Πάμε πίσω στο 1993. Η γαλλική τηλεόραση κάνει (ακόμη) ένα αφιέρωμα στη Μελίνα Μερκούρη. Και καταγράφει μια συνομιλία της με τον Μάνο Χατζιδάκι στο Zonar’s – το παλιό, το ορθόδοξο – με θέμα «Τα παιδιά του Πειραιά», το τραγούδι από το «Ποτέ την Κυριακή» που, το 1960, κέρδισε, παρότι ξενόγλωσσο, το Οσκαρ καλύτερου πρωτότυπου τραγουδιού. «Εσύ και ο Ντασσέν», λέει ο Χατζιδάκις, «κάνατε το “Ποτέ την Κυριακή” και με φωνάζετε να κάνω τη μουσική. Εγώ ανταποκρίνομαι και γράφω μουσική – σαν συνθέτης – ενός φιλμ. Κάναμε και ένα τραγούδι γιατί ήταν ταιριαστό για τη συγκεκριμένη σκηνή. Από εκεί και πέρα, η μεγάλη επιτυχία με τα διαφορετικά λόγια, με το “Ενα καράβι έρχεται” στη Γερμανία, με το “Ποτέ την Κυριακή” στα αγγλικά, δεν μου ανήκει και ούτε θέλω να έχω καμία σχέση. Είναι κάτι πέρα από τις προθέσεις μου, και μάλιστα πιστεύω ότι μετά την επιτυχία του στις Κάννες έγινε ένα τραγούδι με χαβάγιες, ένα τραγούδι που μπορούσε ο κάθε τύπος να το λέει σε οποιοδήποτε καμπαρέ. Δεν είναι η αξία του αυτή. Μου στέρησε τη δυνατότητα να έχω τη σωστή επαφή με τον κόσμο και ο κόσμος επί ένα μεγάλο διάστημα εισέπραττε κάτι που ήταν απ’ έξω από το τραγούδι». Και τότε η Μελίνα τού απάντησε: «Ωραία, αυτό το παιδί είναι ορφανό από μπαμπά, αλλά έχει μία μάνα».

Γιατί το αναφέρω; Διότι είναι προφανές ότι η ιδιαίτερη αισθητική και καλλιτεχνική πρόσληψη του Χατζιδάκι, αυτή που τον έκανε να αναδείξει το ρεμπέτικο για παράδειγμα, ήταν ένα είδος πυξίδας σε ό,τι αφορά τη χρήση των έργων του, τον τρόπο ερμηνείας ή τις ενορχηστρώσεις τους. Ας πούμε ότι δεν τον ενδιέφερε να ακούγονται απλώς τα τραγούδια του χωρίς να ελέγχει ο ίδιος τους όρους και τις προϋποθέσεις. Δεν έβλεπε τη μουσική του παρακαταθήκη σαν ένα ξέφραγο περιβόλι για να μπαίνει, να χαίρεται ο κόσμος, αλλά μάλλον σαν έναν «μυστικό κήπο». Δικαίωμά του; Δικαίωμά του.

Και ερχόμαστε στο τώρα. Και στη διεθνή περιοδεία που ετοιμάζουν η Νατάσσα Μποφίλιου και ο Γιάννης Χαρούλης αποκλειστικά με ρεπερτόριο Θεοδωράκη και Χατζιδάκι. Ο κληρονόμος του Χατζιδάκι, ωστόσο, ανέκαθεν φειδωλός ως προς την εκχώρηση δικαιωμάτων, απαγορεύει να ακουστούν τα τραγούδια. Η διοργανώτρια εταιρεία ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να το κάνει αυτό διότι, στο εξωτερικό, τα τραγούδια είναι «ελεύθερα» ως προς τη μετάδοσή τους, αρκεί βέβαια να καταβάλλονται τα νόμιμα δικαιώματα.

Εγώ να παραδεχθώ ότι αυτό ισχύει. Οταν όμως η επιθυμία του κληρονόμου, που στη συγκεκριμένη περίπτωση εκφράζει την επιθυμία του δημιουργού, είναι να μην ακουστούν σε αυτές τις συναυλίες και από αυτούς τους ερμηνευτές τα τραγούδια του Χατζιδάκι, τι θα γίνει; Θα κρεμαστούν οι συντελεστές από το γράμμα του νόμου και θα επιμείνουν στην απόφασή τους, απεμπολώντας έτσι κάθε ίχνος καλλιτεχνικής και κοινωνικής αξιοπρέπειας; Ναι, ας πούμε ότι θεωρητικά μπορούν. Αναρωτιέμαι αν η ηθική τους, που τόσο διαφημίζουν, θα τους το επιτρέψει. Εκτός και αν η ηθική αλλάζει από το εσωτερικό στο εξωτερικό.

Θέµα αισθητικής

Στην ανακοίνωσή του ο Γιώργος Χατζιδάκις επικαλείται θέματα αισθητικής. Βλέποντας την αφίσα της περιοδείας, δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω. Με δεσπόζουσα την Ακρόπολη και τύπου αρχαιοελληνική γραμματοσειρά, μόνο ένας μαίανδρος και ένας Greek mousaka λείπουν για να συμπληρωθεί αυτό που, απ’ όσο ξέρω, απεχθανόταν ο Χατζιδάκις. Τη γραφική, τουριστική απεικόνιση της Ελλάδας. Βεβαίως δεν γνωρίζω τον άνθρωπο, μπορεί να εννοεί τον τρόπο που κινείται η Μποφίλιου επί σκηνής ή που τραγουδά ο Χαρούλης. Ο,τι και να εννοεί πάντως – βολεύει, δεν βολεύει – είναι δικαίωμά του.

Και επειδή κάποιοι αντέταξαν ως επιχείρημα την άδεια να ακουστεί το «Χάρτινο το φεγγαράκι» σε διαφήμιση, δηλαδή για εμπορικούς σκοπούς, η συναυλία δεν είναι εμπορική; Οι καλλιτέχνες δεν θα πληρωθούν;

*τίτλος έργου του Νιλ Σάιμον