«Ε, δεν άρχισα και χορό στα εξήντα!» λέει η Φωτεινή Βελεσιώτου όταν επανέρχεται και στη δική μας συζήτηση το θέμα της καθυστερημένης αναγνώρισής της στον χώρο της μουσικής. Το επιχείρημά της είναι ένα, έτσι κι αλλιώς, για όσους αναρωτιούνται σχετικά με το «ακατόρθωτο» κατόρθωμά της: ότι ασχολούνταν πάντοτε με τη μουσική και το τραγούδι, ακόμη κι όταν οι άλλοι δεν το γνώριζαν. Η ερμηνεύτρια, που γεννήθηκε στην Καρδίτσα και έζησε για πάρα πολλά χρόνια στη Θεσσαλονίκη, απολαμβάνει, όπως λέει, η ίδια τη ροή του χρόνου και των δώρων του. Από το 1983 ώς το 2004 εργαζόταν ως δασκάλα και τα Σαββατοκύριακα τραγουδούσε σε ταβέρνες. Δεν είχε ποτέ φανταστεί ότι θα γνώριζε την επιτυχία και θα άνοιγε ο δρόμος για τη μεγάλη της αγάπη, τη μουσική. «Για μένα δεν συμβαίνει κάτι ιδιαίτερο. Η σχέση μου με το τραγούδι δηλαδή δεν έχει αλλάξει. Οπως ζούσα πριν, ζω και τώρα. Εχουν αυξηθεί οι υποχρεώσεις μου, κάνω περισσότερες συναυλίες και εμφανίσεις, με γνωρίζει περισσότερος κόσμος».

Η αφορμή γι’ αυτή την αλλαγή – την οποία η ίδια δεν τη χαρακτηρίζει «ραγδαία» – ήταν οι «Μέλισσες» του Γιώργου Καζατζή και της Ελένης Φωτάκη. Αυτό το τραγούδι στάθηκε εφαλτήριο για να ξεφύγει από τα όρια της Θεσσαλονίκης και να έρθει στην Αθήνα. «Είναι μια λογική εξήγηση. Ομως η αλήθεια είναι ότι στην πρωτεύουσα με έφεραν προσωπικοί λόγοι και όχι οι νέες επαγγελματικές συνθήκες που επικράτησαν στη ζωή μου».

ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΑΖΙΤΖΙΑΝ. Οπως και να έχει, η Φωτεινή Βελεσιώτου διανύει τη δική της πορεία. Αυτή την εποχή ο δρόμος της συναντιέται με έναν καλλιτεχνικό «συγγενή» της αλλά και αγαπητό φίλο, τον Χάικ Γιαζιτζιάν, τον ερμηνευτή και σολίστα που φέρει τα χρώματα της Ανατολής στις δημιουργίες του. «Αν και είμαστε αδελφικοί φίλοι, συνεργαζόμαστε επαγγελματικά πρώτη φορά. Εχουμε συναντηθεί σε συναυλίες φίλων ή σε δικές μας μαζώξεις. Τώρα όμως απολαμβάνω να εμφανίζομαι μαζί του, να σχεδιάζουμε το πρόγραμμα και να κάνουμε τις πρόβες μας. Είναι ευλογία να δουλεύω μαζί του».

Και αυτή η «Συνάντηση καρδιάς», όπως είναι ο τίτλος των εμφανίσεών τους στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, έδωσε στη Φωτεινή Βελεσιώτου μια καινούργια εμπειρία. Την ερμηνεία τραγουδιών που μέχρι τώρα δεν έλεγε, όπως τα «Πώς θα περάσει η βραδιά», «Τρεις σταγόνες δηλητήριο», «Λιανοχορταρούδια». «Τραγουδάω πιο χορευτικά, πιο ρυθμικά κομμάτια. Και διαπιστώνω για μία ακόμη φορά ότι σημασία έχει να είναι καλό τραγούδι, όχι σε ποιο είδος ανήκει». Τι ορίζει όμως σήμερα το καλό τραγούδι; «Ο,τι ίσχυε παλιά ισχύει τώρα και θα ισχύει πάντα. Ενα ωραίο κομμάτι ξεκινάει από τον στίχο. Για παράδειγμα, ακούμε κάποια ρεμπέτικα με λιτό στίχο, με πυκνά νοήματα και αυτομάτως σου λύνονται όλες οι απορίες για τη διαχρονικότητά του και την αιώνια αξία του. Δεν είναι τυχαίο που παιδιά 20 χρονών γοητεύονται από το συγκεκριμένο είδος. Η επαφή τους με αυτό το αριστουργηματικό για μένα είδος επηρεάζει την αισθητική τους και τον τρόπο που επιλέγουν ν’ ακούσουν μουσική. Αυτά τα τραγούδια γράφτηκαν σε πολύ σκληρές εποχές. Αναρωτιέμαι γιατί, αφού σήμερα είναι όλα τόσο δύσκολα και θολά, δεν βγαίνουν καλά τραγούδια».