Μα δεν απόστασε η καρδιά να αγαπά,

Τα μάτια να προσμένουν να Σε δούνε,

Μονάχα οι χρυσές ελπίδες χαρωπά

Μέσ’ στη φτωχή ψυχή δεν τραγουδούνε…

Στις 3 Ιουνίου του 1912, η εφημερίδα «Αναγέννησις» των Τρικάλων ανήγγειλε την έκδοση της ποιητικής συλλογής «Γιούλια», της «δος Ιφιγενείας Γκίκα, λογίας συνεργάτιδος, εις τα τυπογραφεία μας. Ο τόμος ούτος δεδεμένος και με καλλιτεχνικόν εξώφυλλον είναι τοιούτος ώστε δεν αμφιβάλλομεν ότι πάντες οι άνθρωποι των γραμμάτων πρέπει να εφοδιασθούν διά τούτου, τοσούτω μάλλον καθ’ όσον και η τιμή εκάστου τόμου ωρίσθη εις δραχ. 1,50».

Η Ιφιγένεια Γκίκα (1889-1985) ήταν τότε είκοσι τριών ετών, ωστόσο δημοσίευε στην εφημερίδα από τα είκοσι. Αποφοίτησε από την 4η τάξη του Γυμνασίου Τρικάλων ως μοναδική γυναίκα εν μέσω αρρένων συμμαθητών, μετανάστευσε για σπουδές αρχικά στη Σορβόννη – αρθρογραφώντας παράλληλα με το ψευδώνυμο Ιφι Τανάγρα και Ifi Louet – και μετέπειτα στις ΗΠΑ, όπου και ανέπτυξε πλούσια λογοτεχνική και φιλανθρωπική δράση ως Ιφιγένεια Κοπάδη (επώνυμο συζύγου).

Η Γκίκα δίδαξε για ένα διάστημα στην ελληνική κοινότητα και στη συνέχεια άρχισε να μεταφράζει από τα γαλλικά και να εκδίδει έργα της συμβάλλοντας στην ανάπτυξη των ελληνοαμερικανικών γραμμάτων και τη διατήρηση του ελληνικού πολιτισμού στη διασπορά. Η πρωτοβουλία της μάλιστα να εκδώσει το περιοδικό «Ελληνίδα/Hellenica» (1949-1955), αρχικά στα ελληνικά, μετέπειτα ελληνικά-αγγλικά, «έδωσε τη δυνατότητα να μορφωθούν και να ψυχαγωγηθούν χιλιάδες αναγνώστες και αναγνώστριες σε διάσπαρτα μέρη στη Βόρεια Αμερική, όπως μαρτυρούν οι συνδρομές και τα δημοσιευμένα σχόλια». Πληροφορεί η Θεοδώρα Δ. Πατρώνα, μέλος του ΕΔΙΠ στο Τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας ΑΠΘ. Συνάντησε τυχαία για πρώτη φορά το 2013 το όνομα της Ιφιγένειας Κοπάδη, καθώς αναζητούσε «το έργο γυναικείων μορφών στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα» στο Sacramento State University (Ελληνική Συλλογή Τσακόπουλου).

Από το περιοδικό «Ελληνίδα» σώζονται ελάχιστα αντίτυπα, φυλασσόμενα σε κλειστές συλλογές και βιβλιοθήκες Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων των ΗΠΑ. Σπάνια είναι επίσης τα έργα της Γκίκα. Η πρωτοβουλία του Φιλολογικού, Ιστορικού, Λογοτεχνικού Συνδέσμου (ΦΙΛΟΣ) Τρικάλων να επανεκδώσει την ποιητική της συλλογή «Γιούλια» στη σειρά «Τρικαλινοί λογοτέχνες» (επιμέλεια της φιλολόγου Στεργιανής Ζήσης και του Προέδρου του ΦΙΛΟΣ, Θεόδωρου Νημά), όπως και των εκδόσεων Κ. & Μ. Σταμούλη να τη χρηματοδοτήσουν, είναι για τον λόγο αυτό σπουδαία. Η Γκίκα ανήκει στις ελάχιστες δραστήριες και πρωτοπόρες γυναίκες των αρχών του εικοστού αιώνα, όταν τα έμφυλα στερεότυπα κυριαρχούσαν, η γυναίκα περιοριζόταν στον ρόλο της μητέρας και της συζύγου, η μετανάστρια δεν διέθετε ούτε τη βασική μόρφωση.

Τη συλλογή εντόπισε σε Βιβλιοθήκη της Δυτικής Μακεδονίας ο καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας στο ΑΠΘ, Λάμπρος Βαρελάς, ο οποίος και προμήθευσε φωτοαντίγραφό της στη Βιβλιοθήκη του ΦΙΛΟΣ, το 1995. Η έκδοση συνοδεύεται από ιδιαίτερα κατατοπιστικές σημειώσεις της Στεργιανής Ζήση και της Θεοδώρας Πατρώνα.

Τα ποιήματα κατανέμονται σε δύο ενότητες («Γιούλια», «Παλμοί»), είναι έμμετρα (πλεχτής επί το πλείστον ομοιοκαταληξίας) και αποτελούν καθρέφτη των ποιητικών τάσεων του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα στην Ελλάδα. Στο «Παράρτημα» ενσωματώνεται δίγλωσσο ποίημα της Γκίκα (γαλλικά και ελληνική μετάφραση Παναγιώτη Γρηγορίου), για τον Στέφανο Κανούτα, εξάδελφό της («εφονεύθη στις 3 Ιουλίου 1921», στη Μικρά Ασία), όπως και το πρώτο της ποίημα (29.1.1909, εφημερίδα «Θάρρος» Τρικάλων).

Ο ποιητικός λυρισμός της Γκίκα φέρει κράμα ανεκπλήρωτων ονείρων και απόγνωσης, ερωτικής απώλειας και προσμονής. Ενα ποιητικό υποκείμενο μελαγχολικό και αβέβαιο ψάχνει διαρκώς την ολοκλήρωσή του· ταυτίζεται με τη φύση και διψά για το απόλυτο, εξιδανικεύει τον έρωτα και υποφέρει από υπαρξιακή αγωνία, αναπολεί το παρελθόν. Επηρεασμένα από τον γαλλικό και βελγικό ρομαντισμό τα ποιήματα, τον Σολωμό, συνομιλούν με έργα του Λαμαρτίνου, του Συλί Προυντόμ (1ο βραβείο Νόμπελ, 1901), της Barrone de Baye, άλλων ποιητών και ποιητριών. Εκφέρονται σε πρώτο ενικό πρόσωπο ή διαμορφώνουν διαλόγους με ένα κεφαλαιογράμματο συνήθως «Εσύ» (φως, φύλλα, ελπίδα, Μούσα, καρδιά, ο αγαπημένος). Αφθονούν τα αρχετυπικά σύμβολα (φεγγάρι, σύννεφα, κήπος, άνεμος, κύμα), η ονειροπόληση, η σκοτεινιά, οι τάφοι.

Η εικονοποιία, οι αναδιπλώσεις, οι αναλογίες με τη φύση και τον θάνατο, ο ερωτηματικός τόνος, τα ασύνδετα, δημιουργούν κλίμα φόρτισης και αμεσότητας, προφορικότητας, αλλά και συμβολισμού με γνωρίσματα την εσωτερικότητα και τη μουσικότητα, την υπαινικτικότητα, τη χρήση στοιχείων της φύσης ως συμβόλων προκειμένου να εκφραστούν ψυχικές καταστάσεις.

Η ποιητική συλλογή της Ιφιγένειας Γκίκα, «Γιούλια», αποτελεί τεκμήριο μιας εποχής, της αδιερεύνητης επίσης εν πολλοίς ακόμη γυναικείας συνεισφοράς στην ελληνοαμερικανική λογοτεχνία το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Η έκδοσή της φέρει στην επικαιρότητα μια πρωτοπόρα αλλά άγνωστη Ελληνίδα, την πρώτη ποιήτρια της Θεσσαλίας στις αρχές του περασμένου αιώνα.

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.