Είναι κάτι σαν δωράκι στα άτακτα παιδιά του ’70, που τα πρωινά των Κυριακών,

αντί για Σινεάκ, προτιμούσαν να γεμίζουν τις… μπαταρίες τους με ηλεκτρισμό,

παρακολουθώντας τις ακροβασίες των αγαπημένων τους γκρουπ σε κάποιο από τα

σινεμά της περιοχής τους. Σινεμά τα κυριακάτικα πρωινά (εκεί γίνονταν οι

συναυλίες) και Κύτταρο, Tiffanys, Skylab, Λύδρα, Σοφίτα, Ροντέο (κ.ά.), όταν

οι νύχτες χρειάζονταν λίγη από την ελευθερία, την τρέλα, την επιθετικότητα του

ροκ.

Το CD «Vavoura Band Live -The early days», που κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες

(από την ανεξάρτητη Ikaros Music), είναι ένα τέτοιο αναμνηστικό δωράκι, «το

παλαιότερο χρονολογικά, ζωντανά ηχογραφημένο στην Ελλάδα, ελληνικό

συγκρότημα», όπως μας πληροφορεί ο κατά 24 χρόνια γηραιότερος – αλλά πάντα

ακμαίος – Τζόνι Βαβούρας.

Όσο και αν ακούγεται περίεργο, αυτός είναι και ο πρώτος τους δίσκος (αν

εξαιρέσει κανείς ένα θρυλικό 45άρι του 1981, που είχε κυκλοφορήσει από την

ανεξάρτητη Happening). «Δεν τα πήγαινα ποτέ καλά με τις εταιρείες», λέει,

«εμένα το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να παίζω».

Johnny Vavouras ή Τζόνι Βαβούρας (ό,τι προτιμάτε), μπασίστας και τραγουδιστής,

μπαντ λίντερ – την εποχή που το ροκ μίλαγε αποκλειστικά την αγγλική και

λάτρευε τους Socrates και τον Πουλικάκο -, συνθέτης, παραγωγός και ηχολήπτης,

ηθοποιόs (σε πάμπολλες ταινίες του Νίκου Ζερβού), η «μούρη» της

αναρχοαυτόνομης όχθης, που βλέπαμε συχνά πυκνά σε τηλεταινίες του ’80 και

αυτομάτως συνδέαμε με τη γενιά του ’70 και με το ροκ. Το 1987 σχημάτισε ένα

δεύτερο γκρουπ, τους Cadillacs (ροκ εν ρολ, μπλουζ κ.ά.) – «παίξαμε στη

συναυλία του Τσακ Μπέρι στον Λυκαβηττό και έκτοτε σε πάμπολλα πάρτι, μπιτς

μπαρ, κλαμπ κ.ά.» -, ενώ παράλληλα εξακολουθούσε να ασκεί το επάγγελμα του

τεχνικού ήχου σε δικά του στούντιο ηχογράφησης, που ήταν η κύρια ενασχόληση

του.

Τι νόημα έχει να βγάλει το εν λόγω λάιβ έπειτα από τόσα χρόνια;

«Είναι ένα αναμνηστικό για όσους ήταν παρόντες τότε. Αν και οι πιτσιρικάδες

που έτυχαν να ακούσουν τον δίσκο τρελάθηκαν. Ο επόμενος, όμως, που είναι με τα

σάουντρακ, με την πιο μελωδική και έθνικ πλευρά μου, θα απευθύνεται σε

μεγαλύτερο κοινό. Τώρα που βρέθηκε η εταιρεία… ».

Και από ‘δώ και πέρα;

«Μουσική – τι άλλο; Λάιβ, αυτό είναι η τρέλα μου. Να δω από κάτω τον κόσμο να

γουστάρει. Και σάουντρακ για την τηλεόραση θα ήθελα να κάνω… αν ήθελαν… H

καλή μουσική είναι πάντα ένα ζητούμενο… ».