Νέα σημαντικά ερωτήματα για την έρευνα του σκανδάλου των υποκλοπών ανακύπτουν από τα νέα στοιχεία που παρουσιάζουν «ΤΑ ΝΕΑ», ύστερα από πολύμηνη έρευνα. Ερωτήματα που αφορούν το παρασκήνιο της σύνταξης πορίσματος «ανεξάρτητων πραγματογνωμόνων» μέσω του οποίου επιχειρήθηκε αποσύνδεση του συστήματος Predator από τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις της ΕΥΠ, έτσι ώστε να υπάρξει, όπως φαίνεται, εξαΰλωση των κρατικών ευθυνών για την παρακολούθηση δεκάδων υπουργών, στρατιωτικών, επιχειρηματιών, δημοσιογράφων και άλλων.
Στην πραγματογνωμοσύνη που είχε ζητηθεί από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου (για να διαπιστωθεί δηλαδή εάν υπήρχε κοινό κέντρο παρακολουθήσεων ανάμεσα στην ΕΥΠ και τους χειριστές του παράνομου λογισμικού) προκύπτουν σαφή ίχνη «άνωθεν υποδείξεων», με σκοπό το τελικό συμπέρασμα σύγκρισης των λιστών παρακολουθήσεων EYΠ και Predator να είναι «αρνητικό».
Αξίζει να υπογραμμιστούν δύο δεδομένα: αφενός ότι δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη και είναι απολύτως παράνομο οι δικαστικοί λειτουργοί να υποδεικνύουν ή να υπαγορεύουν διαρκώς στους πραγματογνώμονες τι να πράξουν και ποια στοιχεία θα προσμετρήσουν στην έρευνά τους και αφετέρου ότι οι συντάκτες του πορίσματος δεν έχουν κληθεί καν ως μάρτυρες στην εν εξελίξει δίκη για την υπόθεση των υποκλοπών.
Τι αποκαλύπτεται λοιπόν;
Το συγκεκριμένο πόρισμα-«τεχνική μελέτη» συντάχθηκε στις 27 Ιουνίου 2024, δηλαδή τα τελευταία 24ωρα της έρευνας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, από δύο διορισμένους πραγματογνώμονες: έναν καθηγητή Πανεπιστημίου στη Βόρεια Ελλάδα με εξειδίκευση στη ρομποτική και σε θέματα τεχνητής νοημοσύνης και έναν αξιωματικό που υπηρετεί στο Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ. Στην παραγγελία του ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης είχε ζητήσει από τους δύο πραγματογνώμονες που επέλεξε, πέρα από την κοινή λίστα υποκλοπών ΕΥΠ και Predator, «να εξετάσουν κάθε άλλο συναφές θέμα, που μπορεί να διασαφηνίσει το ανωτέρω ζήτημα», χωρίς όμως αυτό το «συναφές» θέμα να προσδιορίζεται.
Οι δύο πραγματογνώμονες – όπως γράφουν – στις 6 Ιουνίου 2024 επισκέφθηκαν συνοδευόμενοι από τον αντεισαγγελέα Ζήση – κάτι που θεωρείται ότι έχει ιδιαίτερη σημασία – τα γραφεία της ΕΥΠ για να αντλήσουν τα σχετικά στοιχεία και να προχωρήσουν ακολούθως στις σχετικές συγκρίσεις και έπειτα από 21 ημέρες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται σχέση ΕΥΠ και Predator παρότι είχαν βρεθεί 28 κοινοί στόχοι παρακολουθήσεων (πρόκειται για πολιτικά πρόσωπα, στελέχη του Μαξίμου, δημοσιογράφους) των χειριστών του παράνομου λογισμικού και των μυστικών υπηρεσιών, επί συνόλου 87 προσώπων που «κατασκόπευε» το Predator.
Σύμφωνα με το πόρισμα, το ποσοστό συσχέτισης της τάξεως του 31% στις δύο λίστες Predator – ΕΥΠ χαρακτηρίζεται περιέργως «έλασσον», ενώ επιχειρείται σμίκρυνσή του στο 1% συνυπολογίζοντας και τις συνολικά 15.304 διατάξεις άρσης απορρήτου της ΕΥΠ τη συγκεκριμένη περίοδο, που όμως αφορούν παρακολουθήσεις μη δημόσιων προσώπων (όπως παράτυπους μετανάστες, τζιχαντιστές, μαφιόζους κ.λπ.) και μόνο για ποινικές υποθέσεις!
Επιπλέον στο πόρισμά τους δεν συνεκτιμήθηκε καθόλου ότι σε σειρά περιπτώσεων όταν τελείωνε η παρακολούθηση ενός κινητού από την ΕΥΠ, ξεκινούσε αμέσως από το «σύστημα Predator»…
Μετά τη λήξη της δικαστικής έρευνας, «ΤΑ ΝΕΑ» επιχείρησαν να ερευνήσουν το παρασκήνιο αυτής της πολυσυζητημένης και αμφισβητούμενης πραγματογνωμοσύνης, υποβάλλοντας σειρά ερωτήσεων (η σχετική ηλεκτρονική αλληλογραφία στη διάθεσή μας) στους δύο πραγματογνώμονες ειδικούς με σειρά επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων.
Ανάμεσα στα άλλα ρωτήσαμε γιατί προχώρησαν στον συνυπολογισμό των προαναφερόμενων 15.304 διατάξεων άρσης απορρήτου για παρακολουθήσεις της ΕΥΠ παρότι κάτι τέτοιο δεν ζητείτο στην παραγγελία του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που έδωσε την εντολή και διεξήγαγε συνολικά τη σχετική έρευνα. Επιπλέον ζητήθηκαν απαντήσεις «γιατί δεν συνεκτίμησαν ότι με αυτόν τον τρόπο αθροίσματος όλων των διατάξεων προχωρούν σε συνυπολογισμούς ανόμοιων “ποιοτικά” δεδομένων».
Επιπλέον ο αξιωματικός των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ. ρωτήθηκε γιατί δεν προσμέτρησε στο «απαλλακτικό» πόρισμά του ότι ανάμεσα στους 28 ταυτόχρονα παρακολουθούμενους από μυστικές υπηρεσίες και κατασκοπευτικό λογισμικό ήταν η υποστράτηγος Πηνελόπη Μηνιάτη, που ήταν επί σειρά ετών διευθύντρια των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ. και συνεπώς προϊσταμένη του! Σημειώνεται ότι ακόμα και ο ίδιος ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, δηλαδή ο πολιτικός προϊστάμενός του, ήταν επίσης «στόχος» του Predator. Χωρίς και αυτό να συνεκτιμηθεί από τον πραγματογνώμονα-αξιωματικό της ΕΛ.ΑΣ.
Ο καθηγητής Ρομποτικής απέφυγε να απαντήσει στο ερωτηματολόγιό μας. Ωστόσο ανέφερε στην τηλεφωνική επικοινωνία με «ΤΑ ΝΕΑ» κάτι εξαιρετικά σημαντικό. Οτι είχε δεχθεί υπόδειξη από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς να μην προχωρήσει σε καμία σχετική διευκρίνιση. Και αυτό με το σκεπτικό, όπως είπε, ότι «η υπόθεση είναι ακόμη ανοικτή». Σπουδή φαίνεται να υπήρξε ώστε να μην ανταποκριθεί στο ερωτηματολόγιό μας και ο αστυνομικός-πραγματογνώμονας μέσω υποδείξεων σε σημαντικό στέλεχος της Λεωφόρου Κατεχάκη!
Ομως η συνέχεια στη δημοσιογραφική έρευνα είναι εξίσου ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική.
Λίγα 24ωρα μετά την ενημέρωσή μας από τον καθηγητή-πραγματογνώμονα ότι είχε δεχθεί υπόδειξη να μην πει τίποτα για το πόρισμα που συνέταξε (όλα τα αναφερόμενα στο ρεπορτάζ μας είναι πλήρως καταγεγραμμένα), υπήρξε επικοινωνία του υπογράφοντος το ρεπορτάζ με κρατικούς λειτουργούς που σχετίζονται άμεσα με τη διερεύνηση του σκανδάλου των υποκλοπών. Σε αυτή την επικοινωνία λοιπόν υπήρξε παραδοχή ότι «πράγματι υπήρξαν υποδείξεις στις βασικές επιλογές των πραγματογνωμόνων», με κύριο ενδιαφέρον να συνυπολογισθούν όλες οι λίστες των «άσχετων» παρακολουθουμένων για να οδηγηθεί η έρευνα σε στρεβλά αποτελέσματα. Ζητώντας «όλα αυτά τα θέματα να τα επιλύσει το (εν εξελίξει) δικαστήριο»…







