Η είσοδος της χώρας στην κρίσιμη προεκλογική χρονιά συνοδεύεται από την όξυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης, μέσα σε ένα ολοένα και πιο τοξικό κλίμα. Οι επαναλαμβανόμενες, πανομοιότυπες σαν φωτοτυπίες, δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών, με τις βελόνες όλων των κομμάτων – υπαρκτών και ανύπαρκτων – κολλημένες και στραμμένες σταθερά προς το μετεκλογικό αδιέξοδο, δεν δείχνουν να προβληματίζουν τις κομματικές ηγεσίες, αντίθετα κάποιες προσδοκούν να έχουν και οφέλη. Κυβερνητικά στελέχη μιλούν ανοιχτά για ανανέωση της αυτοδυναμίας της ΝΔ σε δεύτερες ή τρίτες διαδοχικές κάλπες, ενώ ο καθηγητής Μαραντζίδης δήλωσε ότι «ο Τσίπρας θα χάσει όσες φορές χρειαστεί ώσπου να ξαναέρθει στην εξουσία»!

Σε μια εποχή που οι διεθνείς και εγχώριες προκλήσεις πολλαπλασιάζονται με καταιγιστικούς ρυθμούς τέτοιες ή ανάλογες δηλώσεις φανερώνουν την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών. Η χώρα δεν έχει ανάγκη ούτε από αδύναμες αυτοδυναμίες στηριγμένες στην απογοήτευση και τον εκβιασμό της ψήφου των πολιτών ούτε από τεχνητές επανασυγκολλήσεις ετερόκλητων και ψευδεπίγραφων «προοδευτικών» δυνάμεων που την οδήγησαν, πρόσφατα, στην άκρη του γκρεμού. Η περιθωριοποίηση των ακραίων λαϊκιστών όλου του πολιτικού φάσματος είναι προϋπόθεση για τη διαφύλαξη της δημοκρατικής σταθερότητας.

Μοναδικό αντίδοτο στο προδιαγραφόμενο αδιέξοδο είναι η δυνατότητα επίτευξης συναινέσεων τουλάχιστον σε ζητήματα που υπερβαίνουν τόσο τα χρονικά όρια μιας κυβερνητικής θητείας όσο και τα όρια της επιρροής ενός μόνο κόμματος στην κοινωνία. Η εξωτερική πολιτική βρίσκεται στην κορυφή των κρίσιμων αυτών θεμάτων. Το διεθνές περιβάλλον αλλάζει καθημερινά προς το χειρότερο εξαιτίας δύο κυρίως παραγόντων.

Ο πρώτος είναι η αλλοπρόσαλλη πολιτική Τραμπ που μεταβάλει καθημερινά τα παγκόσμια δεδομένα – και στην περιοχή μας – ενώ ο δεύτερος είναι ο επιθετικός αναθεωρητισμός του Πούτιν, που δοκιμάζει στην Ουκρανία τις αντοχές της Ευρώπης.

Ο καθορισμός των κόκκινων γραμμών αποτελεί εθνική προτεραιότητα. Η παρούσα Βουλή έχει ήδη κηρυχθεί από τον Πρωθυπουργό ως η Βουλή εκκίνησης της νέας συνταγματικής αναθεώρησης, που σημαίνει ότι θα κληθεί να ψηφίσει τα προς τροποποίηση άρθρα.

Το Σύνταγμα του ’75, καθώς και οι τροποποιήσεις που μεσολάβησαν, αποδείχτηκε ανθεκτικό στοn χρόνο. Ωστόσο, σήμερα, απαιτούνται αλλαγές που θα θωρακίσουν τους θεσμούς, θα εκσυγχρονίσουν τη λειτουργία του κράτους και θα θεσπίσουν κανόνες για την αντιμετώπιση των νέων μεγάλων προκλήσεων. Αν σκεφτεί κανείς ότι η τροποποίηση ενός άρθρου απαιτεί 180 ψήφους και λάβει υπόψη του την πολυδιάσπαση του πολιτικού συστήματος, τόσο στην παρούσα όσο και στην επόμενη Βουλή, αντιλαμβάνεται τη σημασία της άμεσης επίτευξης ισχυρών συναινέσεων.

Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει, με βάση τα σημερινά δεδομένα, π;vς θα διαμορφωθεί ο μετεκλογικός πολιτικός χάρτης. Η φημολογία για τη συγκρότηση νέων κομμάτων, με διαφορετικές προελεύσεις και στοχεύσεις, εντείνει την αβεβαιότητα. Είναι αλήθεια ότι στη δημοκρατία αδιέξοδα δεν υπάρχουν, ωστόσο, είναι επίσης αλήθεια ότι πολλοί χρησιμοποιούν τα όπλα της δημοκρατίας για να τα στρέψουν εναντίον της.

Η ιστορία, είναι γεμάτη από παραδείγματα όπου μέσα από τέτοιες διαδικασίες γεννήθηκαν ακροδεξιά και λαϊκιστικά τέρατα τα οποία κατέλυσαν τους δημοκρατικούς θεσμούς. Σε μια εποχή που ο κύκλος των μονοκομματικών κυβερνήσεων στη χώρα μας φαίνεται να κλείνει, ο διάλογος, η συναίνεση και η συνεργασία καλούνται να υπερασπιστούν τις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Ο Γιάννης Μεϊμάρογλου είναι εκδότης του ηλεκτρονικού περιοδικού metarithmisi.gr

Ο Ηλίας Κανέλλης απουσιάζει με άδεια