«Εξαιρετικά σημαντική» χαρακτήρισε την ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ της Βρετανίας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης η υφυπουργός Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου. Μιλώντας στα «ΝΕΑ», στον απόηχο δημοσιευμάτων που φέρουν την κυβέρνηση του Κιρ Στάρμερ να εξετάζει το ενδεχόμενο επανένταξης της Βρετανίας στην τελωνειακή ένωση της ΕΕ, η Λούσι Ρίγκμπι κατέστησε σαφές ότι η στενότερη σύγκλιση με το μπλοκ των 27 παραμένει προτεραιότητα.

«Η σημερινή κυβέρνηση έχει αναπτύξει μια στενότερη συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία είναι σαφώς πιο παραγωγική από εκείνη που υπήρχε υπό την προηγούμενη κυβέρνηση του Συντηρητικού Κόμματος», τόνισε. «Οι σχέσεις μας με την Ευρωπαϊκή Ενωση ολοένα και βελτιώνονται. Εχουμε ήδη συνάψει μια σπουδαία συμφωνία με την ΕΕ», πρόσθεσε η υφυπουργός Οικονομικών της Γηραιάς Αλβιώνας, αναφερόμενη στη «στρατηγική συνεργασία» Βρετανίας – ΕΕ που συμφωνήθηκε τον περασμένο Μάιο.

Ερωτώμενη εάν η χώρα της είναι διατεθειμένη να βάλει «το χέρι στην τσέπη» προκειμένου να εξασφαλίσει πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά μέσω επιμέρους τομεακών συμφωνιών, η βρετανίδα υφυπουργός – η οποία είναι αρμόδια για τη συνεργασία με την ΕΕ στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών – επέλεξε να απαντήσει με έμμεσο τρόπο: «Στον δικό μου τομέα, αυτόν της οικονομίας και των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, η ενίσχυση αυτής της εταιρικής σχέσης παραμένει εξαιρετικά σημαντική».

Την περασμένη Τρίτη, 13 βουλευτές των κυβερνώντων Εργατικών παραβίασαν την επίσημη γραμμή του κόμματος ψηφίζοντας υπέρ της ένταξης της Βρετανίας στην τελωνειακή ένωση, σε νομοσχέδιο που κατέθεσαν οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες. Στα τέλη του Νοεμβρίου, είχε γίνει γνωστό ότι οι διαπραγματεύσεις για τη συμμετοχή της χώρας στον – ύψους 150 δισ. ευρώ – δανειοδοτικό μηχανισμό SAFE της ΕΕ διακόπηκαν, καθώς οι δύο πλευρές δεν τα βρήκαν στο τίμημα που θα καλούνταν να πληρώσει το Λονδίνο για την πρόσβαση στο νέο ευρωπαϊκό αμυντικό «ταμείο».

Αρχικά, είχε απαιτηθεί από τη Βρετανία να καταβάλει 6,7 δισ. ευρώ. Στη συνέχεια, το ποσό «έπεσε» στα δύο δισ., αλλά το Λονδίνο προσέφερε μόλις 82 εκατομμύρια. Στόχος της βρετανικής κυβέρνησης είναι να ενισχύσει περαιτέρω τις αμυντικές δαπάνες της. Το Λονδίνο διαθέτει σήμερα το 2,3% του ΑΕΠ του για την άμυνα, ενώ έχει δεσμευτεί ότι έως το 2035 θα αυξήσει τις δαπάνες στο 3% του ΑΕΠ.

«Οι δεσμεύσεις μας σχετικά με τις αμυντικές δαπάνες είναι εξαιρετικής σημασίας», σημείωσε η 43χρονη Ρίγκμπι. «Ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ αναφέρθηκε πρόσφατα στο ζήτημα της ασφάλειας, υπό το πρίσμα της Ουκρανίας, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Αυτό που έχουμε ξεκαθαρίσει είναι ότι η άμυνα θα προασπιστεί. Μέλημά μας είναι να διασφαλίσουμε ότι θα φτάσουμε στο επιθυμητό επίπεδο σε ό,τι αφορά τις αμυντικές δαπάνες. Είναι απολύτως σημαντικό να τηρήσουμε τις δεσμεύσεις μας σε αυτό το ζήτημα», ξεκαθάρισε.

Η φοροεπιδρομή

Ο φετινός προϋπολογισμός του Ηνωμένου Βασιλείου, που παρουσιάστηκε πριν από δύο εβδομάδες, «έκρυβε» μία άνευ προηγουμένου φοροεπιδρομή, ύψους 30 δισ. στερλινών (34 δισ. ευρώ), σηματοδοτώντας τις υψηλότερες αυξήσεις φόρων όλων των εποχών. Η κυβέρνηση κατηγορήθηκε ότι παραβίασε τις προεκλογικές της δεσμεύσεις να μην αυξήσει τον φόρο εισοδήματος, τις κοινωνικές εισφορές και τον ΦΠΑ. Το Γραφείο Ευθύνης Προϋπολογισμού εκτίμησε ότι οι αυξήσεις θα επηρεάσουν αρνητικά το βιοτικό επίπεδο των Βρετανών και θα «περιορίσουν την οικονομική δραστηριότητα», ενώ μέχρι και ο… θείος της βρετανίδας υπουργού Οικονομικών βγήκε στα μίντια για να απορρίψει τον προϋπολογισμό της ανιψιάς του ως «επαίσχυντο».

Η Ρίγκμπι, όμως, έχει διαφορετική άποψη. «Παρουσιάσαμε έναν προϋπολογισμό που ενισχύει τα θεμέλια της βρετανικής οικονομίας και χαράζει μια πορεία προς μεγαλύτερη ασφάλεια και ευημερία. Τόσο η ανάπτυξη όσο και οι επενδύσεις ξεπερνούν τις προσδοκίες μας. Είμαστε η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία της Ευρώπης μεταξύ των χωρών της G7 και η δεύτερη ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία της G7 τη φετινή χρονιά», υποστήριξε. Οι κινήσεις της κυβέρνησης, όμως, μοιάζουν περισσότερο να αυξάνουν τα βάρη των πολιτών παρά να τους ωφελούν και πολλοί ψηφοφόροι είναι δυσαρεστημένοι. «Λαμβάνουμε μια σειρά μέτρων που αντιμετωπίζουν το κόστος διαβίωσης. Για παράδειγμα, παγώνουμε τα έξοδα συνταγογράφησης, παγώνουμε τις τιμές των σιδηροδρομικών κομίστρων και μειώνουμε τα κόστη της ενέργειας. Προσπαθούμε, λοιπόν, να ελαφρύνουμε αυτά τα βάρη», αποκρίθηκε η υφυπουργός Οικονομικών, η οποία ανέλαβε τα καθήκοντά της τον περασμένο Σεπτέμβριο. Γιατί, όμως, η παραγωγικότητα πέφτει; «Αυτό είναι ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Από μόνη της η παραγωγικότητα εκτιμάται ότι θα μειώσει τα έσοδα του κράτους κατά 16 δισεκατομμύρια στερλίνες την περίοδο 2029-30», παραδέχθηκε. «Ετσι», συνέχισε, «διπλασιάζουμε τις προσπάθειές μας για να αυξήσουμε την παραγωγικότητα και να αντιμετωπίσουμε τις βασικές αιτίες του προβλήματος, μία από τις οποίες είναι τα ιστορικά χαμηλά επίπεδα επενδύσεων στη χώρα».

Το στοίχημα

Η γεννημένη στη Γερμανία Ρίγκμπι, στο χαρτοφυλάκιο της οποίας περιλαμβάνονται το Σίτι του Λονδίνου και οι τράπεζες, αλλά και η ευθύνη για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, αναφέρθηκε, επίσης, στο στοίχημα της κυβέρνησης Στάρμερ για την ενίσχυση των επενδύσεων: «Οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις είναι εξαιρετικά σημαντικές. Υποστηρίζουμε τους επιχειρηματίες και τις ταχέως αναπτυσσόμενες εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε καινοτόμους τομείς και καθιστούμε ευκολότερη και πιο ελκυστική την ίδρυση και την εισαγωγή μιας εταιρείας στο χρηματιστήριο. Παράλληλα, διασφαλίζουμε την απρόσκοπτη άντληση κεφαλαίων και διπλασιάζουμε το ύψος των επενδύσεων που μπορούν να εξασφαλίσουν οι επιχειρήσεις με τη συμμετοχή τους σε ειδικά προγράμματα. Τέλος, έχουμε ήδη εξαγγείλει γενναίες φοροελαφρύνσεις και θεσπίσαμε ως ανώτατο όριο για τη φορολογία επιχειρήσεων το 25%, που αποτελεί τον χαμηλότερο συντελεστή μεταξύ των χωρών της G7».