Η παρένθετη μητρότητα είναι, πέραν της υιοθεσίας, η μοναδική μέθοδος για τις γυναίκες που δε μπορούν ή είναι επικίνδυνο να κυοφορήσουν. Όλο και περισσότερα ζευγάρια ξεπερνούν τυχόν φραγμούς και εξοικειώνονται με την ιδέα.

Παρ’όλα αυτά, υπάρχουν ακόμη αναπάντητα ερωτήματα και ταμπού γύρω από τη διαδικασία. Τη συζήτηση άνοιξε η επώδυνη υπόθεση «Μωρό Μ» της δεκαετίας του 1980, όταν η παρένθετη μητέρα αποφάσισε ότι ήθελε να κρατήσει το παιδί που κυοφόρησε. Αυτή ήταν και η πρώτη περίπτωση που αμερικανικά δικαστήρια ασχολήθηκαν με την εγκυρότητα μιας σύμβασης παρένθετης μητρότητας και το ζήτημα του ποιος θα πρέπει να έχει την επιμέλεια του παιδιού.

Η Υπόθεση «Μωρό Μ»

Στο Νιου Τζέρσεϊ το 1985, μια γυναίκα χωρίς μεγάλη οικονομική επιφάνεια, η Μέρι Μπεθ Γουάιτχεντ, συνήψε σύμβαση με τον Γουίλιαμ Στερν, η σύζυγος του οποίου, Ελίζαμπεθ, έπασχε από σκλήρυνση κατά πλάκας και φοβόταν ότι θα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας αν έμενε έγκυος. Για 10.000 δολάρια τότε, η κ. Γουάιτχεντ συμφώνησε να γονιμοποιηθεί με το σπέρμα του κ. Στερν, να κυοφορήσει την εγκυμοσύνη και στη συνέχεια να παραχωρήσει τα γονικά δικαιώματα στο εύπορο ζευγάρι.

Μετά τη γέννηση ενός κοριτσιού, που αναφέρεται ως μωρό «Μ» στα δικαστικά έγγραφα, η κ. Γουάιτχεντ άλλαξε γνώμη. Ήθελε να εγκαταλείψει τα χρήματα και να κρατήσει το μωρό. Τότε οι Στερν προχώρησαν σε μήνυση.

Επικράτησαν σε κατώτερο πολιτειακό δικαστήριο, αλλά το 1988 το Ανώτατο Δικαστήριο του Νιου Τζέρσεϊ ανέτρεψε την απόφαση αυτή. Ακύρωσε τη σύμβαση παρένθετης μητρότητας ως προσβολή της δημόσιας τάξης και χαρακτήρισε την προβλεπόμενη πληρωμή «παράνομη, ίσως εγκληματική και δυνητικά εξευτελιστική για τις γυναίκες». Το δικαστήριο όμως τελικά έδωσε την επιμέλεια στους Στερν για το συμφέρον του παιδιού.

Αφού έκλεισε τα δεκαοκτώ της χρόνια, η Μελίσσα Στερν (το διάσημο μωρό «Μ») τερμάτισε πλέον νόμιμα τα γονικά δικαιώματα της κ. Γουάιτχεντ, τα οποία παραχώρησε στην Ελίζαμπεθ Στερν μέσω υιοθεσίας.

Το νομοθετικό πλαίσιο στην Ελλάδα

Η νομοθεσία γενικά στην Ελλάδα, όσο αφορά την παρένθετη μητρότητα, είναι από τις πιο δημοκρατικές και ευέλικτες στην Ευρώπη. Το ζευγάρι είναι πλήρως κατοχυρωμένο από επίσημη δικαστική απόφαση, που πρέπει απαραιτήτως να προηγείται της εμβρυομεταφοράς και το παιδί εκ του νόμου τεκμαίρεται σε αυτό αμέσως μετά τη γέννηση, με γνώμονα ότι όλες οι διαδικασίες έχουν εκπληρωθεί με τον σωστό και απαιτούμενο τρόπο.

Προϋπόθεση αποτελεί η έλλειψη ή ανωμαλία της μήτρας, οι αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής και τα σοβαρά προβλήματα υγείας. Όσον αφορά την παρένθετη μητέρα, πρέπει να είναι, εν όψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία και υποβάλλεται σε ιατρικές εξετάσεις και σε ενδελεχή ψυχολογική αξιολόγηση.