Η Τζένιφερ Λόρενς βρέθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σαν Σεμπαστιάν για να παραλάβει το βραβείο Donostia.
Σε ηλικία μόλις 35 ετών, έγινε η νεότερη τιμημένη στην ιστορία του θεσμού, ακολουθώντας τα βήματα θρυλικών προσωπικοτήτων, όπως ο Πέδρο Αλμοδόβαρ, η Μέριλ Στριπ και η Λορίν Μπακόλ. Η Λόρενς, βραβευμένη με Όσκαρ για την ερμηνεία της στο «Οδηγός Αισιοδοξίας» και παγκοσμίως γνωστή από τη σειρά ταινιών «The Hunger Games», ανέβηκε στη σκηνή για να παραλάβει το βραβείο από τον σκηνοθέτη Χουάν Αντόνιο Μπαγιόνα, εκφράζοντας ευγνωμοσύνη σε ένα φεστιβάλ που, όπως είπε, «αγαπά την τέχνη».
Παράλληλα, αναφέρθηκε στη νέα της ταινία Die My Love, που προβάλλεται στο φεστιβάλ, την οποία περιέγραψε ως «σημείο καμπής» στην καριέρα της, μιας και συμμετείχε και στην παραγωγή. Στη συνέντευξη Τύπου που προηγήθηκε, η Λόρενς μίλησε ανοιχτά για την ελευθερία της έκφρασης, σημειώνοντας ότι «η παραγωγή ταινιών είναι μια πράξη πολιτισμού» και τόνισε πως «τα φεστιβάλ μάς βοηθούν να δούμε ιστορίες από διαφορετικές πλευρές, να συνδεθούμε και να μάθουμε ο ένας από τον άλλον».
Η πιο φορτισμένη στιγμή ήρθε στο τέλος, όταν ρωτήθηκε για τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή. Με εμφανή συγκίνηση δήλωσε: «Αυτό που συμβαίνει στην Παλαιστίνη είναι γενοκτονία και με βασανίζει. Είναι απαράδεκτο. Αυτό που με λυπεί περισσότερο είναι ότι ο πολιτικός λόγος στις ΗΠΑ κανονικοποιεί την κατάσταση. Οι νέοι άνθρωποι θα μεγαλώσουν θεωρώντας φυσιολογικό οι πολιτικοί να ψεύδονται και να στερούνται ενσυναίσθησης. Όταν κάτι συμβαίνει σε ένα μέρος του κόσμου, αργά ή γρήγορα φτάνει και στο δικό μας. Εύχομαι να μπορούσα να πω ή να κάνω κάτι για να αλλάξω αυτή τη φρικτή κατάσταση».
Με αυτόν τον τρόπο, η Λόρενς έδωσε πολιτική διάσταση στη βράβευσή της, υπερασπιζόμενη τον ρόλο των καλλιτεχνών στην υπενθύμιση της ανθρώπινης διάστασης πίσω από τις συγκρούσεις. «Η ευθύνη βαραίνει τους πολίτες όταν φτάνει η στιγμή της κάλπης. Δεν είναι οι ηθοποιοί και οι καλλιτέχνες που πρέπει να σηκώνουν το βάρος», πρόσθεσε.
Η πρωταγωνίστρια, μητέρα δύο παιδιών, μίλησε ακόμη για τις προσωπικές της εμπειρίες μετά τη γέννα και πώς αυτές τη βοήθησαν να διαβάσει με άλλο μάτι το έργο της Αριάνα Χάρβιτς, πάνω στο οποίο βασίζεται το «Die My Love». Περιέγραψε την ταινία ως μια εσωτερική διαδρομή στην τρέλα, στον έρωτα και στη μητρότητα, ενώ δεν δίστασε να μιλήσει και για τη σεξουαλικότητα των γυναικών μετά τη μητρότητα, λέγοντας ότι το έργο μιλά σε κάθε θεατή.







