Η «μάχη» που γίνεται στην αλευροβιομηχανία έχει οδηγήσει στα τελευταία 10

χρόνια σε λουκέτο περισσότερους από 1.000 κυλινδρόμυλους. Οι «μεγάλοι» κάνουν

προσφορές προς τους αρτοποιούς με εκπτώσεις που φθάνουν ενίοτε και το 20%,

επεκτείνονται και προχωρούν σε εξαγορές στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ οι

μικροί συρρικνώνονται και χάνονται. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 στην

Ελλάδα λειτουργούσαν 1.300 μύλοι. Σήμερα λειτουργούν 150.


Ποσοστό 77% των αλεύρων χρησιμοποιείται στην αρτοποιία ενώ μόνο το 9% γίνεται

αρτοσκευάσματα και μπισκότα και ένα 5% γίνεται η πρώτη ύλη για συσκευασμένα

προϊόντα που προορίζονται για οικιακή χρήση

Η αρχή έγινε με τη στροφή στην κατανάλωση άλλων τύπων αλεύρου, τυποποιημένου

ψωμιού και παραγωγή αρτοσκευασμάτων που μπήκαν σιγά σιγά στην αγορά. Η

κατάσταση αυτή έπληξε όλο τον κλάδο, ακόμα και τις μεγάλες αλευροβιομηχανίες.

Η κατανάλωση, που αρχικά έφθανε το ένα εκατομμύριο τόνους αλεύρου ετησίως,

έπεσε στους 740.000-750.000 τόνους. Οι εξαγωγές φθάνουν περίπου τους 50.000

τόνους και από αυτούς το μεγαλύτερο μέρος οδεύει στην Αλβανία.

Στο κλίμα αυτό, οι μεγαλύτερες αλευροβιομηχανίες άρχισαν τις επεκτάσεις στα

Βαλκάνια, που αναδεικνύονται σε «χρυσή» περιοχή. Παράλληλα, οι μεγάλοι του

κλάδου ανταγωνίζονται με τους μικρότερους αλλά και μεταξύ τους, με προσφορές

στις τιμές προς τους αρτοποιούς, διευκολύνσεις στην εξόφληση, δώρα κ.λπ. Οι

μεγάλες επιχειρήσεις επίσης «καθετοποιούν» την παραγωγή τους, με επεκτάσεις

και εξαγορές σε συγγενικούς κλάδους (όπως για παράδειγμα τα ζυμαρικά, τα

σκευάσματα κ.λπ.).

Οι πρωταγωνίστριες

Οι αλευροβιομηχανίες που πρωτοστατούν στις επεκτατικές κινήσεις προς τα

Βαλκάνια ή αυξάνουν τις εξαγωγικές τους επιδόσεις στις περιοχές αυτές, είναι

κυρίως οι μεγαλύτερες του κλάδου οι οποίες είναι και εισηγμένες στο

Χρηματιστήριο Αθηνών. Δηλαδή, οι Μύλοι Αγ. Γεωργίου, οι Κυλινδρόμυλοι Λούλη, η

Αλλατίνη, οι Κυλινδρόμυλοι Σαραντόπουλου κ.λπ. Οι ίδιες εταιρείες

πραγματοποιούν συνεργασίες με εταιρείες συγγενικών κλάδων, όπως στα ζυμαρικά

και τα αρτοσκευάσματα.

Οι μεγαλύτερες επενδύσεις των ελληνικών εταιρειών έχουν γίνει στη Ρουμανία και

την Αλβανία. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι εταιρείες αναζητούν τρόπους να

ισχυροποιηθούν στις ίδιες περιοχές και ειδικότερα τη Ρουμανία, αλλά και τη Βουλγαρία.

Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1980 στην ελληνική επικράτεια λειτουργούσαν

περίπου 1.300 μύλοι. Σήμερα λειτουργούν περίπου 150. Από την παραγωγή τους, το

68% είναι άλευρα αρτοποιίας (τύπου 70%), το 14% είναι άλευρα τύπου Μ από

σκληρό σιτάρι και το 8% είναι άλευρα τύπου 55% (super ή παραλλαγές).

Πού κατευθύνεται

Έτσι κι αλλιώς το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής παραγωγής γίνεται η πρώτη ύλη

για τους αρτοποιούς. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, ποσοστό 77% των αλεύρων

χρησιμοποιείται στην αρτοποιία ενώ μόνο το 9% γίνεται αρτοσκευάσματα και

μπισκότα και ένα 5% γίνεται η πρώτη ύλη για συσκευασμένα προϊόντα που

προορίζονται για οικιακή χρήση. Το υπόλοιπο μέρος χρησιμοποιείται στην

παραγωγή φύλλων κρούστας, σφολιάτα, πίτες, φύλλα κ.λπ.

Οι πιο μεγάλες μονάδες στην Ελλάδα είναι αυτές που διαχειρίζονται οι Μύλοι Αγ.

Γεωργίου και οι Κυλινδρόμυλοι Λούλη. Με δυναμικότητα 500 τόνους άλεσης έχουν

τη μεγαλύτερη παραγωγή. Ακολουθούν εταιρείες όπως η Αλλατίνη, οι Κυλινδρόμυλοι

Σαραντόπουλος, οι Κυλινδρόμυλοι Κρήτης, οι Μύλοι Θράκης, οι Κυλινδρόμυλοι

Χαλκιδικής, οι Μύλοι Βοιωτίας, οι Μύλοι Αφών Μαρρά, οι Μύλοι Κεπενού, η

Agroinvest κ.λπ. με παραγωγή 200-500 τόνους αλεύρου ημερησίως.

Ανοίγματα

Οι συγχωνεύσεις ξεκίνησαν με την εξαγορά των εταιρειών αλεύρου στη Ρουμανία

από τους Μύλους Αγίου Γεωργίου. Οι Μύλοι διαθέτουν σε συνεργασία και με την

Εμπορική Κεφαλαίου τις εταιρείες Titan και Mopan. Οι συγκεκριμένες εταιρείες

είναι από τις μεγαλύτερες της Ρουμανίας. Πρόσφατα στην εταιρεία Titan, ως

συνεταίρος των Μύλων, μπήκε με αγορά του 10% και η εταιρεία Κατσέλης, που

ειδικεύεται στην παραγωγή ψωμιού και αρτοσκευασμάτων.

Τώρα, σύμφωνα με πληροφορίες, οι Μύλοι Αγ. Γεωργίου εξετάζουν τη δυνατότητα να

επεκταθούν και άλλο, για παράδειγμα στη Ρουμανία, όπου ενδιαφέρονται και για

την αγορά τρίτου αλευρόμυλου, ενώ έχουν αναλάβει και τη διοίκηση του

μεγαλύτερου αλευρόμυλου της Γεωργίας, τον οποίο έχουν την ευχέρεια να

αγοράσουν, αν το επιθυμούν, βάσει της συμφωνίας που έχει γίνει, μέχρι το τέλος

του 2.000.

Ήδη η ίδια εταιρεία έχει αποκτήσει και μεγάλο δίκτυο διάθεσης των προϊόντων

της στην αγορά της γειτονικής χώρας. Στο μεταξύ έχει προχωρήσει και σε εξαγορά

από το 1997 της εταιρείας ζυμαρικών Στέλλα.

Με αυτό τον τρόπο η εταιρεία εξασφάλισε τη διάθεση μέρους της ετήσιας

παραγωγής της σε προϊόντα αλεύρου, και έτσι καθετοποίησε την παραγωγή της.

Ρουμανία-Αλβανία


Μεγάλο επενδυτικό άνοιγμα στα Βαλκάνια πραγματοποιεί και η εταιρεία

Κυλινδρόμυλοι Λούλης. Η εταιρεία δραστηριοποιείται ήδη σε δύο χώρες, τη

Ρουμανία και την Αλβανία. Στη Ρουμανία οι Κυλινδρόμυλοι Λούλη κατασκευάζουν

σύγχρονη μονάδα μύλου για επεξεργασία σκληρού και μαλακού σιταριού, καθώς και

καλαμποκιού. Η δυναμικότητα του εργοστασίου θα είναι 300 τόνοι αλεύρου ημερησίως.

Κατασκευάζεται ακόμα από τους Κυλινδρόμυλους στην ίδια χώρα παραγωγική μονάδα

ζυμαρικών με δυναμικότητα 40 τόνων ημερησίως και ξηραντήριο καλαμποκιού

δυναμικότητας 2.000 τόνων καθημερινά, ενώ θα γίνουν και αποθηκευτικοί χώροι

χωρητικότητας 25.000 τόνων.

Στην Αλβανία το επενδυτικό πρόγραμμα της επιχείρησης προβλέπει τη δημιουργία

αρτοποιητικής μονάδας με δυνατότητα παραγωγής 10 τόνων ημερησίως καθώς και

κέντρο διανομής. Οι επενδύσεις στην Αλβανία, ύψους 11 εκατομμυρίων δολαρίων,

πραγματοποιούνται σε οικόπεδο της επιχείρησης 100 στρεμμάτων και συμμετέχουν

σε αυτές κατά 20% η Global Finance, κατά 20% η Ευρωπαϊκή Ένωση και κατά 5% η

τεχνική εταιρεία Κ. Μπαλάφας ΑΤΕ.

Κατασκευάζονται ακόμα εγκαταστάσεις, λιμάνι, αποθήκες, και νέα παραγωγική

μονάδα στη Σούρπη του Νομού Μαγνησίας, κόστους 7 δισ. δρχ. Να σημειωθεί ότι οι

Κυλινδρόμυλοι Λούλη πούλησαν τις παλιές εγκαταστάσεις τους στον Βόλο στη

βιομηχανία ζυμαρικών Μίσκο, που ελέγχεται από την ιταλική Barilla.

Πιθανές αγορές

Στο μεταξύ και η Αλλατίνη, της οποίας οι αλευρόμυλοι ελέγχονται από τον

επιχειρηματικό όμιλο των κ.κ. Δαυίδ-Λεβέντη (3Ε), εξετάζει την πιθανότητα να

επεκταθεί στα Βαλκάνια. Μία από τις πιθανές αγορές για επέκταση της εταιρείας

είναι και η αγορά της Βουλγαρίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εξετάζει όλες

τις πιθανότητες και στην ελληνική αγορά, αλλά και το εξωτερικό.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η εταιρεία έχει εξετάσει και την πιθανότητα αγοράς

μύλων στη Στερεά Ελλάδα ή σε άλλες περιοχές της χώρας. Σημειώνεται ακόμα ότι

πρόσφατα η εταιρεία Αλλατίνη, μέσω της θυγατρικής εταιρείας ΕΛΒΙΠΕΤ, μπήκε και

στην αγορά της ζύμης.

Πάντως, για την ώρα η εταιρεία προσδοκά οφέλη από τουριστική και εμπορική

αξιοποίηση μεγάλου ακινήτου που διαθέτει στο Ντεπώ στη Θεσσαλονίκη. Τέλος,

πρόγραμμα για αξιοποίηση της μεγάλης ακίνητης περιουσίας που διαθέτει στον

Πειραιά (στα Καμίνια) σχεδιάζει και η επιχείρηση Κυλινδρόμυλοι Σαραντόπουλος.