Η ισχυρή μειοψηφία των ενόρκων, που μετείχαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και
είχαν πιστέψει ότι ο Αβραάμ Λεσπέρογλου δεν ήταν ο δράστης της δολοφονικής
επίθεσης εις βάρος του αστυνομικού Γιώργου Ψαρουδάκη, μετατράπηκε σε οριακή
πλειοψηφία, στο Μεικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας, και με τη δική τους ψήφο
έκριναν αθώο τον κατηγορούμενο.
|
Αβραάμ Λεσπέρογλου. Χαμογελαστός και συγκινημένος άκουσε την αθωωτική απόφαση, που «ακύρωνε» την πρωτόδικη κάθειρξη των 17 ετών
|
Οι ισορροπίες ανατράπηκαν υπέρ του κατηγορουμένου, αφού κατά τη διάρκεια της
τριήμερης αποδεικτικής διαδικασίας κανένας από τους τέσσερις ενόρκους δεν
βεβαιώθηκε πως ο άνθρωπος που βρισκόταν απέναντί τους στο εδώλιο του
κατηγορουμένου ήταν ένοχος.
Ούτε η βεβαιότητα του αστυνομικού – θύματος που αναγνώρισε στο πρόσωπο του Α.
Λεσπέρογλου τον δράστη της επίθεσης, ούτε η κατάθεση του οδηγού του
περιπολικού που βρέθηκε εκείνο το βράδυ κοντά στον κατηγορούμενο, ούτε η
ομολογία των δύο φερόμενων ως συνεργών του, που τον είχαν κατονομάσει από την
πρώτη στιγμή, αλλά ούτε και η πρόταση επί της ενοχής του εισαγγελέα της έδρας
κατάφεραν να κλονίσουν την πεποίθηση των ενόρκων.
Στη δική τους συνείδηση μέτρησε, όπως αποδείχθηκε, περισσότερο η απολογία του,
κατά τη διάρκεια της οποίας ο κατηγορούμενος αρνήθηκε ότι είχε σχέση με το
περιστατικό της 24ης Οκτωβρίου 1982, υποστηρίζοντας ότι είχε δώσει την
ταυτότητά του σε Παλαιστίνιο για να μπορεί να κινείται άνετα στη χώρα μας.
Η ψήφος των ενόρκων αποδείχθηκε τελικά σωτήρια για τον Α. Λεσπέρογλου, ο
οποίος σε πρώτο βαθμό είχε καταδικαστεί σε κάθειρξη 17 ετών, καθώς οι τρεις
τακτικοί δικαστές που μετείχαν στη σύνθεση του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου της
Αθήνας είχαν αντίθετη άποψη, θεωρώντας ότι ο κατηγορούμενος ήταν ο ένοχος.
Στο άκουσμα της λέξης «αθώος» φάνηκε να εκπλήσσεται ακόμη και ο ίδιος ο
κατηγορούμενος, ο οποίος συγκινήθηκε, ενώ οι φίλοι και σύντροφοί του, που ήταν
παρόντες στη δικαστική αίθουσα, ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Χειροκρότησαν όχι
μόνο το τέλος μιας από τις δικαστικές περιπέτειες του Α. Λεσπέρογλου, αλλά
κυρίως τους ενόρκους που κατάφεραν, όπως έλεγαν, να ξεπεράσουν τον «μύθο περί
τρομολαγνίας» και να αντιμετωπίσουν την υπόθεση στις πραγματικές της
διαστάσεις.
Η διάσκεψη
Είκοσι περίπου λεπτά διήρκεσε η διάσκεψη των δικαστών, πριν από την έκδοση της
ετυμηγορίας τους. Η πρόταση του εισαγγελέα για την καταδίκη του Α. Λεσπέρογλου
ηχούσε ακόμη στα αυτιά τους.
Στον κυρίαρχο ρόλο των ενόρκων στάθηκαν και οι υπερασπιστές του
κατηγορουμένου, οι οποίοι χαρακτήρισαν θαρραλέα και νομικά ορθή την αθωωτική
απόφαση. Οι κ.κ. Σπ. Φυτράκης, Αναστασία Χριστοδουλοπούλου και Ιω. Ραχιώτης
επισήμαναν ότι «η παρουσία των ενόρκων υπογραμμίζει την αναγκαιότητα του
θεσμού, προκειμένου το δίκαιο να μην εκφέρεται ως βία και η νομιμότητα ως
σκοπιμότητα».
Ωστόσο, παρά την αθώωσή του, ο Α. Λεσπέρογλου οδηγήθηκε πίσω στις φυλακές του
Κορυδαλλού όπου κρατείται από τον Δεκέμβριο του 1999, καθώς συνελήφθη στο
Αεροδρόμιο ύστερα από 17 χρόνια φυγοδικίας. Εκτίει ποινή φυλάκισης 3 ετών και
6 μηνών, που του έχει επιβληθεί από το Στρατοδικείο για ανυποταξία, καθώς και
μία ακόμη τριετή ποινή φυλάκισης από το Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της
Αθήνας για την παράνομη είσοδό του στη χώρα.
Σύντομα όμως, ο Α. Λεσπέρογλου θα κληθεί και πάλι να υπερασπιστεί τον εαυτό
του, καθώς εκκρεμούν σοβαρές κατηγορίες που αφορούν τη συμμετοχή του στη
δολοφονία του εισαγγελέα Γιώργου Θεοφανόπουλου, στη ληστεία χρηματαποστολής
έξω από το σούπερ – μάρκετ Σκλαβενίτης, όπου σκοτώθηκαν δύο ιδιωτικοί
αστυνομικοί και στη συμπλοκή στην περιοχή του Γκύζη κατά τη διάρκεια της
οποίας είχαν σκοτωθεί τρεις αστυνομικοί και ο Χρήστος Τσουτσουβής. Για όλες
όμως αυτές τις κατηγορίες έχει ήδη αθωωθεί αμετάκλητα ο φερόμενος ως συνεργός
του σε αυτές τις υποθέσεις Γιώργος Μπαλάφας.








