Πόσο οικονομικό και πόσο πολιτικό είναι το οικονομικό πρόβλημα της χώρας μας που εξακολουθεί να μην παράγει, να μη δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και να στέλνει τα παιδιά της στο εξωτερικό, ενώ φορο-τροφοδοτεί υπερπλεονάσματα και μοιράζει προεκλογικά μερίσματα; Ποιος κρατάει τα κλειδιά των αγορών και της ανάπτυξης;

Επειτα από εννέα χρόνια στα Μνημόνια, οι απαντήσεις έχουν δοθεί, αλλά δεν έχουν αφομοιωθεί στο σύνολό τους από τα κόμματα και την κοινωνία. Το εκλογικό 2019 θα φέρει ανατροπές προς τη σωστή κατεύθυνση ή θα ανακυκλώσει τα προβλήματα οδηγώντας την ελληνική οικονομία και τη χώρα σε νέες μεγάλες περιπέτειες; Κάπως έτσι αρχίζει να διαγράφεται το δίλημμα του 2019, σαν ένα εκκρεμές που κινείται μεταξύ αισιοδοξίας και απειλής, ανάμεσα στον λαϊκισμό και στον ρεαλισμό, από το οποίο θα κριθεί η πορεία της χώρας τα επόμενα χρόνια.

Είναι χαρακτηριστικό ότι διεθνείς Οργανισμοί, κορυφαίοι οικονομολόγοι και έγκυροι αναλυτές καταλήγουν σε μια κοινή συνισταμένη: Το ελατήριο της ελληνικής οικονομίας δεν θα μπορέσει να εκτιναχθεί αν δεν μειωθούν οι υπερβολικοί φόροι που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του τρίτου Μνημονίου του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί, όμως, οι φόροι έχουν δημιουργήσει τα δημοσιονομικά υπερπλεονάσματα με βάση τα οποία η κυβέρνηση μοιράζει μερίσματα και επιδόματα τα οποία παρουσιάζει ως success story της πολιτικής της στην οικονομία. Πόσο άλλο τέτοιο success story μπορεί να αντέξει η ελληνική οικονομία;

Αλλά και η περίφημη «έξοδος» από το τρίτο Μνημόνιο πόσο αληθινή είναι, αφού η χώρα παραμένει αποκλεισμένη από τις αγορές, τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου εξακολουθούν να βρίσκονται σε απαγορευτικά επίπεδα και οι τράπεζες, οι ελληνικές επιχειρήσεις και η οικονομία ολόκληρη, εξακολουθούν να πληρώνουν βαρύ τίμημα; Και εδώ, οι αγορές όχι μόνο δεν υιοθετούν το κυβερνητικό success story αλλά εξακολουθούν να κρατούν την Ελλάδα σε καραντίνα αφού δεν διαβλέπουν μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και πολιτικές με αναπτυξιακή κατεύθυνση.

Το 2018 φεύγει, το 2019 έρχεται, αλλά το ερώτημα παραμένει: Πόση δόση λαϊκισμού και πόση ρεαλισμού μπορεί να αντέξει, πλέον, η ελληνική κοινωνία που μετρά σχεδόν μια δεκαετία από τότε που εισήλθε στη μεγαλύτερη κρίση της μεταπολεμικής ιστορίας της;