Σύντομη δήλωση. Αντί απολογίας, ο «Γιουναμπόμπερ» κατήγγειλε τη δίκη του ως

καθαρά πολιτική και στημένη

«Έχουν αποφασίσει να με βγάλουν τρελό. Οι κομφορμιστές φαίνεται να έχουν

μεγάλη ανάγκη να παρουσιάζουν τον εχθρό της κοινωνίας ως ελεεινό και

αποκρουστικό ή ως «άρρωστο»».

Ο «ΓΙΟΥΝΑΜΠΟΜΠΕΡ» είναι ασφαλώς ένας δολοφόνος. Κάποιος που σε διάστημα 17

ετών έχει σκοτώσει με παγιδευμένες επιστολές 3 ανθρώπους και έχει τραυματίσει

29 πρέπει να καταδικαστεί για τα εγκλήματά του. Να καταδικαστεί, όμως, αφού

δικαστεί με τους νόμους και τους τύπους ενός οργανωμένου κράτους. Και στην

περίπτωση του Θίοντορ Καζίνσκι, αυτό δεν έγινε. Η δίκη του ήταν «στημένη». Οι

δικηγόροι του και η οικογένειά του ήταν συνεννοημένοι με την πολιτική αγωγή να

βγάλουν τον κατηγορούμενο τρελό και να τον στείλουν στη φυλακή για την

υπόλοιπη ζωή του. Απώτατος στόχος τους, γράφει η «Γκάρντιαν», ήταν να μη

μιλήσει. Να μην εκθέσει στο ακροατήριο ­ και στον υπόλοιπο κόσμο ­ τις απόψεις

του για τη βιομηχανική κοινωνία.

Οι απόψεις αυτές μπορεί να είναι καλές, κακές, εξτρεμιστικές, επαναστατικές,

τυχοδιωκτικές, ιδιοφυείς ή αφελείς. Αδιάφορο: είχε το συνταγματικό δικαίωμα να

τις εκθέσει. Είχε το δικαίωμα να στηρίξει την υπεράσπισή του σε ιδεολογικούς

λόγους, όσο κι αν αυτό θα τον οδηγούσε σχεδόν σίγουρα στην ηλεκτρική καρέκλα.

Για τον σκοπό αυτό ζήτησε να εκπροσωπηθεί από τον Τόνυ Σέρρα, ένα γνωστό για

τις ριζοσπαστικές του πεποιθήσεις δικηγόρο της Νέας Υόρκης. Ο Σέρρα δέχθηκε να

τον υπερασπιστεί δωρεάν. Αλλά το δικαστήριο του Σακραμέντο δεν το επέτρεψε και

όρισε εκείνο συνηγόρους. Ο Καζίνσκι κατάλαβε τότε ότι θα επαληθευόταν η

πρόβλεψη που είχε κάνει στο «Μανιφέστο» του και διεκδίκησε το δικαίωμά του να

αναλάβει ο ίδιος την υπεράσπισή του. Όπως προβλέπει ο νόμος, ανατέθηκε σε μια

ψυχίατρο να τον εξετάσει. Εκείνη έμεινε μαζί του επί μία εβδομάδα και έκρινε

ότι, παρ’ όλο που βρίσκεται στα πρόθυρα της σχιζοφρένειας, ο κατηγορούμενος

είναι σε θέση να υπερασπιστεί τον εαυτό του.

Όμως ο πρόεδρος του δικαστηρίου απέρριψε εκ νέου το αίτημά του,

χαρακτηρίζοντάς το «άκαιρο». Και οι διορισμένοι δικηγόροι βάλθηκαν να πείσουν

ένα ήδη πεισμένο σώμα ενόρκων ότι ένας άνθρωπος με IQ μεγαλύτερο του 170, που

εγκατέλειψε μια πολλά υποσχόμενη καθηγητική θέση στο Μπέρκλεϋ για να ζήσει

μόνος του σε ένα δάσος, είναι παρανοϊκός. Για να στηρίξουν την

επιχειρηματολογία τους, παρουσίασαν φωτογραφίες του «πελάτη» τους προ

τριακονταετίας και τις συνέκριναν με τις σημερινές: τότε ήταν

φρεσκοξυρισμένος, καλοχτενισμένος και φορούσε γραβάτα, σήμερα είναι σκέτος

άγριος. Έφτασαν να κουβαλήσουν από τη Μοντάνα στο Σακραμέντο την καλύβα όπου

έμενε ο Γιουναμπόμπερ, για να την εξετάσουν οι ένορκοι. Έχετε καμιά αμφιβολία

­ τους είπαν ­ ότι κάποιος που ζει σε μια καλύβα χωρίς τρεχούμενο νερό και

ηλεκτρισμό είναι βλαμμένος;

Το μήνυμα ελήφθη. Ο Καζίνσκι καταδικάστηκε τετράκις σε ισόβια, χωρίς δικαίωμα

έφεσης. Η Αμερική θέλει να τον ξεχάσει όσο μπορεί γρηγορότερα.