Τα σώματα των Ιρακινών ήταν σωριασμένα στο φορτηγάκι μπροστά μου, οι

στρατιωτικές μπότες κρέμονταν έξω, δίπλα καθόταν ένας στρατιώτης με τουφέκι.

Στον αυτοκινητόδρομο, αποσπάσματα στοίβαζαν χειροβομβίδες, το έδαφος

τρανταζόταν από τις αμερικανικές βόμβες. Η μάχη της Βαγδάτης μπήκε κιόλας στις

πρώτες της ώρες, μια σύγκρουση που όλα δείχνουν πως θα είναι βρώμικη και

βάναυση. Ακόμη και οι αστυνομικοί της πόλης έχουν σταλεί στο μέτωπο, οι

αξιωματικοί τους παρελαύνουν στους κεντρικούς δρόμους με περιπολικά,

κραδαίνοντας από τα παράθυρα καινούργια Καλάσνικοφ.

Τι να πει κανείς γι’ αυτό το έξαλλο, απρόσωπο – και, ναι, θαρραλέο – χάος; Ένα

φορτηγό που πάνω του ήταν στριμωγμένοι περισσότεροι από εκατό Ιρακινοί

στρατιώτες, πολλοί με μπλε στολές, όλοι τους με τουφέκια που γυάλιζαν κάτω από

τον πρωινό ήλιο, πέρασε από μπροστά μου με κατεύθυνση το αεροδρόμιο. Μερικοί

σχημάτισαν το σήμα της νίκης κοιτάζοντας προς το αυτοκίνητό μου. Δύο μίλια

παρακάτω, στο νοσοκομείο Γιαρμούκ, οι χειρουργοί στέκονταν στο πάρκινγκ με

ματωμένες στολές. Είχαν ήδη φροντίσει τους πρώτους τραυματίες στρατιώτες. Οι

Αμερικανοί έρχονται. Οι Αμερικανοί ισχυρίζονται ότι έχουν μπει στα προάστια

της Βαγδάτης. Αλήθεια, ή ψέματα με στόχο να προκαλέσουν πανικό, στην απέραντη

έκταση από άμμο, χώμα και φοινικιές είδα συστοιχίες από αντιαρματικούς

πυραύλους Sam-6 και πολλαπλούς εκτοξευτήρες πυραύλων Κατιούσα να περιμένουν

την προέλαση των Αμερικανών. Οι στρατιώτες ολόγυρά τους έμοιαζαν ήρεμοι,

κάποιοι από αυτούς κάπνιζαν στη σκιά των φοινικόδεντρων ή ρουφούσαν χυμό που

τους έφερναν οι κάτοικοι της Καντισίγιας, που τα σπίτια τους – ο Θεός να τους

βοηθήσει – βρίσκονται τώρα στη γραμμή του πυρός. Μα ύστερα είδα εκείνο το

άσπρο γιαπωνέζικο φορτηγάκι να περνάει από μπροστά μου. Στην αρχή νόμισα ότι

ήταν στρατιώτες που κοιμούνταν σκεπασμένοι με κουβέρτες. Μα ύστερα πρόσεξα πως

ήταν ο ένας πάνω στον άλλον – καμιά δεκαπενταριά – όλοι τους με βαριές μαύρες

στρατιωτικές μπότες που κρέμονταν έξω. Τα πρώτα θύματα των Αμερικανών για

εκείνη τη μέρα, στον δρόμο τους προς την αιώνια ανάπαυση.

Ομως, ένα πρωινό ταξίδι 35 λεπτών γύρω από τα προάστια μού έδειξε χθες ένα

πράγμα: πως οι Ιρακινοί είναι αποφασισμένοι να πολεμήσουν τους εισβολείς. Είδα

τα πυροβόλα των 155 χιλιοστών ολόγυρα στο κέντρο της πόλης, κοντά στις

σιδηροδρομικές γραμμές. Ένα πυροβόλο ήταν τοποθετημένο στην οδό Αμπού Ναουάς,

δίπλα στον Τίγρη, πάνω σε ένα φορτηγό με στρατιώτες που κρατούσαν τουφέκια και

φώναζαν συνθήματα υπέρ του Σαντάμ Χουσεΐν. Και όλη την ημέρα, οι αεροπορικές

επιδρομές συνεχίζονταν. Μπερδεύεται κανείς, ανάμεσα στη σκόνη και τον καπνό,

σε όλους αυτούς τους νέους στόχους και τους νέους θυλάκους της καταστροφής.

Ήταν άραγε αυτός ο σταχτής σωρός από συντρίμμια στην Καράντα ένα κτίριο χθες ή

μήπως είχε χτυπηθεί πριν από μία εβδομάδα; Το τηλεφωνικό κέντρο δέχθηκε και

άλλο πλήγμα. Το ίδιο και το τηλεπικοινωνιακό κέντρο στο Γιαρμούκ. Ύστερα

πρόσεξα κατά μήκος της γραμμής του μετώπου, εκεί όπου οι Ιρακινοί στρατιώτες

ετοιμάζονταν να γίνουν ήρωες ή «μάρτυρες» ή απλώς να επιβιώσουν – κάτι

προτιμότερο για τους πιο λογικούς στρατιώτες -, τους μικρούς κρατήρες που

είχαν ανοιχτεί στα παρτέρια με τα λουλούδια. Έστω και αργά, η Βαγδάτη

μετατρέπεται σε πεδίο μάχης.