«Τέρμα ο λαϊκισμός. Ο λαός της Αργεντινής αποφάσισε να αφήσει πίσω του εκατό χρόνια παρακμής» διατρανώνει ο Χαβιέρ Μιλέι. Ενας αυτοαποκαλούμενος «αναρχοκαπιταλιστής», ιδεολογικός σύμμαχος του Ντόναλντ Τραμπ και πλέον πρότυπο για ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης. Εξελέγη προ διετίας πρόεδρος της δεύτερης μεγαλύτερης χώρας της Νότιας Αμερικής με σήμα-κατατεθέν ένα αλυσοπρίονο, υποσχόμενος να πετσοκόψει το κράτος – και δη το κοινωνικό – στο πλαίσιο μιας ακραία νεοφιλελεύθερης «θεραπείας-σοκ». «Υπάρχουν πολύ περισσότεροι Αργεντινοί που θέλουν να προχωρήσουν μπροστά από εκείνους που θέλουν να πάνε πίσω» υποστήριξε στην επινίκια ομιλία στα κεντρικά γραφεία του κόμματός του στο Μπουένος Αϊρες, μετά τον αναπάντεχο εκλογικό του θρίαμβο στις ενδιάμεσες εκλογές της Κυριακής έναντι της περονικής κεντροαριστερής αντιπολίτευσης.
Συνέβη κόντρα στις δημοσκοπήσεις, τη βαριά ήττα του Μιλέι στις τοπικές εκλογές του Σεπτεμβρίου στο Μπουένος Αϊρες, τα σκάνδαλα διαφοράς στον άμεσο κύκλο του, τη στασιμότητα της χρόνιας πολύπαθης εθνικής οικονομίας, την απώλεια 250.000 θέσεων εργασίας επί των ημερών του και το γεγονός ότι ένα τρίτο του πληθυσμού των περίπου 46 εκατομμυρίων κατοίκων παραμένει βυθισμένο στη φτώχεια. Ομως η Αργεντινή των τελευταίων δύο χρόνων έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο «κοινωνικό πείραμα» του νεοφιλελευθερισμού, με τον Μιλέι να επαίρεται για τη μείωση του πληθωρισμού, από 200% το 2023 πέριξ του 30% τον περασμένο Σεπτέμβριο, καθώς και για το πρώτο δημοσιονομικό πλεόνασμα της Αργεντινής εδώ και 14 χρόνια.
Επετεύχθη μέσα από αιματηρές περικοπές δαπανών με το προεδρικό «αλυσοπρίονο» σε δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα και «ψαλίδι» σε υποδομές, υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, ακόμη και στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για τους συνταξιούχους. Για να αποτρέψει δε την υποτίμηση του πέσο, η κυβέρνηση της Αργεντινής εξάντλησε τα αποθεματικά της σε δολάρια, ακόμη και μετά τη λήψη δανείου 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το ΔΝΤ. Τελικά, στράφηκε στον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έσπευσε να διασώσει τον Μιλέι με ένα πακέτο οικονομικής στήριξης συνολικού ύψους 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων, υπό την προϋπόθεση ότι το κόμμα του θα επικρατούσε στις ενδιάμεσες εκλογές της 26ης Οκτωβρίου.
Κατά πολλούς αναλυτές, αυτή η παρέμβαση αποτελεί τη μεγαλύτερη έμμεση «εξαγορά ψήφων», ενόσω οι ΗΠΑ επιχειρούν στην εποχή Τραμπ 2.0 επιστροφή στον ρόλο του γεωπολιτικού «χωροφύλακα» στη Λατινική Αμερική. Βρίσκεται σε εξέλιξη με πρόσχημα τον πόλεμο κατά των καρτέλ ναρκωτικών και τη συγκέντρωση μιας πρωτοφανούς δύναμης κρούσης στη Νότια Καραϊβική, βάζοντας άμεσα στο «στόχαστρο» το σοσιαλιστικό καθεστώς του Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα, δευτερευόντως την Κολομβία υπό την προεδρία του αριστερού Γουστάβο Πέτρο και εμμέσως την αυξανόμενη περιφερειακή επιρροήςτης Κίνας. Ως εκ τούτου, η νίκη του Μιλέι στις κάλπες της Κυριακής – που σηματοδοτεί άρση των νομοθετικών περιορισμών στην Κάτω Βουλή για το προεδρικό βέτο και εντατικοποίηση των πολιτικών υπέρ της ελεύθερης αγοράς στην Αργεντινή – εκλαμβάνεται από την κυβέρνηση Τραμπ ως οιονεί δική της νίκη.
«Είχε πολλή βοήθεια από εμάς» είπε ο πρόεδρος Τραμπ για τον Μιλέι, εν μέσω της περιοδείας του στην Ασία, με αποκορύφωμα την προγραμματισμένη συνάντησή του με τον κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ την Πέμπτη στη Νότια Κορέα. «Αποκτούμε μια πραγματικά ισχυρή εικόνα στη Νότια Αμερική» συμπλήρωσε, έχοντας σπεύσει να συγχαρεί πρώτος τον Χαβιέρ Μιλέι. Πράγματι, «είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ένα παρόμοιο αποτέλεσμα, αν ο Μιλέι βυθιζόταν σε μια οικονομική κρίση» επισημαίνει στους «New York Times» o Μπέντζαμιν Τζένταν, διευθυντής του προγράμματος Λατινικής Αμερικής στο Κέντρο Στίμσον, μια αμερικανική δεξαμενή σκέψης με έδρα την Ουάσιγκτον. Κατά τον Μιγκέλ ντε Λούκα, πολιτικό επιστήμονα στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Αϊρες, η υποστήριξη του Τραμπ ήταν πράγματι καθοριστική στην αποτροπή περαιτέρω επιδείνωσης της οικονομίας της χώρας τις τελευταίες εβδομάδες. «Ομως δεν νομίζω ότι επηρέασε τις αποφάσεις των ψηφοφόρων» δήλωσε στην «Guardian».
Αν και τα αποτελέσματα των πειραμάτων της «θεραπείας-σοκ» του Μιλέι παραμένουν αβέβαια, «ο κόσμος ψήφισε υπό τον φόβο της αποσταθεροποίησης και της επιστροφής στο οικονομικό χάος» των περασμένων ετών, εκτιμά μιλώντας στους «New York Times» ο Ντάνιελ Στέινγκαρτ, διευθυντής του ερευνητικού κέντρου Fundar στο Μπουένος Αϊρες. «Είναι σαφές ότι μπορούμε τώρα να προχωρήσουμε πιο αποφασιστικά για να κάνουμε την Αργεντινή ξανά σπουδαία» διακηρύττει τώρα ο Μιλέι. Θέτει ως νέα προτεραιότητα τις «μεταρρυθμίσεις δεύτερης γενιάς», με αντιλαϊκά μέτρα για ξεχείλωμα του εργασιακού, του συνταξιοδοτικού και του φορολογικού πλαισίου. «Τα χειρότερα πέρασαν» υποστηρίζει, δαιμονοποιώντας τους περονιστές και επενδύοντας στην πόλωση.
Αν και οι ενδιάμεσες εκλογές δείχνουν ότι ένα σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος είναι πρόθυμο πια να δεχτεί το «πικρό φάρμακο» του Μιλέι, ο ίδιος δεν έχει «λευκή επιταγή». Η προσέλευση στις ενδιάμεσες εκλογές ήταν στο 67,85%, η χαμηλότερη από την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Αργεντινή, το 1983. Χρειάζεται δε την ψήφο περίπου 20 νομοθετών εκτός του συνασπισμού του για να περάσει νόμους και μεταρρυθμίσεις, επισημαίνει η «Guardian», όπερ σημαίνει ότι θα πρέπει να διαπραγματευτεί με μέλη εκτός του συνασπισμού του, τα οποία ασκούν σημαντική επιρροή στα μέλη του Κογκρέσου.







