Ο πρώτος πρόεδρος της ΝΔ που ανέδειξε ένα πιο φιλελεύθερο προφίλ του κόμματός του, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, έλεγε πως το «κλειδί» για να βρεθεί η ΝΔ στην κυβέρνηση είναι να απευθύνεται στο Κέντρο, χωρίς να αφήνει περιθώριο σχηματισμών από τα δεξιά.

Από τη δική του εμπειρία μέχρι σήμερα, όλα φαίνεται πως τον επιβεβαιώνουν: η ΝΔ δεν άντεχε ποτέ όταν είχε κίνδυνο εκ δεξιών, ενώ η Χρυσή Αυγή, που έγραψε τη δική της μαύρη κοινοβουλευτική σελίδα, έμεινε εκτός Βουλής μόνο όταν η ΝΔ, ως πρώτο κόμμα, έφτασε σχεδόν στο 40%.

Εκτοτε η πρόθεση διεύρυνσης και το άνοιγμα του Μεγάρου Μαξίμου προς το κεντρώο ακροατήριο, που επιβεβαιώθηκε εκ νέου από τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ, θεωρείται ότι δίνει ακόμα και σήμερα στην κυβέρνηση τη δημοσκοπική της κυριαρχία.

Η φθορά του τελευταίου μήνα, ωστόσο, και κυρίως το γεγονός πως από αυτή δεν κερδίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, κάνει πολλούς να αναρωτιούνται αν κάτι κινείται στα δεξιά της Δεξιάς.

Στα ίδια επίπεδα

Υπάρχει πραγματικά χώρος εκεί; Σε κομματικό πεδίο, κανένας σχηματισμός δεν έχει μεγάλη τύχη.

Οι δημοσκόποι διαπιστώνουν πως δεν υπάρχει ρευστή κίνηση ανάμεσα σε ΝΔ και κάποιο μικρό κόμμα στα δεξιά της – όπως, για παράδειγμα, υπάρχει ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ ή το ΚΙΝΑΛ και τη ΝΔ.

Πράγμα που σημαίνει πως κανένα από τα υπάρχοντα κόμματα δεν μπορεί για την ώρα να συγκεντρώσει μια συσσωρευμένη δυσαρέσκεια δεξιών ψηφοφόρων που θα λειτουργούσε ενισχυτικά για την παρουσία του.

Η σταθερή παρουσία του Κυριάκου Βελόπουλου δείχνει το ίδιο: παρότι η Ελληνική Λύση «παίζει» δυνατά το αντιεμβολιαστικό κίνημα και, πριν από κάποια χρόνια, την ονομασία της Βόρειας Μακεδονίας, και παρότι σε περιοχές της Θεσσαλονίκης καταγράφεται έως και τρίτο κόμμα, πανελλαδικά κρατιέται στα ίδια επίπεδα, χωρίς να κερδίζει από τη φθορά της κυβέρνησης.

Δικό της μοτίβο έχει και η εξωκοινοβουλευτική δημοσκοπική παρουσία του «Δημιουργία Ξανά», που σε ανώδυνες περιόδους φτάνει στο 2%, όμως «ξεφουσκώνει» όταν ξεκινάει η φάση της πόλωσης.

Το υπερσυντηρητικό ακροατήριο

Μεγαλύτερη  ανησυχία προξενεί ένα άλλο νούμερο, το 1,5% του κόμματος που ίδρυσε ο καταδικασμένος για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης Ηλίας Κασιδιάρης και πλέον εμφανίζεται όχι σε μία αλλά σε τουλάχιστον τρεις μετρήσεις διαφορετικών εταιρειών.

Κι αυτό όχι γιατί με το συγκεκριμένο ποσοστό έχει πιθανότητες εισόδου στη Βουλή, αλλά γιατί οι δημοσκόποι γνωρίζουν από την εμπειρία της Χρυσής Αυγής ότι σε αυτόν τον χώρο υπάρχει μεγάλο ποσοστό απόκρυψης ψήφου – και η προοπτική της απλής αναλογικής και των διπλών καλπών μπορεί να επιτρέψει ευκολότερα «ακρότητες».

Ακόμα κι αν η καταγραφή αυτή αποδειχθεί φούσκα, το 1,5% εκεί δείχνει από μόνο του την απόπειρα συσπείρωσης ενός υπερσυντηρητικού ακροατηρίου, το οποίο κατά καιρούς διάφορα πρόσωπα του συγκεκριμένου χώρου θέλησαν να προσεγγίσουν.

Προβεβλημένα πρόσωπα από τα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό πάντως, όπως ο απόστρατος αξιωματικός Φραγκούλης Φράγκος και η Νίνα Γκατζούλη των Παμμακεδονικών Ενώσεων Υφηλίου, βρέθηκαν να υπογράφουν το κείμενο των «160 προσωπικοτήτων» εναντίον της θεσμοθέτησης του γάμου των ομοφυλοφίλων, ενώ πολλοί εξ αυτών των 160 τάσσονται και εναντίον της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία.

Ακόμα, δηλαδή, και χωρίς κομματική αναφορά, μια σειρά κοινωνικών θεμάτων, στα οποία η ΝΔ έχει αλλάξει την παραδοσιακή στάση της, γίνονται ατζέντα που πιέζει την κυβέρνηση εκ δεξιών.

Δεν είναι η πρώτη φορά που κάτι τέτοιο προσπαθεί να κερδίσει έδαφος στην Ελλάδα. Πρόκειται για μια σειρά θεμάτων που στον πυρήνα τους έχουν την «προστασία» του ελληνικού έθνους από κάθε υποτιθέμενο κίνδυνο – εθνικό, κοινωνικό ή ηθικό.

Σε αυτό το πλαίσιο, όσοι τα αναδεικνύουν προτάσσουν ιδιαίτερα το δημογραφικό πρόβλημα (συζήτηση που «έδεσε» και με το συνέδριο γονιμότητας που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις), το οποίο θεωρούν πως δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με την ενσωμάτωση των μεταναστών, ενώ δίνουν ιδιαίτερη σημασία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στις οποίες εναντιώνονται σε κάθε είδους συγκλίσεις.

Σε αυτή την πίεση εκ δεξιών απέδωσαν και στελέχη της αντιπολίτευσης την ανοχή που επέδειξε το Μέγαρο Μαξίμου στο διαδικτυακό φάουλ του Κωνσταντίνου Μπογδάνου, που δημοσιοποίησε στοιχεία παιδιών με ανάρτησή του – ο βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος αποδοκιμάστηκε μεν, αλλά δεν διαγράφηκε επί τόπου.

Εκεί αποδόθηκαν και συγκεκριμένες κινήσεις του ανασχηματισμού, που δεν ήταν στοχευμένος σε πρόσωπα που προέρχονται από την Κεντροαριστερά, αλλά ως κινήσεις με μηνύματα στο εσωτερικό της γαλάζιας παράταξης.

Χωρίς αντίκρισμα

Αυτό το προμοτάρισμα υπερσυντηρητικών ιδεών έχει επιχειρηθεί και στο μεταπολιτευτικό παρελθόν, με εξάρσεις και υφέσεις, σπάνια κέρδιζε κεντρικό χαρακτήρα στα κυβερνητικά προγράμματα – παρότι «χώθηκε», κατά καιρούς, με τη μορφή του ΛΑΟΣ και των ΑΝΕΛ, σε διάφορα κυβερνητικά σχήματα.

Σε αυτή τη χρονική στιγμή, η προσπάθεια δεν φαίνεται να βρίσκει αντίκρισμα: η δεξιά πλευρά της γαλάζιας πολυκατοικίας είναι σπασμένη σε πολλά μικρά διαμερίσματα, χωρίς ιδιαίτερα χαρισματικούς ενοίκους.

Σε επίπεδο ατζέντας όμως οι προσπάθειες είναι περισσότερο εντατικές, αν και σε επίπεδο κοινωνίας όχι ιδιαίτερα αποδοτικές.

Σύμφωνα άλλωστε με τη δημοσκόπηση της Κάπα Research του περασμένου Μαΐου («To Βήμα της Κυριακής»), η γενιά που έρχεται, παρότι κουρασμένη και δύσπιστη απέναντι σε θεσμούς όπως η Δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ, είναι κοινωνικά προοδευτική: έχει, δηλαδή, φρέσκια ματιά στα ατομικά δικαιώματα και στην αυτοδιάθεση, μεγαλύτερη διάθεση αλληλεγγύης – αν και ακόμη δεν είναι απολύτως ανοιχτή σε ζητήματα μεταναστευτικού χαρακτήρα.