Για πρώτη φορά, 26 Έλληνες και Αλβανοί, άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών,

υπέγραψαν ένα κείμενο μαζί. H αφορμή: το ματς Ελλάδας – Αλβανίας. Σύμφωνα με

αποκλειστικές πληροφορίες της στήλης, η αρχική ιδέα ήταν να διεξαχθεί ένας

φιλικός αγώνας ανάμεσα σε Έλληνες και Αλβανούς. Αλλά οι πρωταγωνιστές της

πρωτοβουλίας βρήκαν πόρτες σφόδρα απρόθυμες… Ελλείψει του φιλικού αγώνα,

«προέκυψε» το παρακάτω κείμενο.

«Είναι κάπως προφανές πως το επικείμενο ποδοσφαιρικό ματς Ελλάδας – Αλβανίας

δεν είναι πλέον παιχνίδι. Εδώ και μερικά χρόνια, έχει εξελιχθεί σε σόου

μισαλλοδοξίας, «δημόσιας εκδίκησης» και άσκησης υπερπατριωτισμού. H ατμόσφαιρα

που το συνοδεύει από το 1999 είναι κάθε φορά «εμπόλεμη». Γνωρίζουμε βέβαια πως

το παιχνίδι – κάθε ποδοσφαιρικό παιχνίδι – είναι μίμηση πολέμου. Με την έννοια

όμως ότι αντικαθιστά τον πόλεμο με την ειρηνική άμιλλα. Όταν ξανα-μετατρέπεται

σε πόλεμο, τότε χάνει την πολιτισμική του αποστολή. Και χάνει επίσης κάθε

γούστο. Πολλά από τα ελληνικά και τα αλβανικά MME έχουν βαλθεί εδώ και χρόνια

να αναδείξουν τα πιο ταπεινά και αρχέγονα ένστικτα, να νικήσουν την κοινή

λογική και την πρόθεση όλων μας να ζούμε καλά, ειρηνικά και ανθρώπινα. Δεν

είναι βέβαια μόνα τα μέσα. Αρωγούς και εμπνευστές τους έχουν βρει όσους

πολιτικούς επιδίδονται κάθε φορά σε ένα ιδιότυπο πολιτικό μάρκετινγκ. Ο νυν

Πρωθυπουργός της Αλβανίας, κ. Φατός Νάνο, στον τελευταίο αγώνα Ελλάδας και

Αλβανίας, τον περασμένο Σεπτέμβριο, ξεπέρασε κάθε όριο ως προς αυτό. Ουκ

ολίγοι Έλληνες πολιτικοί, είτε σιωπώντας είτε μασώντας μερικά μισόλογα είτε –

ακόμα χειρότερα – ρίχνοντας λάδι στη φωτιά, τον συναγωνίστηκαν ψαρεύοντας στα

θολά νερά της μισαλλοδοξίας.

Θλιβερό αποκορύφωμα ήταν οι ρατσιστικές επιθέσεις ενάντια σε ομάδες Αλβανών

μεταναστών στην Ελλάδα, που τόλμησαν να πανηγυρίσουν τη νίκη της Εθνικής

Αλβανίας. Δεκάδες μετανάστες μαχαιρώθηκαν – υπό τα παθητικά βλέμματα της

Ελληνικής Αστυνομίας – και για πρώτη φορά μετρήσαμε και έναν νεκρό. Από τα

υβριστικά συνθήματα, το κάψιμο των σημαιών και τα σφυρίγματα των εθνικών ύμνων

φθάσαμε στο αίμα και στην υπέρτατη ύβριν: τον φόνο.

Οι δράστες, από ό,τι έχουμε καταλάβει, είναι οι ίδιοι που όταν οι μετανάστες

βγήκαν μαζί με τους Έλληνες να πανηγυρίσουν τη νίκη της Εθνικής Ελλάδας στο

Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα κραύγαζαν «Δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ». Είναι

αυτοί που ενοχλούνται είτε οι Αλβανοί σηκώνουν την ελληνική σημαία είτε την

αλβανική. Και όλα αυτά, σχεδόν υπό την απόλυτη σιωπή της λεγόμενης «κοινωνίας

των πολιτών» και των δύο χωρών.

Αυτήν τη φορά βρέθηκε ο τρόπος ώστε να απαγορευθεί στους Αλβανούς πολίτες και

τους Αλβανούς μετανάστες – μέλη της ελληνικής κοινωνίας – να πατήσουν στο

γήπεδο «για να μη δημιουργηθούν επεισόδια». Δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί

καλύτερος τρόπος για τη δυσφήμηση της Ελλάδας, χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

H ελληνική κοινωνία και η αλβανική έχουν να αντιμετωπίσουν μεγάλες όσο και

διαφορετικές προκλήσεις, η καθεμία για λογαριασμό της. Πρέπει όμως να

αντιμετωπίσουν και μια κοινή πρόκληση: εκείνη της συνύπαρξης. Μια δύσκολη

πρόκληση, που η αναμέτρηση μαζί της είναι μονόδρομος εάν θέλουμε να ζήσουμε σε

ειρηνικές και όχι «εμπόλεμες» χώρες, γειτονιές, πόλεις ή πολυκατοικίες.

Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι Έλληνες και οι Αλβανοί βρέθηκαν πολύ

κοντά.

Τόσο κοντά όσο δεν είχαν βρεθεί ποτέ ίσως στη σύγχρονη Ιστορία τους. Σήμερα,

όμως, ανάμεσά μας υψώνονται άλλα τείχη. Το Τείχος του Βερολίνου μπορεί να

έπεσε πριν από 16 χρόνια, κάποιοι όμως, ξεκινώντας από ορισμένα MME και στις

δύο χώρες, προσπαθούν να το ξαναχτίζουν στις ψυχές μας, στις πόλεις μας, στα

γήπεδα και στα μυαλά μας.

Για τους παραπάνω λόγους, εμείς που υπογράφουμε αυτό το κείμενο, Έλληνες και

Αλβανοί, Αλβανοί και Έλληνες, Ελληνο-Αλβανοί και Αλβανο-Έλληνες, αφού τα

πράγματα έχουν φθάσει εκεί όπου έφθασαν, δηλώνουμε πως αρνούμαστε να δούμε ένα

παιχνίδι που μόνο παιχνίδι δεν είναι πια, χωρίς φυσικά να ευθύνονται γι’ αυτό

οι παίκτες των δυο ομάδων. Είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε. Γιατί

όταν δεν μπορείς να αλλάξεις τα πράγματα, τουλάχιστον μην επιτρέπεις στα

πράγματα να σε αλλάξουν».