Πρώτα μια καθαρά εμπειρική παρατήρηση. Στην Ελλάδα ευκολότερα ανοίγεις κόμμα παρά σουβλατζίδικο.

Κόμμα μπορεί να φτιάξει όποιος θέλει κι όποτε θέλει. Ενώ το σουβλατζίδικο έχει και μερικές υποχρεώσεις.

Στο πλαίσιο αυτής της εθνικής παράδοσης έχουμε να επιδείξουμε αναρίθμητα κόμματα που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο έφτασαν, πλησίασαν ή και διάβηκαν την πόρτα του Κοινοβουλίου.

Σε διακριτές κατηγορίες.

n Πρώτον, τα δεξιογενή. Εθνική Παράταξη, Κόμμα Νεοφιλελευθέρων, ΔΗΑΝΑ, Πολιτική Ανοιξη, Φιλελεύθεροι, ΛΑΟΣ, Δράση, Δημοκρατική Συμμαχία, ΑΝΕΛ, Φωνή Λογικής…

Και τα πιο δεξιά τους: ΕΠΕΝ, Χρυσή Αυγή, Νίκη, Σπαρτιάτες, Ελληνική Λύση…

n Δεύτερον, τα πασοκογενή. Σοσιαλιστική Πορεία, Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, Ριζοσπαστικό Κίνημα, ΔΗΚΚΙ, Κοινωνική Συμφωνία, ΚΙΔΗΣΟ…

n Τρίτον, τα αριστερά. ΚΚΕ Εσωτερικού, ΕΑΡ, ΕΔΑ, ΔΗΜΑΡ και πιο πρόσφατα ΛΑΕ, Πλεύση Ελευθερίας, ΜέΡΑ25, Νέα Αριστερά…

n Τέταρτον, τα πιο ανάλαφρα. ΚΟΔΗΣΟ, Ποτάμι, Ενωση Κεντρώων, Κίνημα Δημοκρατίας…

Ο κατάλογος δεν είναι εξαντλητικός. Και φυσικά δεν περιλαμβάνει τα αναρίθμητα κόμματα και κομματίδια που διαφεύγουν την προσοχή μας σε όλο το πολιτικό φάσμα. Που ζουν και πεθαίνουν μακριά από το οπτικό μας πεδίο.

Θετικό, θα μου πείτε. Το ενδιαφέρον για τα κοινά είναι ένδειξη υγείας της δημοκρατίας μας. Οπως κι αν το εκφράζει κανείς.

Κι ασφαλώς δεν πρόκειται να διαφωνήσω.

Αλλά με μια παρατήρηση: από όλες τις παλαιότερες προσπάθειες, σχεδόν καμία δεν επιβιώνει στις μέρες μας – και δεν εννοώ φυσικά τα κόμματα πρόσφατης εσοδείας...

Με άλλα λόγια, στην Ελλάδα όχι μόνο ανοίγεις κόμμα ευκολότερα από σουβλατζίδικο, αλλά το κλείνεις κιόλας με την ίδια ευκολία.

Υπό αυτήν την έννοια, τρία νέα υποθετικά κόμματα διαφαίνονται στον ορίζοντα και συζητούνται. Σχηματικά, το κόμμα Σαμαρά, το κόμμα Τσίπρα και το κόμμα Καρυστιανού.

Ολες οι περιπτώσεις δεν είναι ίδιες.

Το κόμμα της Καρυστιανού είναι μια εντελώς ασυνήθιστη περίπτωση από το πουθενά, της οποίας η υπόσταση και οι αντοχές δύσκολα μπορούν να προεξοφληθούν.

Στην πραγματικότητα, κανείς δεν ξέρει. Ούτε τι συμβαίνει, ούτε τι θα συμβεί σε έναν χώρο συγκινησιακής φόρτισης κι αναπάντεχης προσωπικής δημοσιότητας, χωρίς πολιτικές συντεταγμένες.

Το κόμμα Σαμαρά είναι πιο ορθόδοξη περίπτωση μιας κίνησης που προκύπτει από μια εσωκομματική σύγκρουση.

Εως τώρα η σύγκρουση του Σαμαρά με τον Μητσοτάκη είναι γνωστή, οι αιτιάσεις έχουν διατυπωθεί, αλλά παραμένει αδιευκρίνιστο το περιεχόμενό της.

Ακόμη κι αν καταφανώς περιέχει προσωπικά χαρακτηριστικά τα οποία δύσκολα μπορεί να συγκροτήσουν αφήγημα, ακόμη λιγότερο να αξιολογηθούν πολιτικά.

Το κόμμα Τσίπρα είναι πιο σαφές διότι υπακούει και σε μια υπαρξιακή ανάγκη. Χωρίς κάποιας μορφής συγχώνευση και εκλογική συμπόρευση, ο παλαιός χώρος του ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει ουσιαστικά να μείνει εκτός της επόμενης Βουλής.

Δεν είναι τυχαία η αγωνία που το περιβάλλει. Από τον σημερινό πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ που εξαγγέλλει συμπόρευση με τον προκάτοχό του μήπως αποφύγει τον καταποντισμό έως τους βουλευτές Γιαννούλη ή Καραμέρο που περιφέρουν από κανάλι σε κανάλι την ανεξάντλητη διαθεσιμότητά τους.

Θεωρητικά δηλαδή το κόμμα Τσίπρα δείχνει και πιο στέρεη πολιτική επιδίωξη.

Δύο νέα στοιχεία.

n Πρώτον, οι διεργασίες αυτές, όσες ευδοκιμήσουν κι όσες ακολουθήσουν, συντελούνται σε ένα πολιτικό σκηνικό με έντονα στοιχεία ρευστότητας, κοινωνικής δυσπιστίας κι αμφισβήτησης.

Αυτό προφανώς τις ενισχύει. Αλλά δεν τις καθιερώνει.

Η θεωρία ότι οι πολιτικές ταυτότητες έχουν καταρρεύσει κι ότι «όλοι παίρνουν από όλους» είναι εντελώς αντιεπιστημονική.

Καμία ψήφος δεν είναι φτερό στον άνεμο και κατά κανόνα οι ψηφοφόροι κινούνται μεταξύ συγκεκριμένων επιλογών. Αλλά πάντως το εύρος των επιλογών αυτών έχει διευρυνθεί.

n Δεύτερον, δεν έχουμε έως τώρα καμία δημοσκοπική ή άλλη ένδειξη ότι τα τρία υποτιθέμενα κόμματα ή έστω κάποιο από αυτά ανατρέπει ή αναστατώνει το πολιτικό σκηνικό.

Ακόμη κι όσοι πιστώνουν το κόμμα Τσίπρα με ένα 10%-12% παραδέχονται ότι προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα από ένα μέρος του.

Συνεπώς ευρύτερη αναταραχή δεν φαίνεται να προκύπτει. Παρ’ όλο που σίγουρα από κάποιους θα κόψουν και σε κάποιους θα προσθέσουν.

Για έναν πολύ απλό λόγο, τόσο απλό, που δυσκολεύομαι να καταλάβω γιατί τον προσπερνούν οι αναλυτές. Επειδή κανένα από τα τρία υποτιθέμενα εγχειρήματα δεν αγγίζει το «σύστημα διακυβέρνησης».

Κι αυτή η έλλειψη γίνεται πραγματικά αισθητή όχι μόνο τώρα που δεν εκκρεμεί κάποια εκλογική διαδικασία, αλλά όλο και περισσότερο στον δρόμο προς τις εκλογές.

Προφανώς λοιπόν τέτοιες κομματικές πρωτοβουλίες μπορούν να διασφαλίσουν κάπως την ύπαρξή τους, αλλά δύσκολα θα εγγυηθούν το μέλλον τους. Το αποδεικνύει και η βραχύβια ύπαρξη των μικρότερων κομμάτων τα τελευταία πενήντα χρόνια.

Αν το σκεφτεί κανείς η μοναδική περίπτωση μικρού κόμματος που μεγάλωσε, κυβέρνησε και τώρα κινδυνεύει να διαλυθεί είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ανάλογη είναι και η πορεία του ΠΑΣΟΚ αλλά εκτείνεται σε πολύ μεγαλύτερο διάστημα.

Πράγμα που δείχνει πως με την εξαίρεση του ΚΚΕ η εμπλοκή στο «σύστημα διακυβέρνησης» αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη διατήρηση και την ανάπτυξη του κομματικού συστήματος.

Οσοι μετέχουν στο «σύστημα διακυβέρνησης» με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έχουν αυξημένες πιθανότητες πολιτικής διάρκειας.

Με άλλα λόγια, η συμβουλή «φτιάξε κι εσύ ένα κόμμα!» φαίνεται παρακινδυνευμένη. Ιδίως που τίποτα δεν εγγυάται όχι μόνο την επιτυχία, αλλά ούτε καν την επιβίωση μιας τέτοιας προσπάθειας.

Αλλά αυτό φυσικά δεν εμποδίζει τους πολίτες αυτής της χώρας να δοκιμάζουν τις αντοχές και τις φιλοδοξίες τους.

Να προσπαθούν, να διατίθενται και να αποτυγχάνουν ή να επιτυγχάνουν. Χωρίς καν την εμπλοκή του Καραχάλιου ή του Νικολόπουλου στην προσπάθεια.