O πίνακας που εμπνεύστηκε ο Edward Munch από το προηγούμενο τρομακτικό

τσουνάμι του 1883 μπορεί να κλάπηκε τον περασμένο Αύγουστο για να ικανοποιήσει

τον εγωισμό κάποιου συλλέκτη, τις αιτίες όμως της απελπισίας που απεικονίζει

διερεύνησε το ντοκιμαντέρ «Εξάντας» (NET)

Κάτω από τη λάσπη που άφησε το τσουνάμι αναζήτησε την αληθινή εικόνα των τόπων

της δυστυχίας ο «Εξάντας» (NET) και αποκάλυψε εκείνη που «δεν είδαμε», εκείνη

την οποία η Δύση «δεν βλέπει» επί 29 χρόνια.

Βρέθηκε στη Βόρειο Σουμάτρα, στην επαρχία Άτσε, σε μία από τις περιοχές που

έκαναν την παγκόσμια κοινότητα να βουρκώσει από τις τρομακτικές καταστροφές

και τον θάνατο που σκόρπισε η φύση. Μόνο που εκείνα τα πλάνα, τα οποία

στάθηκαν η αφορμή για αλλεπάλληλους σπασμούς συγκίνησης, δεν ήταν παρά μία

μόνο στιγμή της πραγματικής φρίκης, την οποία ζει ο λαός της περιοχής και που

είναι αποτέλεσμα ενός αιματηρού εμφύλιου σπαραγμού.

Οι κυβερνητικές δυνάμεις συγκρούονται με αντάρτες αυτονομιστές σχεδόν τρεις

δεκαετίες και φαίνεται πως το τσουνάμι είναι η μακάβρια ευκαιρία να γίνουν

«τελικές εκκαθαρίσεις».

Όσα αποκάλυψε το ντοκιμαντέρ του Γιώργου Αυγερόπουλου επιβεβαιώνουν πως

οι ορίζοντες της ευαισθησίας μας ακολουθούν τη γραμμή που χαράζει η

φαντασμαγορία της κάμερας των πολιτισμένων τηλεοράσεων. Με αυτά τα πλάνα

κερδίζεται η συγκίνηση, αυτά μας αρκούν για να εγερθεί εκείνη η φωτογενής

φιλανθρωπία, την οποία επίσης καταναλώνουμε σε εικόνες βαυκαλιζόμενοι ότι

κάνουμε το χρέος μας οι τυχεροί και προστατευμένοι.

Και όμως, οι εικόνες του «Εξάντα» πάγωναν την ψυχή. Στην επαρχία Άτσε,

εξαθλιωμένοι ντόπιοι δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο τα ερείπια της ζωής τους

που άφησε το τσουνάμι, αλλά και την αγριάδα ενός στρατού που επιβάλλεται με τη

βία, που σκοτώνει, που δεν ορρωδεί και επιτίθεται ακόμη και σε καταυλισμούς

πληγέντων από το τσουνάμι, με τη δικαιολογία ότι «εξοντώνει αντάρτες».

Βουρκώσαμε η παγκόσμια κοινότητα πριν από μερικούς μήνες όταν οι εξωτικές

παραλίες της περιοχής καθρεφτίστηκαν στους δέκτες μας ως τόποι γεμάτοι θάνατο.

Συγκλονιστήκαμε και κατόπιν χαζέψαμε και τους εαυτούς μας, υπερήφανοι για τον

φιλάνθρωπο αυτοματισμό μας, στους τηλεμαραθώνιους, όπου η καταναλωτική μανία

και ο φετιχισμός, ουσίες και τα δυο του πολιτισμού μας, στάθηκαν η αφορμή για

λαμπρές προσφορές χρήματος, προκειμένου να αποκτηθούν συλλεκτικά αντικείμενα

και τα χρήματα να διατεθούν για τη βοήθεια των δυστυχισμένων. Για μία φορά το

ελάττωμα του πολιτισμού έγινε προτέρημα.

H ειρωνική απάντηση ωστόσο είναι ότι ο πίνακας «H κραυγή» του Edward Munch,

εμπνευσμένος από την προηγούμενη αναλόγου μεγέθους καταστροφή που είχε

προκαλέσει στην ίδια περιοχή το ηφαίστειο Κρακατόα το 1883, εκλάπη από το

Μουσείο του Όσλο τον περασμένο Αύγουστο. Γιατί στον πολιτισμό μας η λατρεία

των αντικειμένων είναι πάνω απ’ όλα, και από τους ανθρώπους και από τις αιτίες

που προκαλούν τη δυστυχία τους.

Με αφορμή την κλοπή αυτού του πίνακα, ο οποίος εκτός από την καλλιτεχνική του

αξία συμβολίζει την ανθρώπινη απελπισία, άρχισε ο «Εξάντας» το οδοιπορικό του

στην Ινδονησία, τη Βόρεια Σουμάτρα. Ξεκίνησε να σκαλίσει την επιφάνεια, να

δώσει εικόνες από την αθέατη πλευρά της φαντασμαγορικής δυστυχίας που

καταναλώνεται σε μια στιγμή και που εκτονώνεται αμέσως μετά, μόλις η Δύση

κάνει το φιλάνθρωπο χρέος της.

Οι ντόπιοι αγωνιούν τι θα γίνει όταν σε λίγες ημέρες θα αποχωρήσουν οι

ξένες αποστολές που έχουν πάει με ανθρωπιστική βοήθεια. Θα μείνουν μόνοι,

απέναντι στα μανιασμένα όπλα, τα οποία μοιράζουν θάνατο πέρα από εκείνον που

μοίρασε η φύση.

Πληρώσαμε σε είδος τον εφησυχασμό μας

Δακρύζει η Δύση για την καταστροφή του τουριστικού της «παραδείσου», που

ήταν το ολιγοήμενο καταφύγιο για τα ξεφαντώματά της, προτιμά να αγνοεί την

«κραυγή» απελπισίας για την πραγματική φρίκη που ζουν οι ντόπιοι.

Όσο για την ογκώδη βοήθεια που στείλαμε; Την μοιράζει η κυβέρνηση και

φυσικά ωφελούνται οι φιλοκυβερνητικοί. Ένας χωρικός διηγείται στον φακό πώς οι

στρατιώτες συνέλαβαν τον ίδιο και συγχωριανούς του καθώς πήγαιναν στο χωριό

τους για να ξαναχτίσουν τα σπίτια τους. Τους θεώρησαν αντάρτες. Τους χτύπησαν.

Ένας αξιωματούχος της κυβέρνησης παραδέχεται πως «ναι, μπορεί μερικοί να

παίρνουν μεγαλύτερη βοήθεια, αλλά όλο και κάτι παίρνουν και οι υπόλοιποι».

Τραβήξαμε γρήγορα το βλέμμα από τους κατεστραμμένους τόπους, κάναμε το χρέος

μας, πληρώσαμε σε είδος για τον εφησυχασμό μας και τώρα μπορούμε να κλείσουμε

τα αυτιά στην «κραυγή».

Τα αντικείμενα που αγοράστηκαν στους τηλεμαραθώνιους θα μείνουν ωραία

αναμνηστικά στις βιτρίνες των συλλεκτών της φρίκης, που στάθηκε η αφορμή για

τη δημιουργία και την αγορά τους.