Ήταν τριάντα τεσσάρων χρόνων. Την έλεγαν Σεμσέ Αλάκ. Για την οικογένεια και

τους συγχωριανούς της, όμως, ήταν εκείνη που στο άκουσμα του ονόματός της

έπρεπε να στρέφουν αλλού το πρόσωπό τους. Αυτή δεν ήταν που κουβαλούσε στην

κοιλιά της το εξώγαμο;

H Τουρκία του 2003. Τουρίστες αγοράζουν από το παζάρι της Κωνσταντινούπολης

παραδοσιακά προϊόντα. Στην άλλη άκρη της χώρας, παράνομο ζευγάρι καταδικάζεται

σε θάνατο από τους ίδιους τους συγγενείς του

Ο πενηνταεπτάχρονος Χελάλ Ατσίλ, παντρεμένος, με έντεκα παιδιά, είχε αγαπήσει

τη Σεμσέ ή την είχε βιάσει; Άγνωστο. Και αδιάφορο. Οι Αλάκ και οι Ατσίλ ήθελαν

εκδίκηση. Γέμισαν ένα φορτηγό πέτρες και τους λιθοβόλησαν την ώρα που

προσπαθούσαν να το σκάσουν από το χωριό Γιαλίμ του Μάρντιν στη Νοτιοανατολική

Τουρκία. Εκείνος πέθανε επιτόπου, εκείνη έζησε άλλους επτά μήνες σε κώμα.

Πέθανε την περασμένη εβδομάδα στο Κρατικό Νοσοκομείο του Ντιάρμπακιρ. Μερικές

γυναίκες είναι πιο τυχερές από τη Σεμσέ. Βρίσκουν καταφύγιο σε κάποιο σύλλογο

γυναικών από αυτούς που έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία δεκαπέντε – είκοσι

χρόνια στην Τουρκία, όπως ο KANTEP (Κέντρο Γυναικών) στο Ντιάρμπακιρ. Αυτή

είναι μια από τις πολλές παρόμοιες ιστορίες που εξελίσσονται εδώ. Μια εικόνα

της Τουρκίας.

Διαβατήριο

Άλλη εικόνα: πολύ πρόσφατα, δύο χιλιάδες μαθητές του γυμνασίου στην Κόνια που

ρωτήθηκαν τι θα ήθελαν να γίνουν όταν μεγαλώσουν απάντησαν ότι το όνειρο τους

είναι να «γίνουν κάτοχοι διαβατηρίου». Καθόλου περίεργο. Πέρυσι το αμερικανικό

προξενείο στην Κωνσταντινούπολη ανακοίνωσε ότι θα δεχθεί χίλιες αιτήσεις

μετανάστευσης ειδικευμένου εργατικού δυναμικού από την Τουρκία. Ο αριθμός των

αιτήσεων που υποβλήθηκαν έφθασε κοντά στο ενάμισι εκατομμύριο. Ο αντιπρόεδρος

του κυβερνώντος κόμματος (Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) Μιρ Ντενγκίρ Φιράτ δήλωσε

πριν από λίγον καιρό ότι ο αριθμός των ανέργων στην Τουρκία ανέρχεται σε

δεκαπέντε εκατομμύρια.

«Επικαιρότητα»

Θα σας παραπληροφορούσα, όμως, αν διατεινόμουν ότι αυτά είναι τα πράγματα της

«επικαιρότητας» στην Τουρκία. Κάτι τέτοια απασχολούν μια το πολύ δύο ημέρες. H

επικαιρότητα αυτόν τον καιρό λόγου χάρη περιστρέφεται γύρω από την αύξηση των

εξαγωγών αυτοκινήτων εγχώριας παραγωγής (Ρενό, Φίατ), αλλά και τον

τετραπλασιασμό εισαγωγών αυτοκινήτων πολυτελείας, την ποικιλία των

κεφαλόδεσμων της κυρίας Ερντογάν, την πτώση της τιμής του δολαρίου (από ένα

εκατομμύριο επτακόσιες σε ένα εκατομμύριο τετρακόσιες χιλιάδες λίρες), που η

κυβέρνηση παρουσιάζει ως ενδυνάμωση της τουρκικής λίρας, ενώ ο κόσμος κουνάει

το κεφάλι του με νόημα «κάποιοι μετατρέπουν τώρα τις λίρες τους σε δολάρια και

θα πλουτίσουν ύστερα από μερικούς μήνες».

«Ταξίδι διόρθωσης»

Το ταξίδι του πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν στη Μαλαισία και στο Πακιστάν (από

όπου επέστρεψε χθες), που ήταν έτσι κι αλλιώς διερευνητικό – στο πλαίσιο αυτό

και η αξίωσή του «να αναγνωρίσουν την κατεχόμενη Κύπρο» – επισκιάστηκε σαφώς

από την επίσκεψη του γενικού γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών Ουγούρ Ζιάλ

μαζί με τον υποστράτηγο Μπεκίρ Καλιοντζού στην Ουάσιγκτον – αυτό το «ταξίδι

διόρθωσης των σχέσεων», όπως το ονομάζει ο τουρκικός Τύπος, θα απασχολήσει

πολύν καιρό την Άγκυρα, η οποία καταβάλλει ταυτόχρονα προσπάθειες προσέγγισης

της Πολωνίας, ώστε να πάρει, αν γίνεται, κάποιο μερίδιο από την ανοικοδόμηση

του Ιράκ.

Εν κατακλείδι, η επικαιρότητα δεν αφήνει πολύ χρόνο για απασχόληση με

λιθοβολισμούς και τάσεις ομαδικής φυγής.