Καμιά φορά προσπαθώ να θυμηθώ πώς εκτόνωνε ο κόσμος αυτά που σήμερα εκτονώνει στα social media, πού φώλιαζε όλη αυτή η κοινωνική-αντικοινωνική επιθετικότητά του και ο τόσος ανορθολογισμός. Πώς ήμασταν πριν εμφανιστεί το Ιντερνετ και μας συνεπάρει, και γίνουμε σαν τους πρώτους ανθρώπους που είδαν κινηματογράφο.

Κάπου διάβασα ότι η πρώτη παρουσίαση της εφεύρεσης αυτής στον κόσμο ήταν ένα μικρό φιλμάκι μερικών δευτερολέπτων που έδειχνε την άφιξη ενός τρένου σε έναν σταθμό. Και πως οι θεατές βλέποντας την κινούμενη εικόνα του τρένου να τους πλησιάζει τρόμαζαν και φώναζαν γιατί νόμιζαν πως έρχεται καταπάνω τους, πως είναι αληθινό. Αναρωτιέμαι λοιπόν κι εγώ μήπως αυτά που βλέπω στην οθόνη μου δεν είναι ακριβώς αληθινά και όχι μόνο συμμετέχω κι εγώ σε όλα αυτά αλλά τρομάζω κιόλας, τζάμπα και βερεσέ, και διαβάζουν για μένα μετά οι επόμενες γενιές και γελάνε με την αφέλειά μου. Πολύ ανακουφιστική σκέψη. Αφελής μέχρι γλυκερής αηδίας φυσικά.

Τις προάλλες έκαναν πάλι συνέλευση στην πολυκατοικία. Η συνέλευση στην πολυκατοικία είναι από τις πιο παλιές αναπαραστάσεις της πραγματικότητάς μας – τουλάχιστον από τις πιο παλιές που θυμάμαι εγώ δηλαδή κι έτσι μπορώ να κοιτάω εκείνα τα αστεία meme με τον Μποντριγιάρ που κυκλοφορούν στο Ιντερνετ και να του απαντάω νοητά «άσε μας, κούκλε μου, που δεν είχες κάνει συνέλευση με τις γειτόνισσες και νόμιζες ότι ξέρεις τι πάει να πει να ζεις το θέαμα».

Τις συνελεύσεις στις πολυκατοικίες τις παρακολουθώ όπως τα social media κι όπως έβλεπαν το φιλμάκι με το τρένο, σαν μια συναρπαστική παράσταση. Αναρωτιέμαι εν τω μεταξύ πώς το κάνει ο κόσμος αυτό, πώς βρίσκει πάντα κάτι, υπαρκτό κι ανύπαρκτο, για να τσακώνεται για τη συνύπαρξή του και μετά μουντζώνομαι (πάλι) γιατί κι εγώ το κάνω αυτό, κάθε μέρα, στο Facebook.

ΜΙΚΡΟΓΡΑΦΙΑ ΚΟΣΜΟΥ. Οι συνελεύσεις στην πολυκατοικία είναι μια κανονικότατη μικρογραφία κόσμου, όλοι έχουν βρεθεί ο ένας με τον άλλον αναγκαστικά, πρέπει να συμβιώσουν, συγκρούονται, χωρίζονται σε ομάδες ανάλογα όχι μόνο με τα χούγια αλλά και με ποια είναι ή ποια θεωρούν πως είναι τα κοινά συμφέροντά τους. Κι έχουν και μια υπέροχη θεατρικότητα που είναι επίσης πάρα πάρα πολύ αληθινή. Υπάρχει ο καβγατζής, υπάρχει ο διπλωμάτης, υπάρχει ο πονηρός, υπάρχει αυτός που θέλει να αναλάβει διαχειριστής, υπάρχει ο αδιάφορος που χαλάει την απαρτία και τραβολογάει τους υπόλοιπους, υπάρχει κι αυτός που είναι εκεί ώστε να μην είναι, δηλαδή αυτός που κρύβεται πίσω από τον γείτονα ελπίζοντας ότι θα περάσει σχεδόν απαρατήρητη η παρουσία του. Και τα χρόνια περνάνε και οι ρόλοι αλλάζουν και ξαναλλάζουν και τα προβλήματά μας μαζί, κοινά και προσωπικά.

Στο τέλος μένει πάντα ως κοινή συνισταμένη η αναγκαστική μας συνύπαρξη, στον κόσμο και στην πολυκατοικία, και γερνάνε τα σκαριά μας μαζί. Η ύπαρξη παραπαίει πάντα σε μια εύθραυστη ισορροπία, στο σημείο που δεν περνάμε και καλά ο ένας με τον άλλον αλλά δεν είναι και τόσο χάλια ώστε να σκεφτόμαστε στα σοβαρά την αλληλοεξόντωση ή την απομόνωση σε κάποιο ξερονήσι, αγκαλιά με μια σημαία σαν την Κυρά της Ρω. Αν, εν πάση περιπτώσει, φτάσουμε στο σημείο να το σκεφτόμαστε έτσι απλώς, ελπίζουμε να έχουμε οικείους κι ανθρώπους να μας αγαπούν για να πράξουν τα δέοντα, του 21ου αιώνα άνθρωποι είμαστε, λύσεις υπάρχουν.

Οπότε ξεσπάμε κάθε ένστικτο εχθροπάθειας εκεί. Στα social media για να μην καταλήξω να τσακώνομαι στον δρόμο. Και κατά βάθος, ενώ θεωρώ ότι η συνέλευση της πολυκατοικίας μοιάζει τόσο πολύ ως κατάσταση, το ζηλεύω που δεν πάω κι εγώ να ξεσπάσω στα κοινόχρηστα, τον κηπουρό και τις λάμπες. Και στα νεύρα για το πετρέλαιο να προβάλλουμε όλοι μαζί τις φορές που μετρήσαμε τα τελευταία ευρώ στην τράπεζα και το πώς νιώθεις όταν νομίζεις ότι μπορεί να σε κοροιδεύουν, ο οποιοσδήποτε, ο μανάβης, ο γκόμενος, ο πρωθυπουργός. Γιατί αυτό κάνουμε δηλαδή σε όλα αυτά τα μικρά συλλογικά performance μας, σε αυτά που γράφουμε στα κοινωνικά δίκτυα, στη συνέλευση της πολυκατοικίας: δίνουμε στον εαυτό μας ρόλους που λένε για εμάς πιο πολλά από αυτά που θέλουμε να αποκαλύψουμε. Και μετά ο καθένας σπίτι του.