«H έρευνα στην Ελλάδα ήταν, είναι και θα είναι μια προσωπική υπόθεση. Δεν

είναι μεθοδευμένη όπως σε άλλα κράτη», λέει ο αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκης

Λιγνός και ηλιοκαμένος, ο Γιάννης Σακελλαράκης μοιάζει να είναι η ενσάρκωση

του αρχαιολόγου που καίγεται από ένα αλύτρωτο πάθος. Μια ζωή ερευνά, σκάβει,

μελετά, δημοσιεύει, σκεπάζει τις ανασκαφές του, κυριευμένος από τον πυρετό της

έρευνας, ενώ γνωρίζει πολύ καλά ότι το απόλυτο που ψάχνει δεν βρίσκεται

θαμμένο στη γη. Ούτε στη γη των Αρχανών, στην Κρήτη, όπου είχε την σπάνια τύχη

να ανασκάψει ένα μινωικό ανάκτορο, ούτε στο «Ιδαίον Άντρο» στον Ψηλορείτη όπου

λατρευόταν ο τόπος γέννησης του Δία, ούτε στο μινωικό ιερό κορυφής στα Κύθηρα,

για ν’ αναφέρουμε μόνο μερικές από τις μεγάλες ανακαλύψεις του – ούτε στην πιο

διάσημη ανασκαφή του: ένα ιερό στα Ανεμοσπήλια που καταστράφηκε από σεισμό την

ώρα της τέλεσης μιας ανθρωποθυσίας.

H ανθροπωθυσία ήταν μια ερμηνεία που αμφισβητήθηκε.

«Αμφισβητήθηκε από Έλληνες αρχαιολόγους – όχι όμως και από τους ξένους. Ας μη

μιλήσουμε γι’ αυτό».

H είδηση της τιμητικής βράβευσης του αρχαιολόγου ήρθε την ώρα που ετοιμάζει

μια ακόμα εντυπωσιακή δημοσίευση. Από τα ελεφαντοστέινα ευρήματα της ανασκαφής

του «Ιδαίου Άντρου» αναδύεται ένας θρόνος με ουρανό, «ένα εύρημα με τεράστιο

θρησκειολογικό ενδιαφέρον», καθώς λέγει, «αν λάβει κάποιος υπόψη τη μυστική

έννοια του θρόνου, τη σημασία της ενθρόνισης που συμβολίζει την ύψιστη στιγμή

αλλά και τη θέση που μπορεί να έχει ο θρόνος σε μια καταχθόνια τελετή. Όσο πιο

συνθετικό είναι ένα θέμα, όχι απλώς ιστορικό ή καλλιτεχνικό, τόσο περισσότερο

με θέλγει», λέει ο ανασκαφέας. Το καλοκαίρι θα τον βρει στην Ζώμινθο σ’ ένα

ορεινό τόπο, έξω από τα Ανώγεια, να ετοιμάζει την παράδοση της σκυτάλης της

έρευνας. Μαζί με τη σύντροφό του αρχαιολόγο Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη ετοιμάζουν

ένα βιβλίο αφιερωμένο σε δύο μόνο αποθήκες που βρέθηκαν ασύλητες στο ανάκτορο

των Αρχανών κι «έδωσαν αμέτρητα πρωτογενή στοιχεία για τα γεννήματα, την

παραγωγή, τις εξαγωγές, τις ποσότητες των προϊόντων της Μινωικής Κρήτης».

Περιμένατε αυτή τη διάκριση;

«Σε καμία περίπτωση, ούτε και με σφαίρες δεν περίμενα ότι θα μου απονεμηθεί ο

χρυσός σταυρός του Τάγματος της Τιμής. Έχω τιμηθεί αρκετές φορές. Αυτό που με

νοιάζει, είναι ο ανώνυμος καλός λόγος. Όμως το ένα φέρνει το άλλο. H

επιβράβευση της πολιτείας συγκεφαλαιώνει και τον επώνυμο και τον ανώνυμο καλό

λόγο. Αυτός δεν ανήκει σε μένα, αλλά σε όλους τους αρχαιολόγους που έχουν

αγωνιστικότητα, εργατικότητα, καρτερία και βέβαια και φαντασία, έστω και αν

δεν φαντάζονται ότι θα παρασημοφορηθούν ποτέ».

Ανατρέχοντας στο τότε, όταν ξεκινούσατε την Αρχαιολογία, πριν από 40

χρόνια, πώς βλέπετε την πρόοδο της έρευνας στην Ελλάδα, ποια είναι τα υπέρ και

ποια τα κατά της εξέλιξης.

«Ξεκινώ από τη θλιβερή διαπίστωση ότι η έρευνα στην Ελλάδα ήταν, είναι και θα

είναι μια προσωπική υπόθεση. Δεν είναι μεθοδευμένη όπως σε άλλα κράτη. Αυτό

είναι πρακτικά ένα πολύ μεγάλο μειονέκτημα, που σημαδεύει την πορεία των

πραγμάτων. H Ελλάδα είναι για μένα η χώρα της συνεχούς ασυνέχειας. Έχουμε

μάθει να λειτουργούμε σπασμωδικά, περιορισμένα, όχι μέσα στο εύρος των

περιστάσεων. Είμαστε σημαδεμένοι από το χαρακτηριστικό προπατορικό DNA της

εγωπάθειας.

H διαφορά στην έρευνα μεταξύ του τότε και του τώρα, είναι ότι οι τότε

ιστορικοί καθηγητές, ο Διονύσιος ο Ζακυνθινός, ο Σπυρίδων Μαρινάτος, ο

Αναστάσιος Ορλάνδος, έστω και αν εδίδασκαν κάποιους τομείς ήταν παντογνώστες.

Δεν ήταν σαν πολλούς από τους σημερινούς, που η διδασκαλία τους περιορίζεται

στο περιεχόμενο της διδακτορικής διατριβής τους».

Σήμερα όμως ζούμε στην εποχή της εξειδίκευσης, σε όλους τους τομείς της

επιστήμης.

«Δεν έχουμε βρει όμως την τομή μεταξύ γενικής παιδείας και εξειδίκευσης. H

Αρχαιολογία σε όλα αυτά τα χρόνια έχει σημαδευτεί από τους ανθρώπους της. Ο

Σπυρίδων Μαρινάτος με την ανακάλυψη του Ακρωτηρίου της Θήρας και ο Μανόλης

Ανδρόνικος με την ανακάλυψη της Βεργίνας άνοιξαν κόσμους μαγικούς στην

Αρχαιολογία. Έφεραν τα πάνω κάτω».

Τι εννοείτε λέγοντας ότι έφεραν τα πάνω κάτω;

«Αυτές οι ανακαλύψεις που συμβαίνουν σήμερα στη Μακεδονία, στην Αιανή και στον

Όλυμπο ώς την Θράκη, την Ήπειρο είναι ιστορικής σημασίας. Μας δείχνουν από πού

ήρθαν οι Έλληνες, ποια η διάχυσή τους, ποιος ο χρόνος της. Ανοίγουν

προοπτικές. Ενώ όμως σήμερα η Ελλάδα ανασκάπτεται απ’ άκρη σ’ άκρη και

μαθαίνουμε τόσα πολλά, το μειονέκτημα της έρευνας είναι ότι δεν προλαβαίνουμε

να τα αφομοιώσουμε ούτε να αφεθούμε στην περισυλλογή. Κι όμως, αισθάνομαι ότι

ξέρω τόσο λίγα μπροστά στα όσα ήθελα να μάθω. Νιώθω όμως την ύπαρξη ενός

μεγάλου κενού, στη θαλάσσια, την υποβρύχια Αρχαιολογία».

«Το εγώ δεν μας αφήνει να σκεφθούμε»

Γιατί σκάβουμε; Ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της ανασκαφής;

«Δεν πιστεύω ότι σκάβουμε για να βρούμε θησαυρούς. Είναι η ενασχόληση με τον

χρόνο, με τα ουσιαστικά στοιχεία του χρόνου. Ψάχνουμε το παρελθόν στο παρόν,

και για το μέλλον».

Έτσι όπως το λέτε όμως είναι πολύ μεγάλο το βάρος της κάθε πέτρας που

σηκώνει ένας αρχαιολόγος.

«Μπορεί να είναι βαρύ, αν είναι υπερβολικό το βάρος του εγώ. Αν όμως το εγώ

είναι ελαφρύ, τότε τα πράγματα είναι εύκολα. Το εγώ είναι που μας καταδιώκει

και δεν μας αφήνει να σκεφθούμε. Όταν λέω πολλές φορές ότι έχω νιώσει ως

κανένας, αυτό που εννοώ είναι ότι έχω καταφέρει να αποτινάξω όλη μου την

ύπαρξη και να συγκεντρωθώ στην καθαρή επιστήμη. Όταν έρχομαι αντιμέτωπος με

σημαντικές στιγμές του χρόνου, τότε λέω «Ποιος είμ’ εγώ;». Αυτό είναι που

εννοώ όταν λέω ότι ο ανασκαφέας αρχαιολόγος είναι ένα όργανο, ένα εργαλείο του

χρόνου που για να προχωρήσει πρέπει να αφαιρέσει από πάνω του το βάρος του

εγώ. Όλα αυτά είναι πάρα πολύ σημαντικά πράγματα που κάνουν την Αρχαιολογία

μια ζηλευτή ενασχόληση. Αυτό είναι που θαυμάζουν οι άνθρωποι στην ουσία. Τη

γενναιότητα στην αντιμετώπιση του χρόνου».

Τι είναι για σας θησαυρός;

«Οι ιδέες που κρύβονται στα πράγματα. Δεν πρέπει να σταματάμε στα υλικά

κατάλοιπα, αλλά από τα υλικά πρέπει να περνάμε στα άυλα. Αυτή άλλωστε είναι η

μεγαλύτερη ελληνική κατάκτηση. H έννοια της ιδέας, της πλατωνικής ιδέας».

Δικαίωμα στη φαντασία

Γράψατε ένα βιβλίο, την «Ποιητική της ανασκαφής», όπου υποστηρίζετε την

ποίηση, το δικαίωμα του αρχαιολόγου στη φαντασία, τον στοχασμό. Αν ξεκινούσατε

σήμερα τη σταδιοδρομία σας θα τραβούσατε τον δρόμο της Αρχαιολογίας ή της

Τέχνης;

«Λυπάμαι που θα το πω, αλλά έχοντας αυτή τη γνώση δεν θα γινόμουν αρχαιολόγος.

Είναι δύσκολη η ζωή ενός πνευματικού ανθρώπου στην Ελλάδα. Είναι εξόριστος

στον τόπο του. Θα σπούδαζα και τη Νομική για να μπορέσω να τα βγάλω πέρα με

την γραφειοκρατία».

Τι γνώμη έχετε για τις ανασκαφές που πραγματοποιούνται σε όλη την Ελλάδα με

αφορμή τα αναπτυξιακά έργα;

«Ξέρετε πόσοι εξαιρετικοί νέοι αρχαιολόγοι ξεκινάνε τώρα; Αυτό είναι

ελπιδοφόρο. Θα έπρεπε όμως οι ανασκαφές να γίνονται αλλιώς. Δουλειά του

κράτους είναι να μην ανακόπτει την εξέλιξη. Να γίνεται γέφυρα, να υπάρχει

προγραμματισμός, κι όχι να βάζουμε το πιστόλι στον κρόταφο του αρχαιολόγου και

να του λέμε να τελειώσει την ανασκαφή προτού αρχίσει».