Θετικές μεν, αλλά με πολλούς αστερίσκους, είναι οι συστάσεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την Ελλάδα, καθώς οι προκλήσεις για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας εξακολουθούν να παραμένουν και να εμποδίζουν σημαντικές επενδύσεις. Ιδιαίτερα, ο ΟΟΣΑ, στέκεται στην αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος, συστήνοντας αλλαγές.

Όπως αναφέρει, έχουν γίνει σημαντικά βήματα στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, ειδικά στις ρυθμίσεις για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις, ιδίως όσον αφορά την ανταπόκριση του δικαστικού συστήματος. Συστήνει, δε, την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών και την “επικοινωνία” του οφέλους των εναλλακτικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του νομικού συστήματος.

Στο μέτωπο των επιχειρήσεων, ο ΟΟΣΑ επαναλαμβάνει ότι η ελληνική οικονομία κυριαρχείται από μικρές επιχειρήσεις (ΜμΕ) με χαμηλή παραγωγικότητα και περιορισμένες δυνατότητες ανάπτυξης, παρασύροντας τη συνολική παραγωγικότητα. Ο ανταγωνισμός τιμών παραμένει χαμηλός σε πολλές αγορές, ενώ οι κανονιστικές επιβαρύνσεις για τη λειτουργία σε ορισμένους βασικούς τομείς και την εκ νέου ανάπτυξη της γης εμποδίζουν τους νεοεισερχόμενους. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια επιβαρύνουν την ικανότητα του τραπεζικού τομέα να χρηματοδοτήσει επενδύσεις. Σε αυτόν τον τομέα συστήνει την άρση των φραγμών εισόδου, δίνοντας προτεραιότητα στις επαγγελματικές υπηρεσίες και στην απλοποίηση των κανόνων χωροθέτησης γης.

Στην αγορά εργασίας, ο Οργανισμός διαπιστώνει ότι οι εργαζόμενοι αλλάζουν δουλειά λιγότερο συχνά από ό,τι στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ, ωστόσο η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση θα απαιτήσει από πολλούς εργαζόμενους και επιχειρήσεις να προσαρμόσουν τις δραστηριότητές τους. Γι’ αυτό υπάρχουν συστάσεις για αύξηση της συμμετοχής σε ποιοτικές πολιτικές ενεργούς αγοράς εργασίας και κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένων όλων των τομέων και περιοχών που επηρεάζονται από τη μετάβαση στην πράσινη οικονομία.

Ψηφιακή μετάβαση

Οι δημόσιες υπηρεσίες ψηφιοποιούνται με ταχείς ρυθμούς, αλλά η πρόοδος στον ιδιωτικό τομέα είναι πιο αργή λόγω των αδύναμων επενδύσεων σε εξοπλισμό, λογισμικό, κατάρτιση και οργάνωση, ιδίως μεταξύ των πολλών μικρών επιχειρήσεων, αναφέρει ο ΟΟΣΑ.

Σε αυτό συστήνει:

– Σταδιακή μείωση της απόσυρσης των κοινωνικών παροχών για όσους εισέρχονται στην εργασία και επιδόματα εντός της εργασίας για τους χαμηλόμισθους.

– Προώθηση της συμμετοχής των γυναικών στην αμειβόμενη απασχόληση ενθαρρύνοντας την παροχή πιο ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας.

– Βελτίωση κινήτρων για την πρόσληψη νέων εργαζομένων με περιορισμένη εμπειρία, με τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για νέες προσλήψεις.

Ενεργειακή μετάβαση

Ο ΟΟΣΑ διαπιστώνει ότι οι εκπομπές άνθρακα (GHG) έχουν μειωθεί, αλλά απαιτείται περαιτέρω πρόοδος. Η οικονομία της Ελλάδας είναι πιο εντάσεως άνθρακα από τις περισσότερες οικονομίες του ΟΟΣΑ. Απαιτούνται όμως μεγάλες επενδύσεις για τη στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές και την προσαρμογή της χρήσης ενέργειας, για την υλοποίηση των οποίων λαμβάνει μέτρα το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας. Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των παλαιότερων κατοικιών θα συμβάλει στη συγκράτηση της κατανάλωσης ενέργειας, στη μείωση των εκπομπών και στη μείωση της ενεργειακής φτώχειας.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΟΟΣΑ συστήνει ότι μόλις σταθεροποιηθούν οι τιμές στην ενεργειακή αγορά, η Ελλάδα θα πρέπει να αυξήσει σταδιακά τις τιμές για τις εκπομπές που δεν καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ σε ένα κατώτατο όριο που είναι συνεπές με την επίτευξη του στόχου μηδενικού άνθρακα. Επίσης, να υποβληθεί χρονοδιάγραμμα αυστηρότερων ελάχιστων προτύπων ενεργειακής απόδοσης, που θα εφαρμοστούν σε όλα τα υπάρχοντα κτίρια έως το 2050. Ουσιαστικά να υπάρξει μια υψηλών προδιαγραφών υποστήριξη για ανακαινίσεις, με τη χρήση μεγαλύτερης ιδιωτικής χρηματοδότησης μέσω επιδοτούμενων από τόκους δανείων που μπορούν να αποπληρωθούν μέσω εξοικονόμησης ενέργειας.