Χειραφετείται η Ακροδεξιά από την ιστορική ενοχή της. Αποσπάται εύκολα από τα συμφραζόμενα, από αμαρτωλά περιεχόμενα και μπορεί με μια μεγάλη προσαρμοστικότητα να θητεύει οπουδήποτε. Μακεδονικό, Προσφυγικό, εθνική ανεξαρτησία, αντιιμπεριαλισμό, τουρκοφαγία, αλβανοφαγία κ.λπ. Μπορεί να μέμφεται γιατί η ελληνική Αεροπορία δεν βομβαρδίζει το αρχηγείο της αλβανικής Αστυνομίας, δεν ρίχνει αλεξιπτωτιστές στα Σκόπια (απέναντι στους Τούρκους βέβαια δεν προτείνει δράση, αλλά μέμφεται ελληνική ενδοτικότητα, αορίστως). Εδώ και χρόνια έχει δείξει ότι μπορεί να γράφει τα φάρμακα στους ηλικιωμένους, να «καθαρίζει» περιοχές, να πλακώνει και να επιβάλλεται. Μπορεί να αναλαμβάνει το «καλό» της συνοικίας, της ομάδας, της χώρας. Επίσης μπορεί να κινείται σε φιλεργατικά, ηθικιστικά, πατριωτικά, πεδία, τελευταία φαίνεται να υιοθετεί και την ακτιβιστική «αργκό» των καταλήψεων. Δεν έχει σημασία αν έχουν μαζικότητα οι συναθροίσεις και επιτυχία τα χάπενινγκ, σημασία έχει ότι μπορεί να μιμείται, να χρησιμοποιεί ως ξενιστή το λαϊκό αίσθημα. Το λαϊκό θυμικό. Ενα αόριστο και μεταβλητό πήγμα, κολακευμένο από πολυετείς λαϊκισμούς, απ’ όλες τις παρατάξεις, τις παλιές ή νεοφώτιστες φυλές. «Αν ακούσεις τη Λεπέν, δύσκολα βρίσκεις αντεπιχείρημα» μου είπε ευρωπαίος αριστερός. Η ευλυγισία και η προσαρμοστικότητα, η ικανότητα παραλλαγής και η εύστοχη επιλογή στόχου – target group, η ευθυβολία στην εκμετάλλευση της ευαισθησίας, η πολύ καλή αίσθηση χρόνου, η καταληπτή γλώσσα γεμάτη μοτίβα (που είναι ο πυρήνας του επικοινωνιακού αυτοματισμού) είναι αρετές πολεμικού ή ποδοσφαιρικού τύπου.

Είναι προφανής η εύνοια της συγκυρίας, η κρίση που εξωθεί, όμως η μεγαλύτερη επιτυχία της Ακροδεξιάς είναι η δυσκινησία και η αμηχανία ολόκληρου του δημοκρατικού συστήματος, ολόκληρης της πολιτικής γραφειοκρατίας.

Ολα τα είδη πολιτικού λεξιλογίου είναι εύκολα αλλοιώσιμα, αναστρέψιμα ως προς τα νοήματα, ως προς τα περιεχόμενα. Δεν χρειάζονται οι μπρουταλισμός και η θυμωμένη αυθάδεια. Μπορεί μια γλυκιά φωνούλα (γλυκιά ελπίδα είχε πει ο γνωστός ιεράρχης – θαμώνας του μίσους) να τέρπει και θάλπει τα χειρότερα. «Εχεις απόλυτο δίκιο», η φράση – κλειδί για να περάσει η Ακροδεξιά στον πόρο του πολίτη, να κυκλοφορήσει στο αίμα, να σκορπίσει στον άοπλο οργανισμό την «ουσία». Διχοτομικό και διαιρετικό «μεγάλωμα» της Ελλάδας, του εγώ, του συμφέροντος. «Οι άλλοι δεν αξίζουνε. Είναι προδότες. Εσύ αξίζεις και δεν σου το αναγνωρίζει κανείς. Εκτός από εμάς». Απλός κώδικας.

Γιατί το πολιτικό σύστημα δεν αντιδρά; Γιατί το συντηρητικό τμήμα του, με έναν κοντόφθαλμο καιροσκοπισμό, νομίζει ότι θα πάρει με το μέρος του τους ιδεολογικά αναπλασμένους πολίτες. Γιατί ένα τμήμα του είναι νωθρό και αβέβαιο. Γιατί, εγκλωβισμένο στον εμπειρισμό και την διεκπεραίωση της καθημερινότητας, δεν διαθέτει οξεία ανάλυση. Γιατί νομίζει ότι κάπου αλλού συμβαίνουν όλα. Γιατί είναι ναρκωμένο μέσα στο δοχείο προφύλαξης.

«Ολοι εμείς οι ευαίσθητοι και καλλιεργημένοι άνθρωποι βλέπαμε ότι ο κόσμος οδηγείται στον όλεθρο». «Και τι κάνατε;». «Είχαμε αϋπνίες». Θα μπορούσα – παραλλάσσοντας – να χρησιμοποιήσω τον Αρκά, από το έργο «Μετά την καταστροφή». Περίπου έτσι οι ευρωπαϊκές κοινοβουλευτικές ομάδες του δημοκρατικού τόξου περιμένουν. Η επόμενη ευρωσκηνή θα είναι εντελώς διαφορετική.

Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Νομού Σάμου