωδία, δηλαδή είναι μίμηση

πράξεως και όχι μίμηση ανθρώπων, που θα πει ότι δεν προηγείται στη σύλληψη ο

χαρακτήρας, αλλά αυτός συνάγεται από τις σκηνικές σχέσεις. Πέρα από αυτήν τη

θεμελιώδη διαπίστωση, η φάρσα είναι αρκούντως γένους ποιητικού και αναφέρεται

κυρίως στην παραβολική γεωμετρία. Έχει λοξή ματιά, διαβολικό ρυθμό,

ανατρεπτική διάθεση, παιδική αφέλεια, παιγνιώδες χιούμορ και σκανδαλώδη

πρόθεση. Κύριος στόχος της τα μικροαστικά και αστικά ήθη, η σεμνοτυφία, η

υποκρισία και η παντοίας μορφής και ποικιλίας ασέλγεια των χορτάτων. Δεν

γνωρίζω φάρσα με στόχο φτωχούς και προλετάριους.

H φάρσα υπακούει σε τυπική συνταγή. Παρεξήγηση, ενοχή, υποψίες, κρυψίνοια,

εκβιασμοί, αποκαλυπτικές γκάφες. Κάποιοι αθώοι αποδεικνύεται ότι είναι ικανοί

για τα χείριστα. Τυχαίως εμπλέκονται σε κάτι που τυχαίως δεν υπέπεσαν. H φάρσα

κρατάει από την παράδοση του θεάτρου τον σκελετό, το πλέγμα, τη συνδεσμολογία,

τις αρθρώσεις και το νευρικό σύστημα. Απορρίπτει τις ιδέες, τη φιλοσοφία, τη

φιλολογία και τη λογοτεχνία. H «λέξη» στη φάρσα αναπαύεται στη δραστική της

εμβέλεια, προκαλείται από τη δράση και προκαλεί δράση. Κάθε λέξη, κάθε φράση

είναι ένας πυροβολισμός και κάθε κατάσταση πυροδοτεί έναν σκηνικό πανικό. H

φάρσα είναι μια φόρμα που συνεχώς καλπάζει, φτάνει να βρεθεί κάποιος να μπήξει

βαθιά τους φτερνιστήρες στα πλευρά της φοραδίτσας. H φάρσα είναι ένας

κατήφορος που οδεύει κατά κρημνών· μια καταστροφή που ηδονίζεται

καταστρεφόμενη. H φάρσα είναι η γεωμετρία εν χρόνω και χώρω σκηνής. Είναι η

γεωμετρία των ανθρωπίνων σχέσεων. H τοπολογία της ανθρώπινης ανοησίας,

βουλιμίας, μανίας, αερολογίας. H φάρσα είναι προϊόν μακροχρόνιας και επίμονης

καλλιέργειας, όπως τα σπάνια φυτά είναι προϊόν διασταυρώσεως, όπως τα σκυλιά

ράτσας και τα άλογα κούρσας… Είναι εκλεκτό προϊόν αναμείξεως ποικιλιών, όπως

τα εκλεκτά κρασιά.

Για να δημιουργηθεί ο κώδικας της τέλειας φάρσας συνήργησαν αιώνες,

γενιές μίμων, το ποικίλο κοινό, το λαϊκό και απαιτητικό και βιαστικό πολλών

εποχών και εθνών.

H φάρσα ως γεωμετρικής καταγωγής μορφή έχει μουσική δομή και τάση προς την

αφαίρεση. Αντίθετα με το ποιητικό θέατρο ή το θέατρο ιδεών, προκαλεί το

λογιστικό, το εικαστικό και το φαντασιακό μέρος της ψυχής κι όχι τη διάνοια ή

το συναίσθημα. H μουσική της δομή μιμείται τις λαϊκές μπαλάντες, ποικιλίες

στιχουργικές, αλλά συχνές επαναλήψεις μοτίβων, ρυθμών, συγχορδιών, διαφωνιών.

Έτσι η φάρσα στηρίζεται στη νομιμοποίηση του φάλτσου ως δομικού κυρίαρχου

στοιχείου της θεατρικής μίμησης. Εν τέλει πολύ ορθά μια καλή φάρσα θεωρείται

ότι αντιγράφει τον μηχανισμό ενός ρολογιού. Κυριολεκτικά είναι μια οργάνωση,

μια αρχιτεκτονική, μια δόμηση του χρόνου. Τα γρανάζια ετεροκαθορίζονται αλλά

όλα μαζί αυτορρυθμίζονται και αντίθετα κάθε επιμέρους δράση, λειτουργία, έχει

μια ευδιάκριτη αυτονομία αλλά η σύνολη μηχανή ετερονομείται ως προς τα επί

μέρους. Ο Φεντό είναι ο διασημότερος κατασκευαστής ωρολογίων φάρσας.

Μια φάρσα του Φεντό αν αναλυθεί στα στοιχεία της, όταν αποτυπωθεί στα

γεωμετρικά της σχήματα, να είστε σίγουροι πως θα σας πάει πολύ κοντά στις

δομές του κυττάρου και του ατόμου. Θα έλεγα πως ο Θεός είναι ένας μεγαλοφυής

«φαρσέρ» κι αν έχει νόημα η δημιουργία, ένα τουλάχιστον νόημα, αυτό είναι ο

μηχανισμός της, η νομοτέλειά της αυτή καθαυτή. H φάρσα είναι το παραγέμισμα

του χάους (η λέξη φάρσα σήμαινε αρχικά «παραγέμισμα»), είναι η πλήρωση του

τίποτε ή το τίποτε του πλήρους. Είναι η γεωμετρία του περιττού και η

αρχιτεκτονική του άσκοπου. Καλύτερα, η φάρσα είναι το ρολόι του Θεού στο

τσεπάκι του Διαβόλου.

Αν μιλήσει κανείς για τις φάρσες του Φεντό, για τους ψύλλους στ’ αυτιά,

θα πέσει στην παγίδα και θα γίνει ένα από τα πρόσωπα της φάρσας. Αφηγούμαι ή

βλέπω μια φάρσα, σημαίνει μπαίνω στον μηχανισμό της. H φάρσα δεν λέγεται.

Είναι. Στο «Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας» ο Γιώργος Κιμούλης

μεταφραστής-διασκευαστής, σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής ερμηνεύοντας δύο ρόλους

Σωσία σε μια αφοπλιστική παράσταση, παραδομένη στη σκηνική ευφορία, στον

καλπάζοντα ρυθμό, στον παραλογισμό των σχέσεων, στα απροσδόκητα των

καταστάσεων, δίνει ένα μάθημα φαρσικής τρέλας. Δεν έχουμε σ’ αυτόν τον τόπο

πολλούς ηθοποιούς που μπορούν μέσα σε μια σεζόν να καλύπτουν το φάσμα από τον

Ετεοκλή του Αισχύλου, τον Οιδίποδα του Σοφοκλή ή τον Ορέστη του Ευριπίδη,

στους τύπους του αγγλικού βοντβίλ της εξτραβαγκάντσας του Έικμπορν και στην

παρανοϊκή αλογόμυγα του Φεντό. Χωρίς εκπτώσεις, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, στο

ύφος και στην ουσία της υποκριτικής γραμματικής και σύνταξης όλων των ειδών.

Σε συμπαρασύρει στο χάος…

O Γιώργος Κιμούλης, σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής της παράστασης «Ψύλλοι στ’

αυτιά» που παίζεται στο Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας

Ο Κιμούλης, ηθοποιός, ο μόνος πλήρως σήμερα ενημερωμένος στο είδος αυτό και

συνειδητός εξπρεσιονιστής, γνωρίζει πως πέραν του ρυθμού ως θεμελιώδους

δομικού στοιχείου του θεάτρου, η έκφραση, η φόρμα καθορίζει το περιεχόμενο και

ο μετρονόμος είναι ο γνώμονας που κάνει τα τέμπι να διανύουν το ευρύ διάστημα

από τη λύπη έως τον παραληρηματικό ενθουσιασμό. Δείτε τον πώς παίζει τους δύο

αντίθετους όμοιους στους «Ψύλλους στ’ αυτιά», όπου οργιάζει το συγγραφικό, το

σκηνοθετικό και το υποκριτικό του ταλέντο. Και πώς γνωρίζει ως δάσκαλος ύφους

να καθοδηγεί ακόμη και άπειρους στο είδος ηθοποιούς να παραγάγουν στυλ. Ένας

θεατρικός καταρράκτης που σε συμπαρασύρει στο χάος, στο βάραθρο και

απολαμβάνεις την ηδονή του ιλιγγιώδους στροβιλισμού. Δίπλα του μεταμορφωμένες

η Λήδα Ματσάγγου και η Γαλήνη Τσεβά, ο έμπειρος Γιώργος Ψυχογιός

απροσδόκητος… υστερικός ρεζονέρ, ο πολλά υποσχόμενος νέος φαντεζίστας

Αργύρης Αγγέλου (σε έναν από τους πλέον υπερρεαλιστικούς ρόλους της παγκόσμιας

φάρσας), ο Γιώργος Στριφτάρης, καρικατούρα ρομαντικού εραστή, ο νέος τυπίστας

Δημοσθένης Φίλιππας, ο πληθωρικός Ανέστης Κατούνης (τύπος που έρχεται από το

μπουρλέσκ), ο Κρεβάικας, ο Αϊνατζόγλου και δύο ευοίωνες πανέξυπνες φατσούλες,

η Μυρτώ Δαρούσου και η Σύλβια Λιούλιου, φιντανάκια της Σχολής του Κιμούλη, που

κολυμπούν στα δύσκολα χωρίς βατραχοπέδιλα.

INFO

«Ψύλλοι στ’ αυτιά». Στο Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας (Ευμολπιδών 39, Γκάζι. Τηλ. 210

3455.020 και 210 3455.009