Με έναν τίτλο, Επιτέλους μόνος, που ανατρέπεται από το περιεχόμενο του βιβλίου, αφού κάθε άλλο παρά μόνος αποδεικνύεται πως είναι μέσα στις σελίδες του έργου του, ο Θανάσης Νιάρχος επιχειρεί να κλείσει μέρος του παρελθόντος του σε ένα πόνημα που από πρώτη άποψη θυμίζει ημερολόγιο, στην πραγματικότητα όμως είναι ένα κολάζ από στιγμές και πρόσωπα που ζυμώθηκαν με τον συγγραφέα και προσδιόρισαν σε μεγάλο βαθμό την πορεία του μέσα στη ζωή και μέσα στην τέχνη. Αυτή η ακροβασία, αυτή η μοναδική ισορρόπηση ανάμεσα στην κίνηση του πνεύματος και στην κίνηση της ζωής αποτελεί το πρώτο, αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του βιβλίου. Διαβάζοντας κανείς έχει την αίσθηση πως εισέρχεται μέσα σε έναν εργαστήρι στο οποίο τεχνουργείται η ώσμωση της διανόησης με την πραγματικότητα ή, το ακριβώς αντίθετο, ο διαχωρισμός δηλαδή και η διάκρισή τους κατά τρόπο όμως απόλυτα συμφιλιωτικό, αρμονικό, εξισορροπητικό. Οι περιγραφικές αφηγήσεις του Νιάρχου φέρουν έντονα τη φόρτιση αυτή και είναι πραγματικά αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η όλη αναστροφή του με την τέχνη και τους ανθρώπους της παρουσιάζεται ως ένα σύνολο ζωής, ως ένας «οργανισμός» που έχει τους ίδιους κώδικες με την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, διαφέρει όμως – αισθητά – στο χρώμα. Γιατί αυτό που αναδεικνύεται από τις αποτυπώσεις των στιγμών και των στιγμιοτύπων που ανακαλεί ο Νιάρχος είναι ένας κόσμος πολύχρωμος, ζωηρός, γεμάτος ένταση και πάθος – ακόμα και στις πιο συνήθεις και καθημερινές του πράξεις και πρακτικές.


Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ