Ασυζητητί με τον Χαρίλαο Φλωράκη, για ένα εκατομμύριο λόγους. Είκοσι χρόνια τώρα μου λείπουν αφάνταστα η πηγαία θυμοσοφία του, οι διηγήσεις, το χιούμορ, οι επισημάνσεις και τα ξενύχτια στο σπίτι του με σπανακόπιτες και τραγούδια. Αυτός ο άνθρωπος, που στη ζωή του γνώρισε μόνο φουρτούνες και αφάνταστες δυσκολίες και τις αντιμετώπισε όλες με την παλικαριά και την αποφασιστικότητα του κομμουνιστή, ήταν πάντα η χαρά της ζωής και η ψυχή της παρέας. Διακοπές μαζί του θα ήταν δώρο ζωής, γιατί θα συνεχίζαμε όσες κουβέντες, εξομολογήσεις κι αποκαλύψεις αφήσαμε στη μέση. Θα θυμόμασταν εκείνο το ατίθασο αγόρι από το Παλιοζογλώπι, που στα 15 του ανακάλυψε τον κομμουνισμό, την οργάνωσή του στην ΟΚΝΕ, τη δράση κατά της 4ης Αυγούστου, τη γενναιότητά του στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ, θα λέγαμε για τις διώξεις, τις εξορίες, τις περιβόητες δίκες «επί κατασκοπία», την παρανομία, τις φυλακίσεις, τα στρατοδικεία, για τη θρυλική 1η Μεραρχία του ΔΣΕ, που τρέλαινε τις κυβερνητικές δυνάμεις και που τον κατοχύρωσε ως «Καπετάν Γιώτη». (Δεν του άρεσαν τα ψευδώνυμα, αλλά αυτό ήταν και φόρος τιμής σε κάποιον ρουμελιώτη ήρωα.) Θα του ζητούσα να μου πει πάλι (και με περισσότερες λεπτομέρειες) για εκείνους τους πέντε μήνες στην απομόνωση, τότε που δεν μπορούσε ούτε να σηκωθεί ούτε να σταθεί όρθιος. Κι εκείνος αντί να θυμηθεί τα βασανιστήρια μέσα στο πηχτό σκοτάδι ενός κλουβιού, που είχε 1,5 μ. ύψος, 1,2 μ. μήκος και 0,70 φάρδος, θυμόταν και γελούσε με την… υπόθεση «μπέιβιν». «Μπέιβιν» αποκαλούσαν οι κρατούμενοι το ουροδοχείο. Ομως, Μπέιβιν ονομαζόταν ο τότε υπουργός της Αγγλίας και οι Αγγλοι εκείνη την εποχή συμμετείχαν ενεργά στην τρομοκρατία σε βάρος του κινήματος. Μόνο που κανείς τότε δεν μπορούσε να πει τον Μπέιβιν καθοίκι. Οπότε οι κρατούμενοι είπαν το καθοίκι Μπέιβιν και η ονοματοδοσία επισημοποιήθηκε. Το ωραίο ήταν πως μέχρι και οι φύλακες το έλεγαν έτσι. Κι εκεί ανάμεσα σε γέλια, τσίπουρα και στις θρυλικές πίτες της αδελφής του, θα έμπαινε στην κουβέντα μας – διά της πλαγίας οδού – και ο Μαρξ. Διηγούνταν πως κάποτε μπήκαν αγριεμένοι οι φύλακες στον θάλαμό τους και πήραν όποιο βιβλίο, όσες φωτογραφίες και σημειώματα βρήκαν. Ενας συγκρατούμενός του είχε πάνω από το κρεβάτι του τη φωτογραφία του Μαρξ. Κι όταν πάει ο φύλακας να τη σκίσει, αρχίζει να τον παρακαλάει να μην το κάνει. Ο φύλακας τον ρωτάει «γιατί, ποιος είναι αυτός;».

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ