«Αγόρι μου, μη σταματήσεις ποτέ τον αγώνα για την επιστροφή των Μαρμάρων στην Ελλάδα μας». Οταν αυτή η τρυφερή παραίνεση προέρχεται από τα χείλη μιας δακρυσμένης – αλλά πάντα απαστράπτουσας – Μελίνας Μερκούρη, είναι αδύνατον να την ξεχάσεις. «Της το υποσχέθηκα. Θα συνεχίσω να αγωνίζομαι για αυτόν τον σκοπό μέχρι την ημέρα που θα πεθάνω» λέει με συγκίνηση, σχεδόν 40 χρόνια μετά, ο αποδέκτης της.

Ο Εμάνουελ Κόμινο είναι ο άνθρωπος που ξεκίνησε τη διεθνή εκστρατεία για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, ιδρύοντας την πρώτη επιτροπή στον κόσμο με αντικείμενο την επιστροφή τους στην Ελλάδα. Η καμπάνια του άρχισε πολύ πριν η Μελίνα ξεκινήσει την – ατελεύτητη έως σήμερα – παγκόσμια σταυροφορία της. Ο Κόμινο συνέστησε την επιτροπή του στην Αυστραλία 10 ημέρες προτού η βραβευμένη στις Κάννες ηθοποιός αναλάβει το υπουργείο Πολιτισμού μετά την επικράτηση του ΠΑΣΟΚ της «Αλλαγής» στις εκλογές του 1981. Η εκστρατεία του είχε, ατύπως, ξεκινήσει πέντε χρόνια νωρίτερα, όταν ο 43χρονος τότε Ελληνοαυστραλός άρχισε να ταξιδεύει απ’ άκρου εις άκρον του πλανήτη προσπαθώντας να ευαισθητοποιήσει τη διεθνή κοινή γνώμη. Στα χρόνια που ακολούθησαν, έδωσε περισσότερες από 300 διαλέξεις, έστειλε επιστολές σε όλους τους βρετανούς πρωθυπουργούς και έπεισε τους πιο ισχυρούς πολιτικούς της Αυστραλίας να υποστηρίξουν το αίτημά του. Στα 88 του σήμερα, ο αποκαλούμενος «πατέρας της εκστρατείας για τα Γλυπτά» δηλώνει το ίδιο αποφασισμένος με την πρώτη ημέρα. «Δεν θα σταματήσω έως ότου η Βρετανία τα στείλει πίσω στην Ελλάδα» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο ιδρυτής και πρόεδρος της ιστορικής Διεθνούς Οργανωτικής Επιτροπής Αυστραλίας για την Αποκατάσταση των Μαρμάρων του Παρθενώνα (IOCARPM) και αντιπρόεδρος της Διεθνούς Ενωσης για την Επανένωση των Γλυπτών.

Ο Εμάνουελ Κόμινο (Εμμανουήλ Κομηνός) γεννήθηκε στο Ρόκχαμπτον στις 13 Μαΐου 1933. Οι γονείς του μετανάστευσαν από τα Κύθηρα στην Αυστραλία στην αυγή του περασμένου αιώνα. Το 1937, σε ηλικία τεσσάρων ετών, χάνει τη μητέρα του. Την επόμενη χρονιά, ο πατέρας του παίρνει τους δύο γιους του και ταξιδεύουν στην Ελλάδα για διακοπές. Ωστόσο, ξεσπά ο πόλεμος και αναγκάζονται να μείνουν στα Κύθηρα. Εννέα χρόνια αργότερα, επιστρέφουν στο Σίδνεϊ. Ο Εμάνουελ κάνει διάφορες δουλειές και το 1965 ανοίγει ασφαλιστικό γραφείο. Η πρώτη του επαφή με τα Γλυπτά γίνεται το 1976, όταν επισκέπτεται για δεύτερη φορά την Ελλάδα. «Θυμάμαι πεντακάθαρα τη στιγμή που αντίκρισα τον Παρθενώνα. Θαμπώθηκα από το μεγαλείο του. Ηταν μαγικό» μού λέει σε άπταιστα ελληνικά. «Αντιλήφθηκα αμέσως τη ζημιά που είχε προκαλέσει ο Ελγιν και, έχοντας επισκεφθεί όλα τα ευρωπαϊκά μουσεία που στεγάζουν ελληνικούς θησαυρούς, αποφάσισα να επιδιώξω την επανένωση των Μαρμάρων». Κατόπιν, διαβάζει ό,τι έχει γραφτεί για το θέμα και αρχίζει να κάνει ομιλίες ανά τον κόσμο. Το 1981 ιδρύει την πρώτη επιτροπή για την επιστροφή των Γλυπτών, που αρχικά τελούσε υπό την αιγίδα της ΑΧΕΠΑ Αυστραλίας.

«Στις αρχές του 1982, διάβασα στις εφημερίδες δηλώσεις της Μελίνας για τα Μάρμαρα. Στηλίτευε την προκλητική άρνηση της βρετανικής κυβέρνησης να τα επιστρέψει, προσθέτοντας ότι ήθελε να αρχίσει διεθνή εκστρατεία για την επανένωσή τους» θυμάται ο Κόμινο. «Της έστειλα το καταστατικό της επιτροπής μας και της έγραψα ότι θέλουμε να γίνουμε μέρος μιας συντονισμένης παγκόσμιας προσπάθειας. Μου απάντησε ότι υποστηρίζει με ενθουσιασμό την πρωτοβουλία μου». Την επόμενη χρονιά, η Μελίνα ταξιδεύει στο Σίδνεϊ και ο Κόμινο προσκαλείται σε δεξίωση προς τιμήν της. «Πλησιάζω τον αξιωματούχο που τη συνόδευε και του δείχνω το γράμμα της. Τη βρίσκει και της το δίνει. Το διαβάζει και το πρόσωπό της λάμπει. Τεντώνει τα χέρια της, διασχίζει την αίθουσα και τα ακουμπά στους ώμους μου». Οταν ήρθε η ώρα να φύγει, η Μελίνα τον αναζητά ξανά στην αίθουσα. «Μου ζήτησε να μη σταματήσω να αγωνίζομαι για τα Γλυπτά. Την κοίταξα και της απάντησα: «Θα παλεύω για την επιστροφή τους έως ότου η Αγγλία υποσχεθεί να τα στείλει πίσω ή έως την ημέρα που θα πεθάνω». Μου έσφιξε το χέρι και με αγκάλιασε δακρυσμένη. Με φίλησε στο μάγουλο και έφυγε». Εκτοτε, παρέμειναν σε επαφή έως τον θάνατό της.

Επί 44 χρόνια, ο Κόμινο γυρνούσε τον κόσμο κάνοντας ομιλίες και λόμπινγκ σε πολιτικούς για τα Γλυπτά. Ο αυστραλός πρωθυπουργός Τζον Χάουαρντ τού έγραψε το 2002 ότι «τα Μάρμαρα του Παρθενώνα αποτελούν αναντικατάστατο τμήμα της ελληνικής κληρονομιάς και ταυτότητας» και λίγο αργότερα έθεσε το ζήτημα στον βρετανό ομόλογό του Τόνι Μπλερ. Ανάλογες δηλώσεις στήριξης έκαναν δεκάδες αυστραλοί πολιτικοί. Το μοναδικό του παράπονο, σημειώνει, είναι ότι «δεν προσκλήθηκα στα εγκαίνια του Μουσείου Ακρόπολης, παρότι ενίσχυσα οικονομικά την ανέγερσή του».

Το 2016 ταξίδεψε στο Λονδίνο. «Πήραμε με τη σύζυγό μου ένα τουριστικό λεωφορείο για να δούμε τα αξιοθέατα. Οταν περνούσαμε έξω από το Βρετανικό Μουσείο, ο ξεναγός είπε στο γκρουπ: «Δεν ξέρω γιατί το λένε έτσι. Δεν έχει τίποτε το βρετανικό. Ολα εκεί μέσα είναι κλεμμένα»». Ο Κόμινο, ο οποίος το 2010 χρίστηκε μέλος του Τάγματος της Αυστραλίας, είναι πεπεισμένος ότι ο αγώνας του θα δικαιωθεί. «Μόνον όταν τα Μάρμαρα επανενωθούν στο Μουσείο Ακρόπολης θα μπορέσουν να διηγηθούν τη λαμπρή ιστορία τους. Δεν υπάρχουν πια δικαιολογίες. Ολοι μαζί θα κάνουμε το όνειρο πολλών γενεών πραγματικότητα».