Είναι αδύνατον να αποφύγει κανείς τον πειρασμό μιας φανταστικής, βεβαίως, εικόνας: τον Σόιμπλε να παρακολουθεί την ομόφωνη εκλογή έλληνα υπουργού στην ηγεσία του Eurogroup. Και να διαβάζει τους, επίσης ομόφωνους, διθυράμβους για την εκλογή Πιερρακάκη στον διεθνή Τύπο, εστιασμένους στο «από το Grexit, στο τιμόνι του Eurogroup». Που δεν αφορούν μόνον την Ελλάδα, μα και τον ίδιο προσωπικά. Δικαίως αμφότερα. Αν και δεν ξέχασαν, έστω και χαμηλά, να αναφερθούν και στην οικονομική πραγματικότητα των Ελλήνων, των δεύτερων πλέον πιο αδύναμων εισοδηματικά πολιτών στην ΕΕ πάνω από τους εξ ανατολικού μπλοκ προερχόμενους Βούλγαρους.
Η εκλογή Πιερρακάκη είναι αναμφίβολα εξαιρετικά μεγάλη επιτυχία για την Ελλάδα. Και την είχε ανάγκη. Συνιστά το συμβολικό, θριαμβευτικό δε, τέλος ενός κύκλου φρίκης: της πτώχευσης του 2009-2010. Ομως αυτό, υπό την έννοια μιας εντυπωσιακής επανένταξης στο πλαίσιο αναφοράς. Κάτι που δεν είναι λίγο, μα και δεν πρέπει να παρερμηνεύεται ως ψευδαίσθηση ότι η Ελλάδα έγινε και οικονομία με εκπληκτική άνθηση και μέλλον γεμάτο ελπίδες. Δεν έγινε σαν κάποιες πάλαι ποτέ, προτού ξεφουσκώσουν, «τίγρεις της Ασίας». Και ούτε πρόκειται. Κάτι που πάντως δεν μειώνει την εθνική συμβολική σημασία αυτής της εκλογής.
Παρά ταύτα, η συρρίκνωση του ΑΕΠ παραμένει δραματική, το κόστος ζωής χαοτικά αρνητικό ως προς το εισόδημα συγκριτικά με την ευρωζώνη, η πρωτοφανής, ακόμα και για την Ελλάδα, μαζική μετανάστευση των ικανότερων νέων που έφυγαν αναζητώντας ελπίδα, ασφαλώς και δεν έχει ουσιαστική επιστροφή. Αυτά είναι μόνο τα κύρια χαρακτηριστικά μιας χώρας που, κυρίως, γηράσκει ταχύτατα, δραματικά και ανεπίστρεπτα και επειδή οι νέοι δεν βλέπουν μέλλον. Κάτι με αλυσιδωτή επίπτωση στα πάντα. Το επίτευγμα λοιπόν υφίσταται, πλην όμως το κόστος ήταν σαρωτικό. Και πρέπει να το δει κανείς ως αυτό που πραγματικά είναι. Δεν μπορείς να του βάλεις μια ωραία κορδέλα προπαγάνδας και να το πουλάς ως κάτι άλλο. Γιατί δεν είναι.
Ο Πιερρακάκης, σχετικά πρόσφατος σε αυτόν τον θώκο, στην πραγματικότητα είναι απλώς αδύνατον να φέρει αλλαγές τέτοιες που θα αντιστρέψουν αυτή την εικόνα. Οπως θα ήταν όποιος και να τον αναλάμβανε – εκτός και αν… περπατούσε στο νερό, και πάλι όχι σίγουρα. Ομως εκείνος έχει πίσω του το δικό του προσωπικό μικρό θαύμα – ή ίσως και όχι τόσο μικρό. Πώς αλλιώς μπορεί να περιγράψεις τη μετάβαση της απαρχαιωμένης ελληνικής διοίκησης από τον 19ο στον 21ο αιώνα στον βαθμό που επιτεύχθηκε; Και που υπήρξε δικό του έργο.
Η δυνατότητα που αποκτήθηκε αστραπιαία για τους έλληνες πολίτες να αντιμετωπίζουν πλήθος ζητημάτων γραφειοκρατίας χωρίς να παθαίνουν ναυτία, να υποφέρουν και… να βλέπουν εφιάλτες, καθώς μπορούν πλέον να τα λύνουν μόνοι τους από τον υπολογιστή τους, ήταν πέρα από κάθε φαντασία. Και του πιστώνεται προσωπικά. Και πιθανότατα θα καταγραφεί και ως το κύριο επίτευγμα των κυβερνήσεων Μητσοτάκη. Και ασφαλώς μέτρησε στην ομόφωνη εκλογή του – και δικαίως. Διαχρονικά και όχι μόνο στην Ελλάδα, δεν είναι πολλοί οι υπουργοί με κάτι σαν αυτό στο ενεργητικό τους – το αντίθετο.
Ομως υπάρχουν και κάποια θαύματα που… δεν γίνονται. Θα τον αδικούσε λοιπόν κανείς κατάφωρα όταν, έχοντας ήδη πετύχει κάτι τόσο σπουδαίο, ανέμενε ότι τώρα μπορεί να ανατρέψει ριζικά τον κύκλο της ελληνικής συρρίκνωσης και πολύ περισσότερο να επιφέρει, όπως ορθώς και μετρημένα βεβαίως δήλωσε, αποτελέσματα με βάση τα «κοινά συμφέροντα» των κρατών – μελών.
Αυτό, δεν το μπορεί. Δεν τον αφορά καν. Επειδή δεν υπάρχουν «κοινά συμφέροντα». Και δεν θα συγκαθορίσει την πολιτική των μεγάλων δυνάμεων, δηλαδή το συμφέρον της Γερμανίας, που μάλιστα, ενώ αποδείχθηκε καταστροφική επιλογή και για την ίδια, εμμένει σε αυτό. Οι υπόλοιποι απλώς δεν έχουν λόγο. Ελληνας πρόεδρος του Eurogroup σημαίνει δίκαιο «μπράβο» στο πρώην «μαύρο πρόβατο». Οχι ότι θα έχει λόγο ουσίας. Οπως ουδείς άλλος άλλωστε εκτός Βερολίνου.







