Πρωταγωνιστές διαρρήξεων και ένοπλων ληστειών σε Τράπεζες. «Επώνυμοι» στα

αρχεία της Ασφάλειας από κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που «σημάδεψαν» την

κακοποιό τους πορεία. Ήταν διαφορετικοί και ξεχώρισαν από τον τρόπο δράσης

τους στις δεκάδες εξορμήσεις τους σε σπίτια και υποκαταστήματα Τραπεζών, από

τη συμπεριφορά τους απέναντι στα θύματα, από την εμφάνισή τους ακόμα και από

τα όσα ισχυρίσθηκαν για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους.

Από τον γραφικό διαρρήκτη της γενιάς των «σέβεντις», τον διαβόητο Αυτιά μέχρι

τους δράστες ένοπλων ληστειών αρχηγούς συμμοριών των ’90’ς.

Το τέλος της διαδρομής για όλους ήρθε με τη σύλληψή τους. Ο μεν «Αυτιάς»

έπειτα από ένα διάλειμμα μετανοίας επέστρεψε στις φυλακές, ενώ οι άλλοι

εκτίουν την ποινή τους.

Ένα ακόμα πρόσωπο που απασχόλησε την κοινή γνώμη στα μέσα της δεκαετίας του

1980 σε μια από τις μεγαλύτερες υποθέσεις τοκογλυφίας στη χώρα μας ο Γιώργος

Γούκος, μετά την αποφυλάκισή του έκανε μεγάλη στροφή για να αλλάξει τη ζωή

του. Εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και σήμερα εργάζεται οδηγός ταξί.

Έστηνε… αυτί πριν από τη διάρρηξη

Η επαγγελματική του σταδιοδρομία, σε σπίτια δεκάδων Αθηναίων χαρακτηρίσθηκε με

ένα παρατσούκλι. Ο «Αυτιάς». Ακουμπούσε το αυτί του στην πόρτα των

διαμερισμάτων που επρόκειτο να διαρρήξει. Αν έπιανε κάποιο θόρυβο που φανέρωνε

ότι οι ένοικοι ήταν μέσα στο σπίτι, έφευγε. Όταν σιγουρευόταν ότι δεν υπήρχε

περίπτωση να βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με τους ενοίκους, προχωρούσε στο τελικό

στάδιο. Έσπαγε την κλειδαριά, έμπαινε στο σπίτι και το άδειαζε.

Ποτέ του δεν είχε κρατήσει όπλο, ούτε καν μαχαίρι. Στις επισκέψεις του στα

σπίτια πήγαινε κρατώντας μια τσάντα με διαρρηκτικά εργαλεία και φορώντας

χειρουργικά γάντια για να μην αφήνει αποτυπώματα. Το μόνο ίχνος που έμενε από

το πέρασμα του ήταν το αποτύπωμα του αυτιού του. Από το… αυτί τον βρήκαν

αστυνομικοί τής τότε Ασφάλειας προαστίων, τον συνέλαβαν και του έμεινε το παρατσούκλι.

Ο «Αυτιάς», κατά κόσμον Γεράσιμος-Μάκης Περδικάρης είναι ένας από τους

τελευταίους της γενιάς των γραφικών διαρρηκτών.

Συνειδητά, δεν χρησιμοποιούσε βία. Από το 1975 που άρχισε τις διαρρήξεις μέχρι

το 1983 που συνελήφθη, στις 200 εξορμήσεις του σε σπίτια ούτε απείλησε ούτε

συνεπλάκη ποτέ με κάποιον από τους ενοίκους.

Σε μια από τις διαρρήξεις, δεν πρόσεξε και η ένοικος μια νεαρή γυναίκα ήταν

μέσα στο σπίτι. Αιφνιδιάστηκε όταν την είδε, αλλά πρόλαβε και «κάλυψε» το

λάθος του. Της είπε ότι ήταν υδραυλικός και ότι τον είχαν φωνάξει για κάποια

βλάβη στους σωλήνες.

Για τη δράση του ο Περδικάρης καταδικάσθηκε σε κάθειρξη 17 ετών και αφού

εξέτισε ποινή δώδεκα ετών αποφυλακίσθηκε στα τέλη του 1992.

Μετά την αποφυλάκισή του προσπάθησε να ανοίξει νέα σελίδα στη ζωή του και

αναζήτησε καταφύγιο στη θρησκεία.

Το 1995, όμως, συνελήφθη στη Λάρισα για κλοπή, καταδικάσθηκε και πήρε πάλι τον

γνωστό δρόμο για τις φυλακές.

Οι πρώτοι που επικηρύχθηκαν

Το δίδυμο. Οι πρώτοι ληστές τραπεζών «ο ψηλός και ο κοντός» που επικηρύχθηκαν

για τις πολλές επιθέσεις τους σε υποκαταστήματα


Άρλνολντ Σβαρτζενέγκερ – Ντάνι ντε Βίτο στις κινηματογραφικές οθόνες,

ψηλός-κοντός στα «βίντεο-κλιπ» με σκηνές από ένοπλες ληστείες υποκαταστημάτων

Τραπεζών της Αθήνας. Όπως και στην ταινία, στο δίδυμο της Αθήνας πάλι ο κοντός

ήταν ο πονηρός και είχε το πάνω χέρι, στις ένοπλες επιδρομές σε υποκαταστήματα τραπεζών..

Ένα αταίριαστο στην εμφάνιση ντουέτο ληστών, που από τον Δεκέμβριο του 1993

μέχρι τον Φεβρουάριο του 1995 είχε λεηλατήσει 14 υποκαταστήματα τραπεζών και

ένα ταχυδρομικό ταμιευτήριο περιοχών της πρωτεύουσας.

Με ύψος 1.60 ο Φλωρος – Θεόδωρος Βασιλακάκης 46 χρόνων, γυμνασμένος και

ευκίνητος, 1.80 με άτσαλο βάδισμα, όπως χαρακτηριστικά τον περιέγραφαν

αυτόπτες μάρτυρες, ο 24χρονος συνεργός του Μάριος Χατζής. Τις ληστρικές

επιχειρήσεις και τους στόχους σχεδίαζε και επέλεγε ο κοντός, ο οποίος είχε και

το γενικό πρόσταγμα στις επιδρομές. Αρκετές φορές υπάλληλοι και πελάτες των

Τραπεζών τον είχαν ακούσει να φωνάζει στον συνεργό του, όταν καθυστερούσε:

«Λετς γκόου, ρε. Άντε κουίκλι».

Πονοκέφαλος για τους αρμόδιους των Τραπεζών, ήταν οι πρώτοι ληστές που

επικηρύχθηκαν με το ποσό των 30.000.000 δρχ.

Για τους γείτονές του ο Θεόδωρος Βασιλακάκης, παντρεμένος και πατέρας δύο

παιδιών ήταν ο οικογενειάρχης τής διπλανής πόρτας. Ιδιοκτήτης καταστήματος

επίπλων, μέχρι που έπεσε έξω, τον «έπνιξαν» τα χρέη και όπως ισχυρίσθηκε ο

ίδιος για να τα ξοφλήσει, άρχισε τις ληστείες.

Από τα κέρδη των «τραπεζικών επιχειρήσεων», ένα μέρος πήγε στο Δημόσιο Ταμείο

για την εξόφληση των χρεών του, ενώ τα περισσότερα όπως φαίνεται «επενδύθηκαν»

σε στοιχήματα του Ιπποδρόμου και σε χαρτοπαιχτικές λέσχες.

Το δίδυμο «χώρισε» μετά τη σύλληψη και τη δίκη και ο καθένας πήρε τον δρόμο

του για να εκτίσει την ποινή του στις φυλακές.

Ο σούπερ τοκογλύφος έγινε ταξιτζής στην Αμερική

Ο ταξιτζής. Πρώην ιδιοκτήτης παρατράπεζας ο Γιώργος Γούκος σήμερα εργάζεται

ταξιτζής στη Νέα Υόρκη


Το όνομά του έγινε συνώνυμο με την τοκογλυφία. Γιώργος Γούκος πρωταγωνιστής σε

μια από τις μεγαλύτερες υποθέσεις τοκογλυφίας που έχουν αποκαλυφθεί στη χώρα

μας. Ένα οικονομικό σκάνδαλο που συγκλόνισε την κλειστή κοινωνία των Ιωαννίνων

και σημαδεύθηκε με μια αυτοκτονία.

Ένα αλισβερίσι, με δανειστές δανειζόμενους, με περιουσίες οι οποίες

εξανεμίζονταν από τους τόκους, κρυβόταν σε ένα «πριβέ» δωμάτιο καταστήματος

καθαρισμού χαλιών στα Ιωάννινα. Ο άνθρωπος που κατηγορήθηκε ότι κινούσε τα

νήματα, ο μεσάζων μεσολαβητής, ήταν ο ιδιοκτήτης του Γιώργος Γούκος.

Μια «επιχείρηση» που ξεκίνησε από τις χαρτοπαιχτικές λέσχες και μέσα σε ένα

χρόνο είχε απλωθεί στην πόλη.

Ο τζίρος του κυκλώματος από τον κύκλο των τοκογλυφικών συναλλαγών είχε

υπολογισθεί ότι έφτανε το 1 δισ.

Μέχρι που έσπασε η αλυσίδα και έσκασε η βόμβα. Ο 30χρονος Γιώργος Γούκος έβαλε

λουκέτο και στα τέλη Αυγούστου του 1986 εγκατέλειψε την πόλη και κατέφυγε

αρχικά στην Ιταλία και στη συνέχεια στη Γερμανία.

Οι συγκλονιστικές αποκαλύψεις άρχισαν δυο ημέρες αργότερα με την αυτοκτονία

του Γιώργου Υφαντή. Οι εισαγγελικές Αρχές εξέδωσαν ένταλμα σύλληψης σε βάρος

του Γιώργου Γούκου και ενημερώθηκε η Ιντερπόλ.

Τρεις μήνες αργότερα ο Γούκος συνελήφθη κοντά στα σύνορα της Ελβετίας και

κρατήθηκε στις φυλακές έξι μήνες, μέχρι να ολοκληρωθεί η έκδοσή του στην Ελλάδα.

Στα δικαστήρια πήγε κατηγορούμενος για απάτη και τοκογλυφία. Καταδικάσθηκε για

την τοκογλυφία σε φυλάκιση πέντε χρόνων. Εξέτισε την ποινή του και μετά την

αποφυλάκισή του το 1989 έφυγε για την Αμερική.

Ο Γούκος έφυγε μόνος για τη Νέα Υόρκη, όπου έπιασε δουλειά ως οδηγός ταξί.

Αργότερα πήρε μαζί του και την οικογένειά του.

«Η ζωή στην Αμερικη είναι δύσκολη. Το ταξί δεν είναι δικό του, απλά εργάζεται

ως οδηγός», λέει ο πεθερός του. «Ο ένας του γιος σπουδάζει και η Στέλλα η

γυναίκα του δεν έχει μόνιμη δουλειά. Ίσα ίσα που τα φέρνουν βόλτα. Αυτά που

είχαν ειπωθεί τότε για χορό εκατομμυρίων, είναι υπερβολές. Ό,τι είχε του τα

πήραν. Ο Γιώργος αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας και δεν είναι η κατάλληλη

στιγμή να μιλήσει για το παρελθόν».

Ο ληστής συνελήφθη όταν έπεσε θύμα κλοπής

Με στυλ και… γοητεία. Καλοντυμένος με ακριβές καμπαρντίνες εμφανιζόταν στις

ένοπλες ληστείες σε τράπεζες, ο Παύλος Μπάτσιος


Καλοντυμένος και με στυλ. Σαν να είχε βγει από σελίδα περιοδικού μόδας. Ο

ληστής, που έφερε το επώνυμο ρούχο στις ληστείες και ανέτρεψε τους

ενδυματολογικούς κανόνες των ληστών τραπεζών. Οι ακριβές του καμπαρντίνες και

το προσεγμένο ντύσιμό του αντικατέστησαν τα φθηνά μπουφάν και τα χοντρά

πουλόβερ των άλλων συναδέλφων του.

«Γοητευτικός» στην εμφάνιση, ποτέ δεν είχε καλύψει το πρόσωπό του με κουκούλα.

«Νέος, με ωραίο βλέμμα» τον περιέγραφαν οι αυτόπτες μάρτυρες-θύματα των

ένοπλων ληστρικών εισβολών του στις Τράπεζες.

Και δεν ξεχώριζε μόνο για την εμφάνισή του, αλλά και για τους… καλούς του

τρόπους. Από όποιο υποκατάστημα περνούσε, δεν παρέλειπε φεύγοντας να

ευχαριστήσει ταμίες και πελάτες. «Εσάς αν σας έδιναν 18 εκατομμύρια δρχ. σε

τρία λεπτά, δεν θα λέγατε ένα ευχαριστώ στους ανθρώπους που σας

εξυπηρέτησαν;», θα εξηγήσει αργότερα στους δημοσιογράφους ο 29χρονος Παύλος

Αθ. Μπάτσιος.

Για τη «δουλειά» όμως που επέλεξε, η εντυπωσιακή του εμφάνιση ήταν μεγάλο

μειονέκτημα. Από τους άνδρες που δεν περνούν απαρατήρητοι, η γοητεία του τον

έκαψε. Οι αστυνομικοί της Ασφάλειας αξιοποιώντας τις μαρτυρίες κατάφεραν με

ευκολία να φτιάξουν το σκίτσο του και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ήταν

σεσημασμένος για κλοπές και για παραβάσεις του νόμου για ναρκωτικά, να τον εντοπίσουν.

«Μια τραγική ειρωνεία», όπως παραδέχθηκε ο ίδιος, τον έφερε στα χέρια της

Αστυνομίας. Έπεσε και αυτός θύμα κλοπής από έναν άγνωστο «συνάδελφό» του, που

του έκλεψε το αυτοκίνητο. Τη «Λάντσια» που είχε αγοράσει από τα «μεροκάματα»

στις Τράπεζες, εργαλείο της δουλειάς του στις μετακινήσεις του στα

υποκαταστήματα Τραπεζών.

Μόλις αντιλήφθηκε την κλοπή ο Μπάτσιος έγινε έξαλλος. Έτρεξε στο Αστυνομικό

Τμήμα της περιοχής, όπου διέμενε προσωρινά, για να καταγγείλει αγανακτισμένος

τον θρασύτατο κλέφτη.

Εκεί τον περίμενε μια έκπληξη. Οι αστυνομικοί που είχαν ειδοποιηθεί για τον

βίο και την πολιτεία του από τα κεντρικά της Ασφάλειας, τον υποδέχθηκαν με

μεγάλη ικανοποίηση. Πριν καλά καλά προλάβει να ανοίξει το στόμα του για να

καταγγείλει τον κλέφτη, του φόρεσαν χειροπέδες και τον οδήγησαν στο Αστυνομικό

Μέγαρο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας.

Ανοιχτοχέρης με ιδιαίτερη αδυναμία στο ωραίο φύλο, με την ίδια ευκολία που

«κέρδιζε» τα χρήματα έτσι και τα σκορπούσε. Ακριβά δώρα, μεγάλη ζωή σε

νυχτερινές διασκεδάσεις και ναρκωτικά, από τα 48.000.000 δρχ. που είχε βγάλει

μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο από τις πέντε ληστείες σε υποκαταστήματα

Τραπεζών στην Αθήνα και των ΕΛΤΑ Χανίων, δεν του έμεινε δραχμή.

«Τι να κάνω. Η κοινωνία μας είναι πολύ ακριβή. Τα λεφτά γίνονται αέρας».

Πριν περάσει το κατώφλι των φυλακών έκανε τσουχτερές παρατηρήσεις για τα

συστήματα ασφάλειας στις Τράπεζες. «Δεν παίρνουν μέτρα. Η τραπεζική ασφάλεια

στην Ελλαδα είναι μηδέν. Μόνο εγώ έκανα ληστείες; Εδώ κοντεύει ο μισός

πληθυσμός να κάνει ληστείες σε Τράπεζες».

Ο Ρομπέν των Τραπεζών

Ο Ρομπέν. Έκλεβε τα χρήματα από τους πλούσιους και τα έδινε στους φτωχούς.

Ληστής τραπεζών από… φιλανθρωπία όπως ισχυρίσθηκε ο Κώστας Πολυδώρου

Είχε άποψη: «Η κοινωνία μας είναι άδικη και σκληρή. Όπου και να γυρίσεις

στην Ελλάδα, βρίσκεις φτωχούς ανθρώπους». Ο οδοντοτεχνίτης Κώστας Πολυδώρου

και η συμμορία του αποφάσισαν, στις αρχές της δεκαετίας του ’90 να κάνουν τη

δική τους… ανακατανομή του εισοδήματος.

Με τις καραμπίνες στα χέρια έμπαιναν σε υποκαταστήματα Τραπεζών,

ακινητοποιούσαν υπαλλήλους και πελάτες και λεηλατούσαν τα ταμεία.

«Για να ελαφρύνω τη συνείδησή μου, από τις τύψεις και τις ενοχές, μοίραζα

τα χρήματα στους φτωχούς», είπε κατόπιν για τα 87 εκατ. που άρπαξε από τον

Νοέμβριο του ’92 έως και τον Ιούνιο του ’93. Παρά τις έρευνες της Αστυνομίας,

δεν βρέθηκε ούτε δραχμή από αυτό το ποσό.

Καταδικάσθηκε σε 20 χρόνια κάθειρξης και σήμερα εκτίει την ποινή του στις

φυλακές Αγιάς Χανίων. Το χρέος μου προς την πολιτεία το εξόφλησα,

επαναλαμβάνει συνεχώς στον δικηγόρο του και φαίνεται αποφασισμένος να αλλάξει

ζωή όταν θα αποφυλακισθεί.