Η συνεχής απαξίωση της Σοφοκλέους, με την απομάκρυνση του επενδυτικού

κοινού και την πρωτοφανή πτώση του Γενικού Δείκτη, θα μπορούσε να ξεπεραστεί ­

και γρήγορα μάλιστα ­ με την ενσωμάτωση του ελληνικού Χρηματιστηρίου σε μιαν

από τις συμμαχίες που συνάπτονται στις ευρωπαϊκές χρηματαγορές, σύμφωνα με

πηγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που παρουσίασε, χθες, σχετική έκθεση.

Η Επιτροπή παρουσίασε, εξάλλου, χθες, σειρά μέτρων για τον στενότερο

συντονισμό της οικονομικής πολιτικής των κρατών-μελών της ζώνης του ευρώ.

Σύμφωνα με κοινοτικούς αξιωματούχους, το ελληνικό Χρηματιστήριο, το οποίο

αντιμετωπίζει ίσως τη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας του (έχασε 3.000 μονάδες

σ’ ένα χρόνο), «θα πρέπει γρήγορα να αποκτήσει ευρωπαϊκή χροιά», για να

μπορέσει να ενσωματωθεί σ’ έναν από τους μεγάλους χρηματιστηριακούς πόλους που

δημιουργούνται στην Ευρώπη των «15». Ο ένας πόλος είναι η λεγόμενη Euronext

που ανακοινώθηκε ήδη από πέρσι και συμπεριλαμβάνει την ενοποίηση των

Χρηματιστηρίων των Βρυξελλών, Παρισίων και Άμστερνταμ, και ο άλλος είναι τα

Χρηματιστήρια του Λονδίνου και της Φρανκφούρτης, όπου, όμως, το σκηνικό είναι

θολό.

Στις διαδικασίες ενοποίησης των Χρηματιστηρίων έχει εκφράσει ενδιαφέρον

συμμετοχής και η ελληνική κυβέρνηση, συζητώντας, μάλιστα, την πρόσδεση της

Σοφοκλέους στον δεύτερο πόλο, όπως είχε αποσαφηνίσει ο κ. Παπαντωνίου από τη

Σύνοδο Κορυφής της Λισαβώνας.

Τραπεζικό σύστημα

Σύμφωνα με κοινοτικές πηγές, η Ελλάδα καλείται να επιταχύνει τις

μεταρρυθμίσεις με τριπλάσιους ρυθμούς απ’ ό,τι οι άλλες χώρες, καθώς

θεωρούνται αναγκαία η πλήρης εξυγίανση και ο εκσυγχρονισμός του τραπεζικού

συστήματος. Λόγου χάρη, η αξία της μετοχής της Εθνικής ή της Πίστεως, έλεγε η

ίδια πηγή, δεν μπορεί πλέον (με την Ελλάδα στην ΟΝΕ) να συγκρίνεται με

ελληνικές τράπεζες αλλά με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές.

Παράλληλα, είναι αδιανόητο να παραμένει το επενδυτικό κοινό στη χώρα μας

μακριά από τις υπηρεσίες που προσφέρουν η νέα τεχνολογία και το Ίντερνετ.

Είναι χαρακτηριστικό, π.χ., ότι στο Βέλγιο, που έχει τον ίδιο πληθυσμό με την

Ελλάδα, υπολογίζεται ότι είναι περισσότεροι από 500.000 οι επενδυτές που

πραγματοποιούν τις συναλλαγές τους με το Χρηματιστήριο μέσω Ίντερνετ ενώ στην

Ελλάδα υπολογίζεται ότι είναι μόνο 30.000. Αλλά αν το έλλειμμα της χώρας μας

σε τεχνογνωσία είναι ένα από τα μεγάλα μειονεκτήματα, το άλλο θεωρείται η

έλλειψη διαφάνειας του ελληνικού Χρηματιστηρίου που επέτρεψε σε

μετοχές-φούσκες να κάνουν ανεξέλεγκτα την εμφάνισή τους και να παρασύρουν το

επενδυτικό κοινό, με όσες συνέπειες είδαμε στο ταμπλό της Σοφοκλέους.

Συντονισμός πολιτικών

Οι κανόνες διαφάνειας σ’ όλο το φάσμα της οικονομικής πολιτικής των χωρών της

ζώνης του ευρώ είναι το ζητούμενο, σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν.

Συγκεκριμένα, η έκθεση προτείνει: τα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ να

ενημερώνουν εκ των προτέρων την Επιτροπή και τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωομάδας

(Eurogroup) για τα σημαντικά μέτρα εθνικής οικονομικής πολιτικής και τα βασικά

σημεία των προγραμμάτων σταθερότητάς τους. Θα πρέπει, όπως είπε ο κ. Σόλμπες,

να διεξάγεται τακτικότερα διάλογος μεταξύ της Ευρωομάδας, της Ευρωπαϊκής

Κεντρικής Τράπεζας και της Επιτροπής.

Το Χρηματιστήριο στη Σοφοκλέους

Η μετοχή του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης

στον… εαυτό του από τις 21 Αυγούστου 2000. Για να γίνει εφικτή η εισαγωγή

αυτή δημιουργήθηκε μία εταιρεία Συμμετοχών (holding) με την επωνυμία «Ελληνικά

Χρηματιστήρια Ανώνυμη Εταιρεία Συμμετοχών» (ΕΧΑΕ) τον Μάρτιο του 2000.

Η εταιρεία αυτή συγκεντρώνει την οικονομική αξία που δημιουργείται από τη

δραστηριότητα της θυγατρικής της εταιρείας Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών Α.Ε.

(ΧΑΑ) την οποία ελέγχει με ποσοστό 100%. Τα έσοδα της ΕΧΑΕ αποτελούνται από το

μέρισμα που διανέμει η εταιρεία ΧΑΑ Α.Ε..

Η εισαγωγή του Χρηματιστηρίου στο Χρηματιστήριο έγινε με δημόσια εγγραφή της

ΕΧΑΕ τον Ιούλιο του 2000, η οποία υπερκαλύφθηκε 7,8 φορές. Τα καθαρά έσοδα της

έκδοσης ήταν 12.516.727.061 δραχμές και η μετοχή της εταιρείας

διαπραγματεύεται στην Κύρια Αγορά από τις 21/8/2000.

Η ΕΧΑΕ έχει μετοχικό κεφάλαιο ύψους 90,3 δισ. δραχμών και η τιμή της μετοχής

έκλεισε χθες στα 9,3 ευρώ ή στις 3.168 δραχμές. Ο λόγος τιμής προς κέρδη (Ρ/Ε)

υπολογίζεται σε 5,2.