Ο μεταπολεμικός κόσμος οικοδομήθηκε πάνω στον διατλαντικό δεσμό, με τις ΗΠΑ να λειτουργούν ως προμηθευτής ασφάλειας για τις ευρωπαϊκές χώρες. Στην ώριμη φάση του στηρίχτηκε στους δύο θεσμικούς πυλώνες, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.

Σε αυτά τα περίπου ογδόντα χρόνια υπήρξαν και δύσκολες στιγμές. Ζητήματα που οι δύο πόλοι απέκλιναν, ακόμη και κρίσεις, όπως αυτή για τη στρατιωτική επιχείρηση στο Ιράκ. Υπήρχε όμως πάντα η κοινή πολιτισμική αντίληψη που βασίστηκε στις αξίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Η κρίση του 2003 είχε και μια πολιτισμική-ιδεολογική πτυχή, η οποία άφησε το αποτύπωμά της. Η διακυβέρνηση των νεο-συντηρητικών του George Bush Junior ανέπτυξε το αφήγημα για την «παλιά», την πλαδαρή, επαναπαυμένη Ευρώπη (Γαλλία, Γερμανία, Κάτω Χώρες κ.τ.λ.) και τη «νέα», τη δυναμική, ισχυρή Ευρώπη (Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Δανία, πρώην Ανατολικές Χώρες). Αυτή η αντίληψη, παρά τις διαφοροποιήσεις προσωπικοτήτων όπως ο Κόλιν Πάουελ ή ο Τζον ΜακΚέιν, εντάχθηκε στο ιδεολογικό πλαίσιο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Μια παρόξυνση αυτού του αφηγήματος είναι η θέση του προέδρου Τραμπ που επί της ουσίας θεωρεί και καλεί σε κατάργηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και στην επιστροφή στον γαλαξία των εθνικών κρατών.

Αξίζει να σημειωθεί πως στην πρόσφατη Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ υπάρχει αναφορά στην πρόθεση των ΗΠΑ να στηρίξουν πολιτικές διαδικασίες στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών κρατών που κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση. Στην πρόσφατη συνέντευξή του στο Politico ο πρόεδρος Τραμπ ανέφερε το παράδειγμα του Βίκτορ Ορμπαν.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση ωστόσο δημιουργήθηκε για να θέσει τέλος στους ανταγωνιστικούς εθνικισμούς που προκάλεσαν δύο Παγκοσμίους Πολέμους. Ξεκίνησε ως ένα φιλόδοξο πολιτικό σχέδιο ειρήνης και συνεργασίας και μετεξελίχθηκε σε μια κανονιστική δύναμη που επενδύει στην πολυμέρεια, στο διεθνές δίκαιο, στους κανόνες και στη συνεργασία. Επί της ουσίας, λειτουργούσε συμπληρωματικά με τις ΗΠΑ, οι οποίες έδιναν μεγαλύτερη έμφαση στην τεχνολογία αιχμής και στην έξυπνη ισχύ που είχε ωστόσο ένα σημαντικό ποσοστό σκληρής ισχύος. Αυτή η συμπληρωματικότητα είχε ως κοινή συνισταμένη την ενιαία αναγνώριση των απειλών, ακόμη και όταν υπήρχαν αποκλίσεις στην επιλογή της αντίδρασης, όπως στην περίπτωση της επέμβασης στο Ιράκ.

Η νέα Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ αλλάζει αυτή τη συνισταμένη, καθώς, σε αντίθεση με την ΕΕ, δεν αναφέρεται στην απειλή από τη Ρωσία. Είναι μια θεμελιώδης διαφορά που δείχνει δύο στρατηγικές κουλτούρες σε διαρκώς αποκλίνουσα κατάσταση. Περαιτέρω, επαναφέρει δυναμικά την πρόθεση των ΗΠΑ να μειώσουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην ευρύτερη περιοχή της Ευρώπης, καθώς και τη συμμετοχή τους στο ΝΑΤΟ.

Η ΕΕ δεν έχει την πολυτέλεια, ούτε και θα της ήταν χρήσιμο, να μπει σε μια ιδεολογική και πολιτισμική αντιπαράθεση με τη διακυβέρνηση Τραμπ. Αν θέλει να μην επιβεβαιωθεί η προφητεία της διάλυσης, θα πρέπει να αποκτήσει τη δική της σκληρή ισχύ, καθώς μόνο τότε θα καταστεί παγκόσμιος δρωνς και θα έχει βασικό ρόλο στα μεγάλα ζητήματα, όπως οι διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.

Η Στρατηγική Αυτονομία είναι μονόδρομος, χωρίς όμως η προσπάθεια επίτευξης της να αλλοιώσει τον χαρακτήρα της ΕΕ. Για να χρησιμοποιήσω τη γνωστή μεταφορά του Robert Kagan που υποστήριζε πως οι Αμερικανοί κατάγονται από τον Αρη και οι Ευρωπαίοι από την Αφροδίτη. Ο αμυντικός σχεδιασμός του 2030 δεν πρέπει να κάνει την ΕΕ Αρη, αλλά Αθηνά, μια έξυπνη δύναμη με δυνατότητες σκληρής ισχύος.

Ο Τριαντάφυλλος Καρατράντος είναι δρ Ευρωπαϊκής Ασφάλειας και Νέων Απειλών, επιστημονικός συνεργάτης στο Ελληνικό Ιδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής