Κύριε Διευθυντά,

Τώρα ναι… Τώρα νιώθω πλέον μια ανακούφιση, μια δικαίωση, έναν οίστρο θα έλεγα, που μου επιτρέπει μια έπαρση – μη σου πω και δύο.

Τώρα ναι… Τώρα αισθάνομαι Ελεύθερος, Αυτόνομος, Ανεξάρτητος, Κύριος του εαυτού μου. Πολίτης με τα ούλα του και με τους τραπεζίτες που του απόμειναν, έτοιμος να μασήσω πάλι τα παραμύθια ευκαιρίας, που μου προσφέρουν σε μπλοκ φράιντεϊ και λευκές νύχτες οκαζιόν.

Ηταν να μη βρω την Ιθάκη μου… Ετσι και τη βρήκα εδώ και κάτι μήνες, αριβεντέρτσι ΔΝΤ κι εσείς ψηλές ραχούλες, που μου κουνάγατε το δάχτυλο από τις Βρυξέλλες.

Aκου λέει Μνημόνια και μέτρα και αντίμετρα. Τι πάει να πει Μνημόνια και Κρίση; Και η κότα έκανε τ’ αβγό, ή τ’ αβγό την κότα; Τα Μνημόνια φέρανε την Κρίση… Τελεία και παύλα.                                                                                                                                                             Οποιος το κατάλαβε το κατάλαβε… Ολοι οι άλλοι είναι φασίστες και μη σου πω και ευρωσκεπτικιστές, που υπονομεύουν τη μεγάλη πορεία της Αριστεράς και της προόδου.   Εδώ κατατέθηκε ολόκληρος προϋπολογισμός γραμμένος από ελληνικά χέρια – που είπε και ο κύριος που μου διαφεύγει τ’ όνομά του. Κομμένος και ραμμένος στα ενδυματολογικά πρότυπα της Ελληνικής Πολιτικής Λεβεντιάς που χρόνια ξέρουμε. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν του τις διατροφικές συνήθειες των συνταγών της γιαγιάς μας, με αβγά scrabble και σολομό με ψητές κολοκυθοκορφάδες.

Μάλιστα… Εκεί εμείς… Λάτρεις του ωραίου – θιασώτες του μοιραίου, δεν διδαχθήκαμε τίποτα. Επιμένουμε στο ίδιο πλευρό της φαντασίωσης και των ονείρων θερινής νυκτός, μέσα στο καταχείμωνο, με πτώση των θερμοκρασιών, των Χρηματιστηριακών Αξιών και γενικότερα των υποτιμημένων ή υπερτιμημένων αξιών.

Αδιόρθωτοι Ελληνάρες που τα οκτώ χρόνια της Κρίσης δεν καταλάβαμε γιατί μας κόπηκε η ανάσα. Φάγαμε τρία Μνημόνια κατακέφαλα – πιθανόν τα δύο αχρείαστα – και το χρέος μας παραμένει στα ίδια 350-360 δισ. χωρίς να ζητάμε εξηγήσεις. Υποθηκεύσαμε περιουσίες, Μνημεία και το Μέλλον των επόμενων γενιών και αντί να απαιτούμε να μάθουμε ΤΙ μας συνέβη και γιατί, ψάχνουμε στις υποσχέσεις για μια θέση στον ήλιο από Κρατικό παράθυρο.

Μας ανακοινώνουν δεκάδες χιλιάδες προσλήψεις στο Δημόσιο (εκπαιδευτικοί π.χ.) εκτός ΑΣΕΠ με μόρια, στέλνοντας την αξιοκρατία να κάνει λίφτινγκ στη Μόρια και τρέχουμε να προλάβουμε.

Ζούμε την εποχή των συσσιτίων με φιλοδωρήματα ευσπλαχνίας εκποιώντας τα δικαιώματα της αξιοπρέπειας μας. Και το δεχόμαστε ως συνέπεια που μας βαρύνει αποκλειστικά.

Μια Κοινωνία που προσβλέπει στα επιδόματα για να βγάλει τις υποχρεώσεις της, παραβλέποντας ότι έτσι διατηρεί τη μιζέρια της.

Διαβάζω 1.600.000 οικογένειες έκαναν αίτηση για κοινωνικό μέρισμα(αφορά περίπου 6.000.000 ανθρώπους) και ανατριχιάζω. Ενας Λαός παραδομένος στο φόβο της ένδειας, που αναζητά στα αποστραγγισμένα του πλεονάσματα, το μερίδιο από την φτωχοποίησή του. Βλέπω τις αποφάσεις του ΣτΕ να δικαιώνουν εκατομμύρια ασφαλισμένους για τις περικοπές που παράνομα υπέστησαν και με εξοργίζει η μόνιμη τακτική των Κυβερνήσεων να μεροληπτούν υπέρ των ένστολων, των δικαστικών, των δημοσίων υπαλλήλων, αδιαφορώντας προκλητικά για τους απασχολημένους στον Ιδιωτικό Τομέα. Στον διωκόμενο Ιδιωτικό Τομέα (επιχειρήσεις και εργαζόμενοι) που είναι ο τροφοδότης της οικονομίας μας και ο μόχθος του συντηρεί την πραιτοριανή αντίληψη της εξουσίας.

Βασίλης Μαγκλάρας

 

Η αθλητική βία μάς προσβάλλει ως κοινωνία

Κύριε Διευθυντά,

Το φαινόμενο της βίας αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό της συγκρότησης των κοινωνιών και δεν έχει παρατηρηθεί μέχρι σήμερα κοινωνία χωρίς βία. Στις μέρες μας, όμως, η κατάσταση είναι σαφώς βεβαρημένη.

Η αποθέωση της βίας και η διαρκώς αυξανόμενη προβολή της, η αποπροσωποποίηση των σχέσεων, η κοινωνική αναλγησία, η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, ο ανταγωνισμός, η αποθέωση του ατομικού επιτεύγματος και η μοναχική πορεία χωρίς οράματα, στόχους και ιδανικά καθιστούν το σύγχρονο άνθρωπο ευάλωτο στην εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών.

Οι καταβολές του σύγχρονου ποδοσφαίρου εντοπίζονται στη μεσαιωνική Αγγλία του 13ου αιώνα. Από τις αρχές του 19ου αιώνα το ποδόσφαιρο άρχισε να γίνεται δημοφιλές και στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις. Παράλληλα στην Αγγλία εντοπίζεται και η βία που σχετίζεται με το ποδόσφαιρο, αφού εκατοντάδες νέοι παίκτες, από αντίπαλα ανταγωνιστικά χωριά και πόλεις, στην ουσία έδιναν «μάχες» μέσω του παιγνιδιού.

Τα αποτελέσματα των ερευνών αποδεικνύουν ότι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών πιστεύει ότι η ατιμωρησία της βίας στα γήπεδα αποτελεί την κυριότερη αιτία διαιώνισής της και επιρρίπτει τις ευθύνες στις διοικήσεις των ομάδων, ενώ το 50% των φιλάθλων εκτιμά ότι η συχνότητα των συμπλοκών στα γήπεδα έχει σαφώς αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.

Οκτώ στους δέκα φιλάθλους εκφράζουν την άποψη ότι η χρήση αλκοολούχων ποτών και ναρκωτικών ουσιών έχουν σοβαρό μερίδιο ευθύνης στην εκδήλωση κρουσμάτων χουλιγκανισμού, αλλά παράλληλα το ίδιο ποσοστό (80%) συναρτά το φαινόμενο με τη γενική έκπτωση αξιών της κοινωνίας. Και μέσα σε όλα αυτά, μόλις το 15% των φιλάθλων πιστεύουν ότι το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου είναι «σίγουρα καθαρό», ενώ ως «καθόλου καθαρό» το βαθμολογεί το 34%.

Σύμφωνα με τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, η στάση των αρχών απέναντι σε όσους βιαιοπραγούν στα γήπεδα πρέπει να είναι άτεγκτη, ενώ τα περισσότερα επικριτικά σχόλια συγκεντρώνουν οι διοικήσεις των ομάδων, αλλά και οι αθλητικές εφημερίδες.

Η βία στα γήπεδα είναι ένα πολυσύνθετο φαινόμενο, τόσο ως προς τις αιτίες που την παράγουν όσο και ως προς τις μορφές με τις οποίες εκδηλώνεται. Για τον λόγο αυτό η αντιμετώπισή της απαιτεί συνδυασμένη στόχευση και συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων: της κοινωνίας, της πολιτείας, της ποδοσφαιρικής οικογένειας.

Η βελτίωση των γηπεδικών εγκαταστάσεων, η εφαρμογή του ονομαστικού ηλεκτρονικού εισιτηρίου, μα πάνω απ’ όλα η αμετακίνητη βούληση και η συνεπής πρακτική των διοικήσεων των ομάδων να αποβάλουν το φαινόμενο από τις κερκίδες, αποτελούν βασικά προαπαιτούμενα για να είμαστε άμεσα αποτελεσματικοί.

Πρέπει άμεσα η Κυβέρνηση να δείξει τη βούλησή της για την αντιμετώπιση του φαινομένου με τη μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου, ψηφίζοντας ένα νόμο σύγχρονο, ρεαλιστικό, εφαρμόσιμο, αλλά κυρίως και πάνω απ’ όλα κοινωνικά αποδεκτό.

Αγγελος Τσιγκρής

Δικηγόρος – καθηγητής Εγκληματολογίας

Περί αποχής

 

Κύριε Διευθυντά,

Εις το φύλλο της εφημερίδος σας της 26-28/10/2018 ο εξαιρετικός κ. Γ. Νασμής έθιξε ένα σπουδαίο θέμα, αυτό της αποχής, το οποίο έχει περάσει απαρατήρητο. Αναφέρει συγκεκριμένα ότι στις τελευταίες εθνικές εκλογές η αποχή έφθασε 43,84% και ότι το πραγματικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ στο σύνολο των ψηφοφόρων είναι 19,54% και των ΑΝΕΛ 2,02%. Δηλαδή τη χώρα κυβερνά μία ισχνή μειοψηφία που φθάνει μόλις το 21,56% στο σύνολο των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους. Αυτή δε η μειοψηφία μάς φόρτωσε μία αριστερή κυβέρνηση με ακροδεξιό συγκυβερνήτη, μία κυβέρνηση της αυταπάτης, της ανικανότητας, της υποκρισίας, της στασιμότητας και της θρησκευτικής υποτέλειας, αλλά όμως με άθεο πρωθυπουργό.

Η αποχή έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στα δεινά της χώρας και φυσικά αλλοίωσε στην πράξη την ίδια την Δημοκρατία. Και τούτο διότι στις τελευταίες εκλογές εάν οι απέχοντες είχαν προσέλθει στις κάλπες και ψήφιζαν έστω λευκό οι ΑΝΕΛ με ποσοστό 2,02% δεν θα είχαν εισέλθει στη Βουλή και η χώρα θα είχε διαφορετική πορεία και φυσικά διαφορετική κυβέρνηση. Εδώ φαίνεται ευδιάκριτα η τεραστίων διαστάσεων προκληθείσα ταλαιπωρία της χώρας λόγω της αποχής.

Τούτων δοθέντων είναι αναγκαίον η επιλογή των πολιτών προς την αποχή να περιορισθεί στο ελάχιστον και τα σημερινά κόμματα της αντιπολιτεύσεως οφείλουν να εστιάσουν την προσοχή τους προς αυτούς τους ψηφοφόρους και με επιχειρήματα να τους πείσουν ότι είναι εθνικό καθήκον να προσέλθουν στις κάλπες προς ανάδειξη των αντιπροσώπων τους.

Και μην ξεχνάμε όλοι μας τον Θουκυδίδη όστις τονίζει «τον τε μηδέ των πολιτικά μετέχοντα ουκ απράγμονα αλλά αχρείον νομίζομεν» (αυτόν που δεν συμμετέχει στα κοινά δεν τον θεωρούμε αδιάφορο αλλά άχρηστο.

Μετά τιμής

Βασ. Γ. Νικολούδης

Λέχαιον Κορινθίας

Οι ρυθμιστές της μοίρας μας

Κύριε Διευθυντά,

Ο Κλαύδιος, όταν έγινε αυτοκράτορας της Ρώμης, μετά το θάνατο (δολοφονία) του Καλιγούλα το 41 μ.Χ., σε στιγμή περίσκεψης είπε: Οπως κατάντησε η Ρώμη, μόνο εγώ της αξίζω για αυτοκράτορας.

Είμαι σίγουρος ότι το ίδιο θα έλεγε και σήμερα, βλέποντας την κατάσταση, στην οποία έφεραν οι πολιτικοί την Ελλάδα και το λαό της. Ενα λαό περήφανο, που πάντα αγωνιζόταν εναντίον εξωτερικών εχθρών και εσωτερικών τυράννων. Ενα λαό που ανέδειξε και αναδείχνει πνευματικούς ανθρώπους στο εξωτερικό και εντός της Ελλάδας. Ασημοι και ασήμαντοι οι ρυθμιστές της μοίρας μας. Χωρίς ουσιαστικά προσόντα και γνώσεις. Αποτυχημένοι επαγγελματίες. Καταφεύγουν στην πολιτική «δια το ακαμάτως ζην». Να βολέψουν τους εαυτούς τους και τους ολίγους δικούς τους. Πέραν από την ψήφιση νόμων – με ελάχιστη συμμετοχή – τίποτε δεν προσφέρουν. Τα προβλήματα της ιδιαίτερης πατρίδας τους δεν τα γνωρίζουν. Πώς, άλλωστε, να τα γνωρίζουν, αφού από τις εφημερίδες και τα κανάλια γνωρίζουμε τα ονόματά τους και τους ψηφίζομε! Μακάρι οι τριακόσιοι βουλευτές να γίνουνε εκατό. Για την οικονομία κυρίως.

Αναστάτωση, αγανάκτηση και μελαγχολία προκαλούν οι ρυθμιστές της μοίρας μας με τις ενέργειες και αποφάσεις που παίρνουν ή που πρόκειται να πάρουν στο… μακρινό μέλλον!

Το θεωρούν παλικαριά και κατόρθωμα το ρούφηγμα του αίματος από τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και από εκείνους που δεν μπορούν ν’ αντιδράσουν.

Τα παλιά χρόνια ο λαός στήριζε κάποιες ελπίδες στα κόμματα. Και στην εναλλαγή κυβερνήσεων. Σήμερα δεν έχει από πουθενά να πιαστεί. Γι’ αυτό αυξάνεται η ανεργία. Γι’ αυτό οι νέοι (επιστήμονες κυρίως) παίρνουν τα μάτια τους και (ξανα)φεύγουν στα ξένα. Γι’ αυτό ο λαός, στο πρόσωπο των πολιτικών, σαν επαίτης, απλώνει το χέρι, ζητώντας βοήθεια από τους ξένους.

Κώστας Γ. Σπυρόπουλος

Συνταξιούχος δάσκαλος

Vidcast: Baskettalk