Σε ετοιμότητα. Πυροσβέστες του Αμερικανικού Ναυτικού τρέχουν στο κατάστρωμα

του αεροπλανοφόρου «Θεόδωρος Ρούζβελτ» που βρίσκεται στην Αραβική Θάλασσα

Στις 21 Οκτωβρίου μια αμερικάνικη βόμβα σκότωσε 12 άτομα στην Καμπούλ,

συμπεριλαμβανομένων ενός άνδρα και των επτά παιδιών του που έπαιρναν πρωινό. Η

είδηση αυτή θύμισε ένα απόσπασμα από τον «Ήσυχο Αμερικανό», του Γκράχαμ Γκριν.

Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο Πάιλ, προβληματίζεται για τη σφαγή δέκα αθώων

σε μια πολυσύχναστη πλατεία της Σαϊγκόν, θυμάτων μιας βόμβας που προοριζόταν

για τους «κακούς».

«Δεν ήταν παρά θύματα πολέμου», λέει ο Πάιλ. «Είναι κρίμα, αλλά δεν μπορείς

πάντα να βρίσκεις τον στόχο. Το σίγουρο είναι ότι πέθαναν για μια δίκαιη

υπόθεση». Όταν ο αφηγητής τον ρωτά αν θα έλεγε τα ίδια στην περίπτωση που είχε

σκοτωθεί η ηλικιωμένη νοσοκόμα του, ο Πάιλ τον αγνοεί. Και προσθέτει: «Κατά

μία έννοια, πέθαναν για τη δημοκρατία».

Με τον ίδιο τρόπο αντιδρούν στις ειδήσεις για θανάτους αμάχων οι «Πάιλ» της

εποχής μας, οι Ράμσφελντ και οι Τσέινι. Κι εγώ θυμάμαι μια φράση που μου είχε

πει ο καλύτερος φίλος του Νέλσον Μαντέλα, ο Ουόλτερ Σισούλου, λίγες ημέρες

πριν κλείσει τα 80 του χρόνια. Του είχα ζητήσει να συμπυκνώσει σε μια φράση

αυτά για τα οποία πάλεψε επί 60 χρόνια. Κι εκείνος απάντησε: «Ο απλός

σεβασμός. Αυτό είναι όλο. Ο απλός σεβασμός».

Η ανάγκη να σε σέβονται ­ όχι να σε θαυμάζουν ούτε να σε κολακεύουν ή να σου

παρέχουν προνόμια, απλώς να σε σέβονται ­ αποκτά σήμερα τη μορφή βιολογικής

ανάγκης. Όταν δεν σε σέβονται, όταν αυτό που προσλαμβάνεις είναι περιφρόνηση,

τότε πρώτα πικραίνεσαι και ύστερα θυμώνεις. Κι όταν θυμώνεις, μπορεί να κάνεις

τρομερά πράγματα. Όπως το να δώσεις τέλος στη ζωή χιλιάδων ανθρώπων τους

οποίους δεν γνωρίζεις.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα έλλειψης σεβασμού ήταν οι αντιδράσεις τόσο του

Μπιλ Κλίντον όσο και μελών της κυβέρνησής του στους βίαιους θανάτους

Παλαιστινίων και Ισραηλινών. Όταν σκοτωνόταν ένας Ισραηλινός, οι άνθρωποι του

Κλίντον κατήγγελλαν την τρομοκρατία. Όταν σκοτωνόταν ένας Παλαιστίνιος,

ζητούσαν από όλες τις πλευρές να καθήσουν σε ένα τραπέζι και να συζητήσουν. Ο

κανόνας αυτός ήταν τόσο βαθιά ριζωμένος στην Ουάσιγκτον, που κανείς δεν

έδειχνε καν να τον προσέχει.

Ένα άλλο εξίσου εμπρηστικό παράδειγμα αμερικανικής προκατάληψης είναι τα

στερεότυπα του Χόλιγουντ. Ποιος δεν θυμάται την ταινία «Αληθινά Ψέματα» του

Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ, όπου ο ήρωάς μας σκοτώνει 80 «Άραβες» που δεν έχουν

κατά σύμπτωση κανένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό; Η ταινία εκείνη είχε σπάσει τα

ταμεία. Αν βέβαια τα θύματα δεν ήταν Άραβες, αλλά ραβίνοι ή μαύροι των γκέτο,

το στούντιο θα είχε πυρποληθεί και έξαλλοι διαδηλωτές θα έκαιγαν δημοσίως

ομοιώματα του Σβαρτσενέγκερ.

Οι Άραβες είναι, προφανώς, ο τελευταίος λαός που το Χόλιγουντ αισθάνεται

ελεύθερο να προσβάλλει σε μαζική κλίμακα, είχε γράψει τότε ο Ράσελ Μπέικερ

στους «Νιου Γιορκ Τάιμς». Παλιότερα, υπήρχε και μια άλλη εθνότητα που όχι

μόνον οι Αμερικανοί, αλλά ολόκληρος σχεδόν ο κόσμος αισθάνονταν ελεύθεροι να

περιφρονούν και να προσβάλλουν: οι Αφρικάνερ. «Σχεδόν»: επειδή υπήρχε ένας

άνθρωπος που δεν αισθανόταν αυτή την ελευθερία. Ένας άνθρωπος που είχε

περισσότερους λόγους από οποιονδήποτε άλλον να μισεί τους Αφρικάνερ. Κι όμως,

τους σεβόταν και τους αντιμετώπιζε όπως ακριβώς ήθελε να αντιμετωπίζουν κι

αυτόν: με σεβασμό. Πρόκειται για τον Νέλσον Μαντέλα.

Έχει υποστηριχθεί πολλές φορές ότι οι διαπραγματεύσεις για τη Νότια Αφρική,

και ο ρόλος που έπαιξε ο Μαντέλα, αποτελούν παράδειγμα για τον κόσμο,

ιδιαίτερα μάλιστα αν συγκριθούν με τις αποτυχημένες προσπάθειες στη Μέση

Ανατολή και την εύθραυστη ειρηνευτική διαδικασία στη Βόρεια Ιρλανδία. Ποτέ δεν

έχει αναλυθεί, όμως, ο τρόπος με τον οποίο θα μπορούσε να ακολουθηθεί το

παράδειγμα του Μαντέλα. Ίσως επειδή κάθε σύγκρουση έχει τη δική της ιστορία,

τη δική της σύνθετη δυναμική. Αυτό είναι αλήθεια και για τη Νότια Αφρική. Αν

όμως ο Μαντέλα δεν έδειχνε σεβασμό για τους αντιπάλους του, είναι βέβαιο ότι η

χώρα του δεν θα είχε αποφύγει την αιματοχυσία.

Τώρα που η τρομοκρατία κτύπησε στην καρδιά της, η Αμερική δεν μπορεί να

συνεχίσει να συμπεριφέρεται σαν τον ήρωα του βιβλίου του Γκράχαμ Γκριν. Πρέπει

να μάθει να μπαίνει στη θέση των αντιπάλων της. Την επόμενη φορά που μια βόμβα

θα πέσει σε ένα σπίτι της Καμπούλ, θα ήταν χρήσιμο ο Μπους και οι άνθρωποί

του, μαζί με τους διευθυντές των εφημερίδων, τους σκηνοθέτες και όλους τους

άλλους, να κάνουν μια παύση και να αναλογιστούν πώς θα αισθάνονταν αν οι

νεκροί ήταν ένας Αμερικανός πατέρας και τα επτά παιδιά του.

Ο Τζον Κάρλιν υπήρξε για χρόνια ανταποκριτής της «Ιντιπέντεντ» στη Νότια

Αφρική και σήμερα αρθρογραφεί στην «Ελ Παΐς».