Yπάρχουν πολλοί σπουδαίοι ξένοι παίκτες που έχουν αγωνιστεί στο ελληνικό πρωτάθλημα, περί τούτου δεν χωρεί αμφιβολία…

Υπάρχουν επίσης πολλοί σπουδαίοι παίκτες που έχουν φορέσει τις φανέλες και των δύο αιωνίων αντιπάλων, ούτε συζήτηση και γι’ αυτό…

Ε, υπάρχει και ο Ντίνο Ράτζα, που είναι μια κατηγορία μόνος του!

Το καλοκαίρι του 1997 ο κροάτης σούπερ σταρ άφησε τη Βοστώνη, για να φορέσει ξανά μια (άλλη) πράσινη φανέλα με το Τριφύλλι στο στήθος και μαζί με τον Ντέγιαν Μποντίρογκα να οδηγήσει στο τέλος εκείνης της σεζόν τον Παναθηναϊκό στην έξοδο από ένα σκοτεινό τούνελ στο οποίο λούφαζε επί 14 συναπτά έτη. Εναν χρόνο αργότερα έγινε ο πολιορκητικός κριός με τον οποίο οι Πράσινοι πέτυχαν το repeat γκρεμίζοντας το κάστρο του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας και αποστολή εξετελέσθη… over!

Ο Ράτζα ξαναγύρισε πίσω στην πατρίδα του, έπαιξε για έναν χρόνο στη Ζαντάρ και το 2000 αριβάρισε και πάλι εν Ελλάδι για να βαδίσει, από την ανάποδη, στα χνάρια του Ζάρκο Πάσπαλι ντυμένος στα κόκκινα του Ολυμπιακού…

Μέλος του Hall of Fame του Σπρίνγκφιλντ από τον περασμένο Σεπτέμβριο ο γεννημένος στις 24 Απριλίου του 1967 κροάτης σέντερ δεν υπήρξε ποτέ ένας απλός παίκτης, ακόμη και η ετικέτα του σούπερ σταρ του πέφτει λίγη…

Σαν στο σπίτι του

Ο Ντίνο ήταν και παραμένει μια ξεχωριστή περσόνα, μια αληθινή ντίβα: η τελευταία στο ευρωπαϊκού μπάσκετ και μια μετενσαρκωμένη εκδοχή της Γκρέτα Γκάρμπο!

Οταν ο Ντίνο ακούει για την Ελλάδα, το πρόσωπό του φωτίζεται, χώρια που εδώ νιώθει σαν στο σπίτι του. Και όταν η κουβέντα πηγαίνει στον Παναθηναϊκό και στον Ολυμπιακό, είναι έτοιμος να ξαναφορέσει την αθλητική περιβολή του, να υποκύψει στον πειρασμό του (μύθου τού) Φάουστ, να… μουντάρει στο γήπεδο και να ξαναπαίξει ένα ματς σαν να ‘ναι το έσχατο του βίου του…

Στην πράσινη ζωή του Ράτζα οι δείκτες του ρολογιού μένουν σταματημένοι στις 20 Μαΐου του 1999…

Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, πέμπτος τελικός των πλέι οφς, με το σκορ στο 2-2, με τον Ολυμπιακό να προηγείται με 29-18 και με τον Παναθηναϊκό να τρέχει ένα σερί 20-0 για το 29-38, καθ’ οδόν προς το τελικό 53-62 και την κατάκτηση ενός ιστορικού τίτλου…

Στη λήξη του πρώτου ημιχρόνου, την ώρα που το χρονόμετρο μηδενίζεται, ο Ράτζα έχει την μπάλα στα χέρια του κάτω από τη σέντρα. «Πήρα το αμυντικό ριμπάουντ , γύρισα το κεφάλι μου στο ρολόι και είδα ότι έμεναν δυο δευτερόλεπτα και έξι δέκατα για το τέλος. Σε τέτοιες περιπτώσεις, σε αυτά τα κλάσματα δευτερολέπτου ξέρεις τι μπορείς και τι πρέπει να κάνεις. Εκανα δυο ντρίμπλες και κατάλαβα ότι η άμμος στην κλεψύδρα μου άδειαζε. Εκανα ένα μπάσιμο, σούταρα από τη σέντρα και έβαλα ένα σπάνιο, ίσως μοναδικό τρίποντο που άλλαξε τον ρουν της Ιστορίας»!

Αυτό να λέγεται! Οντως εκείνο το τρίποντο – χαρταετός με το οποίο ο Παναθηναϊκός ισοφάρισε σε 29-29 έμελλε να αποβεί κάτι πολύ παραπάνω από ένα μεγάλο σουτ και ουσιαστικά αποτέλεσε τον πύραυλο με τον οποίο εκτοξεύθηκαν οι Πράσινοι στον έβδομο ουρανό…

«Ανέκαθεν στη ζωή μου ποθούσα τις νίκες έναντι οποιουδήποτε κόστους, όποιον αντίπαλο κι αν είχα, σε όποια ομάδα κι αν έπαιζα. Με προβοκάριζε ο Σούμποτιτς με τον Τάρλατς που ετοιμαζόταν να παίξει στους Μπουλς και ναι, τον άφησα άποντο στον τέταρτο τελικό, αλλά αυτό μένει στα περιθώρια της Ιστορίας. Η υπόθεση δεν ήταν προσωπική, αλλά συλλογική» τονίζει ο Ντίνο φιλοτεχνώντας το προφίλ ενός παίκτη που δεν ορρωδούσε προ ουδενός και προκειμένου να νικήσει, θα διέπραττε ακόμη και φόνο!

Δύο χρόνια αργότερα, στην αντίστοιχη σειρά των τελικών ανάμεσα στους Αιώνιους, η σειρά βρέθηκε στο 2-2 και το Game-5 στο παλιό σπιτικό του, αποτελούσε μια τεράστια πρόκληση…

«Δεν μας άφησαν»

«Μετά τους πέντε απανωτούς τίτλους του στη δεκαετία του ’90 ο Ολυμπιακός είχε χάσει δυο στη σειρά και για τον έναν από αυτούς έφταιγα εγώ. Τότε υποσχέθηκα στους συμπαίκτες μου και σε όλη την ομάδα ότι θα έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να δώσω πίσω αυτό που τους είχα στερήσει» ανατρέχει σε εκείνη το επίσης δραματικό, πλην ατελέσφορο για τους Πειραιώτες, γαϊτανάκι των Αιωνίων…

«Ημουν ποτισμένος στην ατμόσφαιρα και στο ειδικό βάρος αυτών των ντέρμπι και πίστευα ότι θα μπορούσαμε να πετύχουμε το break στο ΟΑΚΑ. Εγώ ούτως ή άλλως δεν φοβόμουν ποτέ και όταν βγήκαμε στο γήπεδο ήμουν έτοιμος για πόλεμο. Ακόμη και ύστερα από 17 χρόνια πιστεύω ότι έπρεπε να νικήσουμε, αλλά δεν μας άφησαν οι διαιτητές»!

Εκείνο το βράδυ της 23ης Ιουνίου του 2001 ο Παναθηναϊκός επιβλήθηκε του Ολυμπιακού με 79-63 και πέτυχε το περιλάλητο (δίκην ευρεσιτεχνίας του Πατ Ράιλι από το επίτευγμα των Μπουλς) three-peat, αφήνοντας τον Ράτζα και τους συντρόφους του αμανάτι.

«Ο Παναθηναϊκός είχε μια σπουδαία ομάδα, αλλά κι εμείς ήμασταν δυνατοί και αποφασισμένοι. Εάν δει κάποιος τη στατιστική του αγώνα, το μάτι του θα πέσει πάνω στις 4/13 βολές που είχα και στα έξι λάθη μου. Τα πέντε από αυτά είναι βήματα που μου χρέωσαν οι διαιτητές. Εκείνο το βράδυ έγινε μια ξεκάθαρη κλοπή»!