Τακτική «μαστιγίου και καρότου» υιοθετούν αρκετές χώρες της Ευρώπης απέναντι στην Κίνα, στο φόντο της εκρηκτικής αύξησης των κρουσμάτων του COVID-19 που παρατηρείται εκεί. Ετσι, ενώ από τη μία η Κομισιόν φέρεται να έχει προσφέρει βοήθεια σε τεχνικό επίπεδο και χιλιάδες δόσεις εμβολίων προσαρμοσμένων και στα πιο πρόσφατα στελέχη του ιού, διά στόματος της αρμόδιας επιτρόπου Στέλλας Κυριακίδου, από την άλλη τρεις τουλάχιστον χώρες – Ιταλία, Γαλλία και Ισπανία – έχουν αποφασίσει να επαναφέρουν τους ελέγχους στα σύνορα για τους ταξιδιώτες που προέρχονται από την Κίνα.
Την ίδια στιγμή, όπως αποφασίστηκε κατά τη χθεσινή συνεδρίαση της Επιτροπής Υγειονομικής Ασφάλειας της ΕΕ, η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών-μελών συνέκλινε σε ανάληψη δράσης σε τρεις τομείς: την πραγματοποίηση τεστ πριν από την αναχώρηση των ταξιδιωτών από την Κίνα προς την Ευρώπη, την ενίσχυση της παρακολούθησης των λυμάτων και την αυξημένη επιτήρηση και ετοιμότητα εντός της ΕΕ. Περαιτέρω συζήτηση θα διεξαχθεί σήμερα στην IPCR (μηχανισμό αντιμετώπισης κρίσεων), λαμβάνοντας υπόψη τη συμβολή της Επιτροπής Υγειονομικής Ασφάλειας.
Εντονη κριτική
Το Πεκίνο, από την πλευρά του, παρά το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη απαντήσει επισήμως στην προσφορά για βοήθεια, έσπευσε να ασκήσει έντονη κριτική στα μέτρα που λαμβάνονται και να απειλήσει με αντίποινα. «Ορισμένες χώρες έχουν επιβάλει περιορισμούς στην είσοδο, με στόχο αποκλειστικά τους κινέζους ταξιδιώτες. Το μέτρο αυτό στερείται επιστημονικής βάσης και ορισμένες πρακτικές είναι απαράδεκτες» τόνισε χαρακτηριστικά ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών. Η Μάο Νινγκ άφησε δε ανοιχτό το ενδεχόμενο λήψης «αντιμέτρων, στη βάση της αναλογικότητας».
Οι παραπάνω δηλώσεις προκάλεσαν την αντίδραση της γαλλικής κυβέρνησης, με την πρωθυπουργό Ελίζαμπεθ Μπορν να σημειώνει πως «δρα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, προστατεύοντας τους γάλλους πολίτες και ζητώντας τη διεξαγωγή τεστ. Θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι δεν υπάρχουν νέα στελέχη (του ιού) και ενεργούμε στο πλαίσιο των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας» πρόσθεσε η Μπορν.
«Πρόκειται για κανονικότατα μέτρα. Υποβάλλονται στο τεστ πολλοί Κινέζοι αλλά και πολλοί Ιταλοί που φθάνουν από την Κίνα. Το να κάνει κάποιος τεστ για να μπορέσει να προστατευθεί η υγεία δεν είναι καθόλου προσβλητικό. Δεν υπάρχει κάποια πρόθεση να περιοριστούν οι ατομικές ελευθερίες και ούτε να προσβληθεί κανείς» σχολίασε από την πλευρά του ο ιταλός υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Ταγιάνι.
Αποστάσεις από τους ειδικούς
Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι οι εμπειρογνώμονες εγείρουν ερωτήματα αναφορικά με την επιβολή ελέγχων στα σύνορα και την αποτελεσματικότητά τους. Στην ανακοίνωση που εκδόθηκε μετά τη χθεσινή συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) τονίστηκε κατηγορηματικά πως τα στελέχη που κυκλοφορούν στην Κίνα «δεν συνιστούν πρόκληση για το ανοσοποιητικό σύστημα των πολιτών της ΕΕ». Η αιτία είναι ότι διαθέτουν «σχετικά υψηλά ποσοστά επίπεδα ανοσοποίησης και εμβολιασμού» – έστω κι αν αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η πιθανότητα νόσησης το επόμενο διάστημα είναι «πολύ υψηλή».
Η δε Κομισιόν, αφού επανέλαβε την εμπιστοσύνη της στην ECDC και την «επιστημονική προσέγγιση», υπογράμμισε πως «είναι σημαντικό να επισημάνουμε πως δεν διαθέτουν αποδείξεις νέων μεταλλάξεων και κινδύνων σε αυτό το στάδιο». Με τον τρόπο αυτόν άφησε να διαφανεί ότι οι αποφάσεις που ελήφθησαν είναι πρωτίστως πολιτικές – κάτι που αρκετοί έχουν επισημάνει και για την περίπτωση τόσο της Βρετανίας όσο και των ΗΠΑ.
Την ίδια στιγμή, στη διεθνή κοινότητα επικρατεί προβληματισμός για την ακρίβεια και την πληρότητα των στοιχείων που παρέχει το Πεκίνο. Είναι κάτι, άλλωστε, που κατέστη σαφές κατά τη χθεσινή τηλεδιάσκεψη των εμπειρογνωμόνων του ΠΟΥ με τους κινέζους συναδέλφους.







