Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Την τελευταία Κυριακή του Μαΐου η πρωθυπουργός της Γαλλίας, η Ελιζαμπέτ Μπορν, παραχώρησε μια συνέντευξη στο Radio J. Εκεί δήλωσε πως δεν πιστεύει καθόλου στην «κανονικοποίηση» (ή «αποδαιμονοποίηση», αν προτιμάτε) της Εθνικής Συσπείρωσης, του κόμματος της Μαρίν Λεπέν. «Πιστεύω ότι δεν πρέπει να "κοινοτοποιούμε" τις ιδέες της, οι ιδέες της είναι πάντα οι ίδιες. Μπορεί η Εθνική Συσπείρωση να δείχνει πως σέβεται πλέον τις συμβάσεις, συνεχίζω όμως να πιστεύω ότι πρόκειται για μια επικίνδυνη ιδεολογία» επισήμανε, απαντώντας με μια απόλυτη κατάφαση στην ερώτηση αν είναι το κόμμα «κληρονόμος» του Πετέν - του επικεφαλής του καθεστώτος του Βισί, που συνεργάστηκε με τη ναζιστική Γερμανία.
Είναι γνωστό πως συμμετείχαν πετενιστές στην ίδρυση του Εθνικού Μετώπου. Ανάμεσα στα ιδρυτικά του μέλη, πέραν του Ζαν-Μαρί Λεπέν, ήταν και ένας αξιωματικός των Waffen SS, ο Ξαβιέ Μπερτράν. Ως φοιτητής, ο Λεπέν διένειμε την πρώτη φιλοπετενική εφημερίδα του Μεταπολέμου, κατόπιν ανέλαβε την (επιτυχημένη) νεοπετενική προεκλογική εκστρατεία του Ζακ Ιζορνί, δικηγόρου του Πετέν για μια βουλευτική έδρα. Μπορεί η Μαρίν Λεπέν να «αποκλήρωσε» πολιτικά τον πατέρα της το 2015, μετά το νιοστό αντισημιτικό του ξέσπασμα, και να άλλαξε το όνομα του κόμματος τρία χρόνια αργότερα, εξακολουθεί ωστόσο να αρνείται κάθε ευθύνη της Γαλλίας στα εγκλήματα που διαπράχθηκαν επί Κατοχής και η ιδεολογία την οποία υπερασπίζεται παραμένει επικίνδυνη: είναι βασισμένη στην εθνική προτίμηση, δηλαδή την απόρριψη του ξένου, αποδιοπομπαίου τράγου για όλα τα γαλλικά δεινά.
Δεν εξέφρασε, λοιπόν, καμία ανιστόρητη άποψη η Ελιζαμπέτ Μπορν. Ούτε υπερέβαλε όταν χαρακτήρισε «πιθανή» μια νίκη της Λεπέν στις επόμενες προεδρικές εκλογές: στον δεύτερο προεδρικό γύρο του 2022 η ηγέτιδα της Ακροδεξιάς εξασφάλισε 13 εκατομμύρια ψήφους, στις περσινές κοινοβουλευτικές εκλογές το κόμμα της εξέλεξε 89 βουλευτές. Αναμενόμενα, βέβαια, οι Λεπέν και Σία εξεγέρθηκαν, κάνοντας λόγο για «αχρεία και επαίσχυντα» σχόλια τα οποία «σπιλώνουν τους εκατομμύρια Γάλλους που ψηφίζουν Εθνική Συσπείρωση». Λιγότερο αναμενόμενα, οι δηλώσεις αυτές κόστισαν στη γαλλίδα πρωθυπουργό μια ξεκάθαρη επίπληξη από τον γάλλο πρόεδρο, τον Εμανουέλ Μακρόν.
Δεν έγινε μπροστά στις κάμερες αλλά στη διάρκεια του υπουργικού συμβουλίου, ενώ οι υπουργοί συζητούσαν τα αποτελέσματα των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών στην Ισπανία, όπου το ακροδεξιό Vox επαναβεβαίωσε τη θέση του ως τρίτη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη, δείχνοντας πλέον έτοιμο να συγκυβερνήσει με το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα σε ολόκληρη τη χώρα μετά τις πρόωρες εθνικές εκλογές του Ιουλίου. «Η μάχη κατά της Ακροδεξιάς δεν μπορεί να γίνεται πλέον με ηθικά επιχειρήματα» αποφάνθηκε σε αυτό το σημείο ο Μακρόν. «Δεν θα καταφέρετε να κάνετε τους εκατομμύρια Γάλλους που ψήφισαν Ακροδεξιά να πιστέψουν ότι είναι φασίστες» πρόσθεσε. «Πρέπει να απαξιώσουμε» την Εθνική Συσπείρωση δίνοντας έμφαση στην ουσία και τις ασυνέπειές της και όχι με ηθικές στάσεις» συνέχισε - παρότι ο ίδιος έχει επανειλημμένως δηλώσει πως πρέπει να «κοιτάζουμε την Ιστορία κατά πρόσωπο».
Αναμενόμενα, οι δηλώσεις του διέρρευσαν. Και ο ίδιος αναγκάστηκε να επανέλθει δημοσίως στο θέμα την επομένη, από την Μπρατισλάβα: «Πιστεύω πράγματι πως δεν μπορούμε να πολεμήσουμε στις δημοκρατίες μας την Ακροδεξιά μόνο με ιστορικά και ηθικά επιχειρήματα» δήλωσε, διαβεβαιώνοντας εντούτοις πως η πρωθυπουργός του διατηρεί «όλη την εμπιστοσύνη» του.
Αυτή τη φορά, η Εθνική Συσπείρωση έμεινε σιωπηλή. Αντέδρασαν ωστόσο και η Δεξιά και η Αριστερά, κατηγορώντας τον Μακρόν ότι «κοινοτοποιεί» την Ακροδεξιά. Από τους Ρεπουμπλικανούς, ο Ολιβιέ Μαρλέ τού θύμισε πως ήταν η «δαιμονοποίηση» της Εθνικής Συσπείρωσης εκείνη που του επέτρεψε να εκλεγεί το 2017 και να επανεκλεγεί το 2022, χάρη στο «ρεπουμπλικανικό μέτωπο». Από τους Σοσιαλιστές, ο Ολιβιέ Φορ τού επισήμανε πως η Ελιζαμπέτ Μπορν είναι κόρη επιζήσαντα του Ολοκαυτώματος, έχει λοιπόν κάθε δικαίωμα να θυμίζει «το γενεαλογικό δέντρο της Ακροδεξιάς». Από την Ανυπότακτη Γαλλία, τέλος, ο Ερίκ Κοκρέλ επισήμανε εκείνη την ατυχή θέση που είχε πάρει (για λίγο…) ο Μακρόν το 2018, όταν είχε κρίνει «θεμιτό» να αποτίσει η Γαλλική Δημοκρατία φόρο τιμής στους στρατάρχες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, συμπεριλαμβανομένου του Πετέν.
Τελικά, βέβαια, κανείς δεν κατάλαβε γιατί δημιουργήθηκε, εξαρχής, όλο αυτό το θέμα, γιατί παρουσίασε ο Μακρόν ως αλληλοσυγκρουόμενες δύο στρατηγικές που μπορεί κάλλιστα να είναι συμπληρωματικές, γιατί δόθηκε η εικόνα μιας αλλόκοτης ασάφειας στην κορυφή του γαλλικού κράτους. Βαθιά αμηχανία αποπνέουν όλα αυτά, μια έμμεση ομολογία ανημποριάς απέναντι σε κάτι που άλλοτε θεωρούνταν αδιανόητο και πλέον έχει αρχίσει να θεωρείται αναπόφευκτο. Γιατί αυτή η κανονικοποίηση της Ακροδεξιάς δεν αφορά, φυσικά, μόνο τη Γαλλία. Στις ΗΠΑ, η παρουσία του Τραμπ έχει γίνει απλό γεγονός της πολιτικής ζωής, στη Σουηδία οι Σουηδοί Δημοκράτες ετοιμάζονται να συγκυβερνήσουν, στην Αυστρία το Κόμμα Ελευθερίας έρχεται πρώτο στις δημοσκοπήσεις, το ίδιο έδειξε πρόσφατα και μια δημοσκόπηση στη Γερμανία για το AfD - και όποιος νομίζει ότι εδώ στην Ελλάδα τα χειρότερα πέρασαν, αρκεί να υπολογίσει τους ακροδεξιούς σχηματισμούς που κατεβαίνουν εκ νέου υποψήφιοι στις εκλογές και το momentum που έχουν μορφώματα όπως η «Νίκη». Βαδίζουμε αμήχανα προς το σκοτάδι και από «ψηλά» ακούγονται μόνο κοινοτοπίες.