Η προαναγγελθείσα απόρριψη από την κυβερνητική πλειοψηφία των προτάσεων σύστασης Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ οδηγεί σε πολύ ενδιαφέροντα και ενδεχομένως απρόβλεπτα μονοπάτια, τόσο πολιτικά, όσο και νομικά.

Πολιτικά, σηματοδοτεί την πλήρη εγκατάλειψη των κεντρώων μεταρρυθμιστικών φιλοδοξιών του Πρωθυπουργού, ο οποίος δείχνει να υποτάσσεται οριστικά στη δεξιά πτέρυγα του κόμματός του. Σε συνδυασμό με τις στρατηγικές επιλογές του σε μια σειρά από καίρια ζητήματα, από το Μεταναστευτικό έως το πρόσωπο του ΠτΔ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξαναγκάζεται πλέον να ευθυγραμμιστεί με ό,τι πιο παλαιοκομματικό, αναχρονιστικό και καθυστερημένο πολιτικά διαθέτει η παράταξή του. Είτε η επιλογή του αυτή είναι συνειδητή, είτε αποτέλεσμα μιας ιδιότυπης ομηρείας, στην οποία έχει τεθεί από τη δεξιά του πτέρυγα, είναι απορίας άξιο πώς θα αντιμετωπιστεί αυτή η στροφή από τους συμπολίτες μας που κάποτε τον εμπιστεύτηκαν για να χτίσει την Ελλάδα 2.0 και σήμερα τον βλέπουν με βουτιές στο παρελθόν να ψάχνει σανίδα σωτηρίας στο «όλοι τα ίδια με εμάς έκαναν».

Νομικά, τα πράγματα είναι ακόμα πιο ενδιαφέροντα και λιγότερο προφανή.

Εκ πρώτης όψεως, ο κυρίως ωφελούμενος από το θάψιμο της ευρωπαϊκής δικογραφίας είναι ο κ. Μ. Βορίδης: Οι τυχόν ευθύνες του για τις δύο κορυφαίες ενέργειες, με τις οποίες φέρεται ότι προσέφερε συνδρομή και διευκόλυνε σημαντικά τη δράση του εγκληματικού κυκλώματος, παραγράφονται στις 5/9/2025. Η πρώτη ενέργειά του είναι η υπογραφή της πρόδηλα παράνομης κατανομής βοσκοτόπων του 2019 και η δεύτερη είναι η απομάκρυνση του προέδρου του ΟΠΕΚΕΠΕ Γρηγορίου Βάρρα που είχε αρχίσει τους ελέγχους, τις μηνύσεις και τις δεσμεύσεις ΑΦΜ – αποτελούσε δηλαδή υπαρξιακή απειλή για το κύκλωμα. Και οι δύο αυτές ενέργειες έγιναν πριν από την αναθεώρηση του Συντάγματος στα τέλη του 2019. Κατά συνέπεια, ακόμα και αν προκύψουν νέα στοιχεία που να δικαιολογούν νέα πρόταση στο μέλλον, η υπόθεση δεν θα μπορεί να επανεξεταστεί λόγω συμπλήρωσης της αποσβεστικής προθεσμίας. Επομένως, το κεφάλαιο ΟΠΕΚΕΠΕ σε ό,τι αφορά τον κ. Βορίδη – πιθανότατα – λήγει κάπου εδώ.

Για τον κ. Αυγενάκη τα πράγματα είναι διαφορετικά, καθώς η θητεία του ξεκίνησε μετά τις εκλογές του 2023 και η προθεσμία για εκείνον συμπληρώνεται δύο χρόνια μετά τις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Με δεδομένο μάλιστα ότι κατά τη δική του περίοδο υπήρχαν άρσεις απορρήτου και δεκάδες καταγγελίες, ενώ η εισαγγελική έρευνα συνεχίζεται, είναι σχεδόν βέβαιο ότι προσεχώς θα ανακύψουν και νέα στοιχεία που θα επιτρέψουν την εκ νέου κίνηση της διαδικασίας του άρθρου 86 Σ., ειδικά εφόσον αλλάξει η πλειοψηφία της Βουλής στις επόμενες εκλογές.

Τα παραπάνω είναι τα προβλέψιμα. Τα νομικά όμως ενίοτε μπορεί να γίνουν και απρόβλεπτα: Η επιλογή της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας να ζητήσει την κίνηση της διαδικασίας του άρθρου 86 Σ. μόνο για το αδίκημα της απιστίας και όχι για τα λοιπά διερευνώμενα στο πλαίσιο της βασικής δικογραφίας αδικήματα, όπως αυτό για παράδειγμα της εγκληματικής οργάνωσης, μπορεί να φανερώνει και άλλους σχεδιασμούς. Σύμφωνα με μια γνωστή και δημοφιλή σε νομικούς κύκλους θεωρία, το εν λόγω αδίκημα δεν απαιτεί την κίνηση της διαδικασίας περί ευθύνης υπουργών διότι δεν συνδέεται με την εκτέλεση των υπουργικών καθηκόντων. Εκεί δεν υπάρχει καμία βιασύνη για τους εισαγγελείς, καθώς ισχύει η κοινή παραγραφή. Το μόνο που απαιτείται, εφόσον πρόκειται για βουλευτή κατά τον χρόνο κίνησης της δίωξης, είναι ένα αίτημα άρσης ασυλίας. Φανταστείτε ένα τέτοιο αίτημα να έρχεται αύριο στη Βουλή. Ποιος θα αναλάμβανε το κόστος να το απορρίψει;

Ο Χρήστος Κακλαμάνης είναι νομικός και γραμματέας του τομέα Δικαιοσύνης του ΠΑΣΟΚ