Σεισμικές έρευνες της δεκαετίας του 1970 έχουν αποκαλύψει ότι δύο μυστηριώδες μάζες σε μέγεθος ηπείρων κρύβονται στο βαθύτερο στρώμα του γήινου μανδύα, μία κάτω από την Αφρική και μία κάτω από τον Νότιο Ειρηνικό.

Οι μάζες αυτές, οι οποίες ξεχωρίζουν από τον υπόλοιπο μανδύα λόγω της υψηλότερης πυκνότητάς τους, ίσως είναι απομεινάρια της ίδιας κοσμικής σύγκρουσης από την οποία πιστεύεται ότι σχηματίστηκε η Σελήνη πριν από 4,5 δισ. χρόνια, προτείνει νέα μελέτη.

Σύμφωνα με την κρατούσα θεωρία, το φεγγάρι σχηματίστηκε από συντρίμμια που εκτοξεύτηκαν στο Διάστημα όταν ένας πλανήτης στο μέγεθος του Άρη, γνωστός ως Θεία, προσέκρουσε στη νεογέννητη Γη.

Σύμφωνα με το σενάριο που περιγράφει η νέα μελέτη στο περιοδικό Nature, ένα μέρος της Θείας γέννησε το φεγγάρι και ένα δεύτερο μέρος σφηνώθηκε κοντά στην καρδιά της Γης.

Μανδύας

Η διεθνής ομάδα που υπογράφει τη μελέτη έτρεξε υπολογιστικές προσομοιώσεις της σύγκρουσης (βίντεο κάτω) , των υλικών από τα οποία μπορεί να αποτελούταν η Θεία και της εξέλιξης του μανδύα της Γης, το παχύτερο στρώμα του πλανήτη ανάμεσα στον φλοιό και τον πυρήνα.

Οι υπολογισμοί έδειξαν ότι η ενέργεια της πρόσκρουσης ήταν αρκετή για να λιώσει το ανώτερο στρώμα του μανδύα. Ένα μέρος του υλικού της Θείας μπόρεσε να διαπεράσει αυτό το λιωμένο στρώμα και να σφηνωθεί στο κατώτερο, στερεό στρώμα πάνω από τον γήινο πυρήνα.

«Καθένας από αυτούς τους δύο σχηματισμούς έχει δύο φορές τη μάζα ολόκληρης της Σελήνης» σχολίασε στο Reuters ο Τσιάν Γιουάν, του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνια, πρώτος συγγραφέας της μελέτης. «Οι βάσεις τους βρίσκονται 2.900 χιλιόμετρα κάτω από τα πόδια μας. Είναι γιγάντιες».

Όπως εξήγησε ο ερευνητής, οι δύο γιγάντιες δομές ανακαλύφθηκαν από μετρήσεις σεισμογράφων επειδή η ταχύτητα των σεισμικών κυμάτων μειώνεται στο εσωτερικό τους σε σχέση με το λιγότερο πυκνό υλικό που τις περιβάλλει.

Πιθανότατα οι δύο μάζες είναι πυκνές επειδή περιέχουν σίδηρο, γι’ αυτό και κατέληξαν τόσο βαθιά στο εσωτερικό της Γης.

Τουλάχιστον αυτό είναι το σενάριο της μελέτης. Οι προσομοιώσεις δεν επαρκούν για να αποδειχθεί η νέα θεωρία, υποδεικνύουν ωστόσο ότι «πρέπει να ληφθεί σοβαρά» σχολίασε στο δικτυακό τόπο του Nature ο Ρόμπιν Κάκαπ, πλανητικός επιστήμονας του Ερευνητικού Ινστιτούτου Southwest στο Κολοράντο.

Παρόλα αυτά, οι ερευνητές πιστεύουν ότι υλικό από τις δύο μάζες δεν αποκλείεται να έχει αναδυθεί μέχρι την επιφάνεια από γεωλογικές διαδικασίες δισεκατομμυρίων ετών. Σε μια τέτοια περίπτωση θα μπορέσουν να συγκρίνουν την ισοτοπική σύσταση του υλικού με δείγματα από τη Σελήνη.

Θα γνωρίζουν έτσι αν κομμάτια της Θείας κρύβονται μέχρι σήμερα κάτω από την επιφάνεια του πλανήτη μας.

«Η Γη παραμένει ο μόνος γνωστός κατοικήσιμος πλανήτης και δεν γνωρίζουμε το γιατί» σχολίασε ο Γιούαν. «Αυτή η πρόσκρουση είναι πιθανό να καθόρισε τις αρχικές συνθήκες της εξέλιξης της Γης. Η μελέτη των συνεπειών ίσως μας βοηθήσει να κατανοήσουμε γιατί η Γη είναι διαφορετική από τους υπόλοιπους βραχώδεις πλανήτες».