Λίγες ημέρες απομένουν μέχρι τις γαλλικές προεδρικές εκλογές, στις οποίες όλα δείχνουν ότι ο Εμανουέλ Μακρόν θα κατορθώσει να επικρατήσει. Όμως, επισημαίνουν σε ανάλυσή τους οι Times της Νέας Υόρκης, ακόμη και αν τα καταφέρει, και ήδη πριν από την πρώτη ψήφο, η Γαλλία έχει αναδείξει έναν ακόμη νικητή – και μάλιστα ξεκάθαρο: τη γαλλική δεξιά.

Παρά την πρόσφατη δημοσκοπική άνοδο του αριστερού υποψηφίου για την προεδρία, Ζαν-Λικ Μελανσόν, στην πραγματικότητα στην προεκλογική εκστρατεία η αναμέτρηση αφορά αποκλειστικά τη γαλλική δεξιά και ακροδεξιά, με τους υποψηφίους της να κυριαρχούν στις δημοσκοπήσεις και την ίδια να θέτει την ατζέντα. Τα ζητήματα της εθνικής ταυτότητας, της μετανάστευσης και του Ισλάμ έχουν επικρατήσει στις δημόσιες συζητήσεις, ενώ παράλληλα η ακροδεξιά έχει οικειοποιηθεί θέματα που παραδοσιακά ανήκουν στην αριστερά.

Ο ίδιος ο Μακρόν, παρατηρεί η αμερικανική εφημερίδα, πραγματοποιεί επίσης δεξιά στροφή προκειμένου να αντιμετωπίσει την πρόκληση, σε βαθμό που οι αναλυτές πλέον να αναρωτιούνται αν θα πρέπει να θεωρείται κεντροδεξιός πρόεδρος, παρά το γεγονός ότι η είσοδός του στη γαλλική σκηνή έγινε μέσα από το κόμμα των Σοσιαλιστών, το 2017.

Η μεγάλη μετακίνηση στα δεξιά

Σε έναν όλο και πιο αμφίρροπο εκλογικό αγώνα, πιθανότερη τελική αντίπαλός του στον πρώτο γύρο που θα πραγματοποιηθεί σε δυο εβδομάδες είναι η Μαρίν Λεπέν, η ακροδεξιά ηγέτιδα του Εθνικού Μετώπου, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Αν οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν, θα είναι η δεύτερη φορά που η Λεπέν θα περάσει στο δεύτερο γύρο, παγιώνοντας τη θέση της στο πολιτικό κατεστημένο.

«Η μεγάλη μετακίνηση προς τα δεξιά – αυτή έχει γίνει, έχει τελειώσει», δήλωσε ο Γκαέλ Μπρουστιέ, πολιτικός αναλυτής και πρώην σύμβουλος υποψηφίων της αριστεράς. «Δεν θα υπάρξει στροφή προς την αντίθετη κατεύθυνση για τα επόμενα 20 χρόνια».

Η Λεπέν και το κόμμα της πέρασαν τις τελευταίες δεκαετίες λειαίνοντας το έδαφος για την ανάπτυξη της δεξιάς. Όμως η πρόσφατη πολιτική άνοδος δεξιών σχηματισμών έρχεται μετά τον επιτυχημένο «πολιτισμικό πόλεμο» των συντηρητικών, ο οποίος μαίνεται στη χώρα εδώ και χρόνια και αντλεί την έμπνευσή του από την αμερικανική δεξιά. Συχνά, οι γάλλοι συντηρητικοί υιοθετούν τους αμερικανικούς κώδικες και στρατηγικές για να προσελκύσουν νεότερο κοινό.

«Αφυπνισμένοι» και «πολιτισμικοί πόλεμοι»

Τους τελευταίους μήνες, η γαλλική δεξιά δεν χρησιμοποιεί απλώς ως υποτιμητικά τον όρο «αφυπνισμένοι» για να φιμώσει ουσιαστικά την αριστερά και να καταστείλει αυτό που αντιμετωπίζει ως απειλή της «κουλτούρας της αφύπνισης» των αμερικανικών πανεπιστημίων, αλλά έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια δική της πολιτιστική παρουσία έπειτα από χρόνια ελάχιστης ή και καθόλου παρουσίας στα δημοφιλή ΜΜΕ της χώρας.

Πλέον, η γαλλική δεξιά έχει σπάσει τους κοινωνικούς φραγμούς και εκπροσωπείται από μια γαλλική εκδοχή του αμερικανικού καναλιού Fox, το CNews, αλλά και από ένα διευρυνόμενο δίκτυο δεξαμενών σκέψεων και πολλαπλών πλατφόρμων στα κοινωνικά δίκτυα, κατακτώντας με τον τρόπο αυτό ένα όλο και νεότερο κοινό.

Τέτοιου είδους μηχανισμοί «δεν υπήρχαν στη Γαλλία ή ήταν σε εμβρυακό στάδιο» μόλις πριν από μερικά χρόνια, σύμφωνα με τον 38χρονο Φρανσουά ντε Βογέ, παρουσιαστή και χρηματοδότη του Livre Noir, ενός καναλιού στο YouTube που δημιουργήθηκε πριν ένα χρόνο και εστιάζει στους πολιτικούς της δεξιάς και της ακροδεξιάς.

«Είπαμε στους εαυτούς μας: Ας κάνουμε ότι και το CPAC στις ΗΠΑ». To CPAC, δηλαδή το Συνέδριο Συντηρητικής Πολιτικής Δράσης, είναι η ετήσια συνάντηση της αμερικανικής δεξιάς.

Αυτό και έκαναν.

Η ακροδεξιά απλώνει τα πλοκάμια της

Το 2019, ο Ντε Βογέρ συνδιοργάνωσε το «Συνέδριο της Δεξιάς», ένα ημερήσιο συνέδριο, στο οποίο εμφανίζονται κορυφαίες μορφές της γαλλικής δεξιάς και ακροδεξιάς. Σε αυτό «οφείλουμε» και την άνοδο του Έρικ Ζεμούρ, του τηλεοπτικού παρουσιαστή και συγγραφέα.

Ο Ζεμούρ, περισσότερο από κάθε άλλο υποψήφιο, ενσαρκώνει σύμφωνα με τους Times τις επιπτώσεις του πολιτισμικού πολέμου της δεξιάς.

Στα ευπώλητα βιβλία του, αλλά και στις καθημερινές του εμφανίσεις στο CNes, ο Ζεμούρ έγινε εδώ και πάνω από δέκα χρόνια ο ηγέτης του νέου δημοσιογραφικού οικοσυστήματος της δεξιάς, που υποστήριζε ότι η Γαλλία αντιμετωπίζει υπαρξιακή απειλή από τους μουσουλμάνους μετανάστες και τους απογόνους τους, αλλά και από την εισαγωγή των ιδεών της πολυπολιτισμικότητας από τις ΗΠΑ.

Αν και πλέον η δημοτικότητά του εμφανίζεται μειωμένη, με τις δημοσκοπήσεις να την εκτιμούν στο 10%, η μετεωρική του άνοδος στη διάρκεια της περσινής χρονιάς τράβηξε την προσοχή της Γαλλίας και έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην κυριαρχία της δεξιάς ατζέντας, καθώς ο Ζεμούρ κατάφερε να διευρύνει τα όρια του αποδεκτού για τους Γάλλους.

«Μεγάλη αντικατάσταση»

Ο Ζεμούρ μετέτρεψε σε κομμάτι της κανονικής συζήτησης τη ρατσιστική θεωρία συνωμοσίας ότι οι λευκοί χριστιανικοί πληθυσμοί αντικαθίστανται σκόπιμα από μη-λευκούς μετανάστες, εξηγεί στους Times ο Ραφαέλ Γιορκά, γάλλος επικοινωνιολόγος και μέλος του ερευνητικού ινστιτούτου Fondation Jean-Jaurès.

Η «μεγάλη αντικατάσταση» όπως αποκαλείται η θεωρία, αργότερα βρέθηκε στα χείλη ακόμη και της Βαλερί Πεκρές, της υποψήφιας του παραδοσιακά κεντροδεξιού κόμματος των Ρεπουμπλικάνων.

Αυτή η διείσδυση της ακροδεξιάς στη γαλλική πολιτική σκηνή είναι αποτέλεσμα μιας οργανωτικής προσπάθειας που μετρά μια δεκαετία ζωής.

Ακροδεξιοί θεσμοί

Ο Τιμπό Μονιέρ, πρώην δημοτικός σύμβουλος του κόμματος της Λεπέν που στη συνέχεια προσχώρησε σε εκείνο του Ζεμούρ, έχει υποστηρίξει ότι στα μέσα της δεκαετίας του 2010, συντηρητικοί όπως εκείνος έθεσαν στον εαυτό τους τον «μετα-πολιτικό» στόχο της δημιουργίας νέων πολιτικών θεσμών και των δικών τους ΜΜΕ.

Το 2018, μαζί με τη Μαριόν Μαρεσάλ, ανιψιά της Λεπέν, ο Μονιέρ ίδρυσε ένα συντηρητικό πολιτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα στη Λυόν με την ονομασία Issep, που προκύπτει από τα αρχικά των λέξεων Ινστιτούτο Κοινωνικών, Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών. Η σχολή θέλει να παίξει το ρόλο της εναλλακτικής επιλογής σε αυτό που ο ίδιος περιγράφει ως κατεστημένα της ανώτερης εκπαίδευσης, στα οποία υποτίθεται ότι κυριαρχεί η αριστερά.

Όμως ταυτόχρονα με τις προσπάθειές της να παρεισφρήσει στο εκπαιδευτικό κατεστημένο, η ακροδεξιά εξαπέλυε μια επιτυχημένη εκστρατεία για την εξάπλωση των ιδεών της στα κοινωνικά δίκτυα, στο πλαίσιο της οποίας αυτοπαρουσιαζόταν ως ελκυστικά αμφιλεγόμενη.

Εναλλακτική δεξιά

Κεντρικό όπλο στην πολιτισμική μάχη του Ζεμούρ ήταν η γνώση του για τα κοινωνικά δίκτυα και τους κώδικες επικοινωνίας των νέων γενιών, τονίζει στους Times ο Γιορκά.

Ο ακροδεξιός υποψήφιος είναι ιδιαιτέρως ενεργώς σε δίκτυα όπως το TikTok και το Instagram, όπου αναρτά καθημερινά βίντεο και μηνύματα που απευθύνονται σε νεότερα κοινά. Το κεντρικό βίντεο της καμπάνιας του στο YouTube, γεμάτο πολιτιστικές αναφορές, προσέλκυσε εκατομμύρια θεατές.

Ο Γιορκά σημειώνει ότι ο Ζεμούρ έχει καταφέρει να «υποβαθμίσει το ριζοσπαστικό περιεχόμενο» των ιδεών του, χωρίς να αλλάξει ποτέ την ουσία τους. Σε αυτό, βοηθήθηκε από ένα δίκτυο χρηστών του internet που καλύπτουν τη βία των εξτρεμιστικών του ιδεών με εργαλείο το χιούμορ. Στο Facebook και το Instagram, λογαριασμοί με δεκάδες χιλιάδες ακολούθους, αναρτούν διαρκώς ανάλαφρα αστεία για τον Ζεμούρ.

Ο ακροδεξιός υποψήφιος χαίρει και της υποστήριξης ακροδεξιών… influencers του γαλλικού YouTube που ειρωνεύονται κάθε κοινωνικό κίνημα, από το φεμινισμό και τη χορτοφαγία μέχρι τα εργατικά σωματεία. Ένας τέτοιος influencer, ο Papacito, τα βίντεο του οποίου συχνά συγκεντρώνουν ακόμη και ένα εκατομμύριο προβολές, υποστήριξε ανοιχτά τον Ζεμούρ σε πρόσφατη δήλωσή του.

«Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε ένα Canal+ της αντικουλτούρας», δήλωσε στο περιοδικό Valeurs Actuelles, αναφερόμενος σε ένα κανάλι που κυριαρχούσε στη γαλλική προοδευτική πολιτιστική σκηνή από το ’80 μέχρι το ’90. «Ένα κανάλι που να είναι εξίσου διασκεδαστικό, αλλά να μεταφέρει πατριωτικές και αντιδραστικές ιδέες».

Οι μάχες της Wikipedia

Ο Σαμιουέλ Λαφόντ, επικεφαλής της ψηφιακής ομάδας του Ζεμούρ, δήλωσε ότι περίπου 1.500 άτομα ετοιμάζονται να εργαστούν για την προώθηση συζητήσεων του Ζεμούρ στα κοινωνικά δίκτυα και τη δημιουργία οπτικού υλικού που να συνοδεύει τις εμφανίσεις του στα ΜΜΕ.

Ο Λαφόντ αναγνωρίζει ότι αρκετοί ανεξάρτητοι «θύλακες» έχουν δημιουργηθεί για να ριχτούν στη μάχη της… Wikipedia, την οποία αποκάλεσε «σημαντική πολιτισμική μάχη».

Το στρατόπεδο της Λεπέν έχει υπερηφανευτεί σε πολλές περιπτώσεις ότι έχει ήδη κερδίσει τη μάχη των ιδεών, παραπέμποντας στο γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει μέρος της ρητορικής της, συμπεριλαμβανομένου του όρου της «αποκτήνωσης», ο οποίος χρησιμοποιείται από τη γαλλική ακροδεξιά για να υπονοήσει ότι το γαλλικό κράτος χάνει τον πολιτισμό του.

«Αφυπνισμός»

Όμως η πιο εντυπωσιακή επιτυχία της ακροδεξιάς, επισημαίνουν οι Times, ίσως είναι η αυξανόμενη χρήση της λέξης «αφυπνισμός» (wokisme) στο δημόσιο λόγο, ενός όρου που οι περισσότεροι Γάλλοι δεν είχαν ακούσει ποτέ μέχρι πριν λίγους μήνες.

Δεδομένα της Google δείχνουν ότι οι αναζητήσεις για τον όρο wokisme ξεκίνησαν μόλις το Σεπτέμβριο, όταν τα ΜΜΕ άρχισαν να στρέφουν την προσοχή τους στις προεδρικές εκλογές. Η κορύφωση ήρθε το Νοέμβριο, εξαιτίας του τεταμένου διαλόγου γύρω από τις «αφυπνισμένες» ιδέες, όπως για παράδειγμα για τη χρήση αντωνυμιών χωρίς έμφυλο πρόσημο.

Ο Νικολά Βαντερμπίστ, επικοινωνιολόγος που έχει μελετήσει την εμφάνιση αυτών των ιδεών στο internet, εκτιμά ότι περίπου το 15% των καβγάδων στα γαλλικά κοινωνικά δίκτυα στη διάρκεια της περασμένης χρονιάς, συνδέονται με τον όρο.

Η έννοια του «αφυπνισμού» διαδόθηκε χάρη σε συντηρητικά έντυπα. Η Le Figaro, η δεύτερη σε κυκλοφορία εφημερίδα στη χώρα, χρησιμοποίησε τον όρο «αφυπνισμένος» 417 φορές σε άρθρα της στη διάρκεια του προηγούμενου έτους. Ο όρος εμφανίζεται 12 φορές σπανιότερα στη Le Monde, την κεντροαριστερή εφημερίδα με το μεγαλύτερο κοινό στη Γαλλία.

Το κόμμα του Μακρόν στη μάχη κατά της προόδου

Αυτό το κίνημα κατά της «αφύπνισης» έγινε τόσο ισχυρό, ώστε ο υπουργός παιδείας του Μακρόν, Ζαν-Μισέλ Μπλακέρ, να δημιουργήσει τον περασμένο Οκτώβριο δεξαμενή σκέψης με στόχο την καταπολέμηση του «αφυπνισμού», δηλώνοντας στη Le Monde ότι «η Γαλλία και οι νέοι της πρέπει να ξεφύγουν από αυτό».

Αν και το ακριβές περιεχόμενο του όρου παραμένει ασαφές, χρησιμοποιείται για να τραβά την προσοχή του κοινού, από συντηρητικούς που θέλουν να καταστείλουν τα αιτήματα για κοινωνική δικαιοσύνη.

Η γαλλική αριστερά «επέτρεψε στον εαυτό της να τρομοκρατηθεί» από λέξεις όπως ο «αφυπνισμός», καθιστώντας σχεδόν αδύνατη τη συμμετοχή της σε ειλικρινείς συζητήσεις για τη φυλή και για διάφορα κοινωνικά προβλήματα που ανέκυψαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, σύμφωνα με τη Σαντρίν Ρουσσώ, οικονομολόγο, οικο-φεμινίστρια και ηγέτιδα των Πράσινων της Γαλλίας.

Η γαλλική δεξιά κέρδισε τον πολιτισμικό πόλεμο, σε μεγάλο βαθμό επειδή η αριστερά δεν παρουσίασε δική της εναλλακτική, συμπλήρωσε η Ρουσσώ μιλώντας στους Times.

«Εμείς στην αριστερά έχουμε αποτραβηχτεί για να αποφύγουμε τις επιθέσεις της δεξιάς», τόνισε. «Καθώς εκείνοι προήλαυναν, εμείς φοβόμασταν να ηγηθούμε της μάχης».

Ο Μπουστιέ υποστηρίζει ότι οι αριστερές οργανώσεις δεν έχουν εργαστεί για την παραγωγή νέων ιδεών. Πριν μερικά χρόνια, λέει στους Times, προσπάθησε να δημιουργήσει μια σχολή για την εκπαίδευση αριστερών ακτιβιστών. «Η ιδέα εκνεύρισε τους πάντες», καταλήγει.