Στην Κένυα έχει αναπτυχθεί μια παράλληλη οικονομία γύρω από το φαινόμενο των “shadow scholars” – πτυχιούχων που, αδυνατώντας να βρουν εργασία στο εσωτερικό, καταφεύγουν στη συγγραφή πανεπιστημιακών εργασιών για λογαριασμό ξένων φοιτητών. Υπολογίζεται ότι μόνο στο Ναϊρόμπι εργάζονται περίπου 40.000 τέτοιοι συγγραφείς, συχνά με αμοιβές που μπορούν να φτάσουν τα εισοδήματα γιατρών. Η δουλειά είναι σκληρή και απαιτητική: Από εκθέσεις λογοτεχνίας έως διδακτορικές διατριβές στη φυσική, τα πάντα περνούν από τα χέρια τους με αυστηρές προθεσμίες που δεν προβλέπουν καθυστερήσεις ή δικαιολογίες.
«Τα πρόσωπα πίσω από τις λέξεις»: Η ταινία-ντοκιμαντέρ που ερευνά το φαινόμενο αναδεικνύει προσωπικές ιστορίες όπως της Mercy, μητέρας που ξαγρυπνά για να ολοκληρώσει εργασίες σε διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα μέσα σε λίγες ώρες· ή του Chege, ο οποίος με τα έσοδά του από την ακαδημαϊκή συγγραφή έχτισε σπίτι για τους γονείς του και σπούδασε την αδερφή του. Το ανησυχητικό στοιχείο παραμένει ότι οι περισσότεροι αναγκάζονται να υιοθετήσουν ψεύτικα προφίλ με «λευκές» ταυτότητες, για να γίνουν πιο εύκολα αποδεκτοί από πελάτες σε Ευρώπη και Αμερική.
Στους φοιτητές της Δύσης, η υπηρεσία αυτή εμφανίζεται σαν «σωσίβιο» για σπουδές υψηλού κόστους και έντονου ανταγωνισμού. Στην πραγματικότητα όμως διευρύνει το χάσμα με τους «αόρατους» συγγραφείς που προσφέρουν πνευματική εργασία χωρίς αναγνώριση. «Θέλουν τις ιδέες μας, αλλά όχι εμάς», λέει χαρακτηριστικά ένας Κενυάτης συγγραφέας. Στην άλλη πλευρά, φοιτήτρια στις ΗΠΑ παραδέχεται ότι αναγκάστηκε να πουλήσει γυμνές φωτογραφίες για να πληρώσει τις εκθέσεις της.
Παρά την απαγόρευση των essay mills στην Αγγλία το 2022, το φαινόμενο συνεχίζεται με άλλες μορφές, ενώ η έλευση της τεχνητής νοημοσύνης (όπως το ChatGPT) έχει εν μέρει αλλάξει το τοπίο. Πλέον φοιτητές παράγουν πρόχειρα κείμενα με AI και τα επιστρέφουν σε ανθρώπινους συγγραφείς για «διόρθωση» και απόκρυψη των ιχνών τεχνολογίας. Αυτό αναδεικνύει το βάθος του προβλήματος: οι τίτλοι σπουδών σε πολλά δυτικά ιδρύματα κερδίζονται με άνισους όρους, εις βάρος όσων παλεύουν πραγματικά να διακριθούν με κόπο.
Η κοινωνιολόγος Patricia Kingori, που ερεύνησε το θέμα, τονίζει πως πίσω από τη σιωπηλή βιομηχανία κρύβεται η άρνηση της Δύσης να αναγνωρίσει ότι η Αφρική παράγει γνώση υψηλού επιπέδου. Η Κένυα αντιμετωπίζεται ως χώρα φιλανθρωπίας και όχι ως δεξαμενή επιστημονικού δυναμικού. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά: «Αν ο κόσμος ήταν δίκαιος, αυτοί οι μελετητές θα στέκονταν ισότιμα στη διεθνή ακαδημαϊκή σκηνή – με το όνομά τους, όχι στη σκιά κάποιου άλλου».







