Περιγραφή εργασίας: Ωράριο ελαστικό. Περιβάλλον κοσμοπολίτικο. Μετακινήσεις δωρεάν. Γραμματειακή και επιστημονική υποστήριξη από πρόσωπα της επιλογής σου. Συμβόλαιο πενταετές. Αποδοχές; Δεκαπενταπλάσιες από τον μέσο συμπολίτη σου. Για να το θέσω γλαφυρότερα, ένα σου μεροκάματο ισοδυναμεί με έναν κατώτατο μισθό στην Ελλάδα. Οσα βγάζει ο ανειδίκευτος υπάλληλος τον μήνα, τα πληρώνεσαι εσύ σε μια μέρα. «Αυτό δεν λέγεται δουλειά αλλά λαχείο!» θα μου πεις. «Λαχείο!» θα συμφωνήσω. «Το λαχείο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».
Θεωρητικά το να συμμετέχεις στο νομοθετικό σώμα τής – όχι και τόσο ενωμένης – Ευρώπης αποτελεί βαρύ και εξαιρετικά υπεύθυνο καθήκον. Στις δικές σου τις πλάτες – και σε άλλων επτακοσίων πενήντα – πέφτει το μέλλον της ηπείρου μας. Εσείς, που εκπροσωπείτε τους λαούς, προάγετε διά της ώσμωσής σας, με τον δημιουργικό διάλογο και τις συνέργειές σας, το κοινό ιδεώδες. Οι κυβερνήσεις των κρατών – μελών λειτουργούν εκ των πραγμάτων εγωιστικά, υπερασπίζεται η καθεμία τα δικά της συμφέροντα. Εσείς υπηρετείτε το όλον. Να μην σας έχουμε στα ώπα ώπα;
Το πολιτικό σύστημα της Μεταπολίτευσης – και τα «αντιευρωπαϊκά» ακόμα κόμματα – έπαιρνε απολύτως στα σοβαρά την εκπροσώπησή μας στην Ευρωβουλή. Στην πρώτη ιδίως εικοσαετία από την ένταξή μας στην ΕΟΚ, στέλνονταν εκεί βαριά ονόματα, με αναμφισβήτητο κύρος. Ο Γιάγκος Πεσμαζόγλου και ο Δημήτρης Τσάτσος. Ο Παρασκευάς Αυγερινός και ο Γιάννης Μαρίνος. Η Μαριέττα Γιαννάκου και η Κατερίνα Δασκαλάκη. Ο Λεωνίδας Κύρκος, ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης αλλά και ο Βασίλης Ευφραιμίδης, φιλοσοβιετικός μεν μέχρι το κόκαλο, πρόσωπο δε σπάνιου ήθους και εργατικότητας.
Μέχρι το 2009, οι ευρωεκλογές στην Ελλάδα διεξάγονταν με λίστα. Δεν έλειπαν ασφαλώς και οι περιπτώσεις που οι πολιτικοί αρχηγοί διόριζαν άτομα άνευ ιδιαίτερης αξίας σε αναγνώριση των κομματικών τους υπηρεσιών. Οι παλαιότεροι θυμούνται κάποιους ευρωβουλευτές μας οι οποίοι συμπεριφέρονταν καθ’ όλη τη θητεία τους σαν βουλιμικοί χωριάτες που τους χαρίστηκε η κότα με τα χρυσά αβγά. Μιλούν ακόμα για εκείνον που κοιμόταν στο γραφείο του στο Στρασβούργο προκειμένου να εξοικονομεί τα έξοδα του ξενοδοχείου. Και για τους άλλους που είχαν βρει το κόλπο να πετούν Αθήνα-Βρυξέλλες τουριστική, να χρεώνουν το Ευρωκοινοβούλιο πρώτη θέση και να ενθυλακώνουν τη διαφορά. Ακόμα και οι κλητήρες – που στους ναούς της ευρωπαϊκής δημοκρατίας φορούν λιβρέες – γελούσαν μαζί τους. Οι ίδιοι ωστόσο, οι μικροπαγαπόντηδες, γελούσαν καλύτερα με τους «κουτόφραγκους» που μήνας μπαίνει – μήνας βγαίνει φούσκωναν τον τραπεζικό τους λογαριασμό. Από το 2014 η λίστα καταργήθηκε. Η εκλογή των ευρωβουλευτών ανετέθη απευθείας στον ελληνικό λαό. Ετσι ξεδιπλώθηκε διάπλατα ένα από τα παράδοξα της δημοκρατίας.
Η ενημέρωση αφενός για ό,τι συμβαίνει στην «καρδιά» της Ευρώπης είναι εντελώς αποσπασματική. Τα έργα και οι ημέρες του Ευρωκοινοβουλίου δεν καλύπτονται ειδησεογραφικά, διότι απλώς δεν πουλάνε. Σπανίως έχουμε εκεί θυελλώδεις συνεδριάσεις, κοκορομαχίες και διαγκωνισμούς. Πώς συνεπώς να κρίνει ο πολίτης ποιοι από τους εκπροσώπους του κάνουν καλά τη δουλειά τους, ώστε να ανανεώσει τη θητεία τους; Ποιες είναι οι απαιτήσεις της θέσης, για να σταυρώσει εκείνους απ’ τους φρέσκους υποψηφίους που διαθέτουν τα προσόντα;
Στις ευρωεκλογές, αφετέρου, όλη η χώρα είναι μία, ενιαία, περιφέρεια. Οπερ σημαίνει ότι εάν θες να διεξαγάγεις κανονικό προεκλογικό αγώνα, να συναντηθείς με τους εν δυνάμει ψηφοφόρους σου για να τους πείσεις να σε προτιμήσουν, θα πρέπει να αλωνίσεις από την Κρήτη μέχρι τη Θράκη. Κι από την Κέρκυρα ώς το Καστελλόριζο. Ποιος επίδοξος ευρωβουλευτής έχει την αντοχή, κυρίως δε τους πόρους, για να κάνει κάτι τέτοιο;
Μοιραίο αποτέλεσμα; Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης υποκαθιστούν την άμεση, διά ζώσης επαφή πολίτη και πολιτευομένου. Η όλη διαδικασία εκφυλίζεται σε αγοραίο θέαμα. Και τα κριτήρια επιλογής των υποψηφίων υποτάσσονται στους όρους αυτού του θεάματος.
Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τις συζητήσεις στα κομματικά γραφεία. «Βάλε την τάδε! Το επίθετό της συγκινεί ακόμα… Πείσε και τον δείνα! Το σίριαλ όπου πρωταγωνιστούσε είχε σπάσει ταμεία, το έβλεπαν φανατικά και η μάνα μου και η κόρη μου…». «Υπάρχει -ξέρετε – ένας τριανταπεντάρης, με λαμπρές σπουδές, σαΐνι στις νέες τεχνολογίες, τζιμάνι της καινοτομίας. Ισως εάν τον προσεγγίζαμε να ενδιαφερόταν…». «Α μπα; Η φάτσα του δεν μού λέει τίποτα. Εχει βγει ποτέ στην τηλεόραση; Αντε, χώσ’ τον στο ψηφοδέλτιο, σιγά μην εκλεγεί… Και μην ξεχάσεις τον αγαπημένο μας δημοσιογράφο!». «Μα πρόκειται για ντενεκέ… Δεν ξέρει ούτε αγγλικά». «Αναρωτιέσαι πώς θα παραγγέλνει στα εστιατόρια των Βρυξελλών; Θα βρει αυτός τον τρόπο». «Μα θα μας ρεζιλέψει στο Ευρωκοινοβούλιο…». «Και ποιος θα το μάθει, μωρέ, στην Ελλάδα; Στείλ’ τον τον φουκαρά να γλιτώσει από τη γυναίκα του! Να φτιάξει και κομπόδεμα, έχει παιδιά να σπουδάσει…».







