Ανησυχία προκαλεί η δημοσιοποίηση μελέτης του ιταλικού νοσοκομείου San Giovanni Calibita Fatebenefratelli κατά την οποία εντοπίστηκαν για πρώτη φορά μικροπλαστικά στον πλακούντα τεσσάρων υγιών γυναικών με φυσιολογικές εγκυμοσύνες και τοκετούς. Και μπορεί το δείγμα να είναι μικρό για να βγουν ασφαλή συμπεράσματα για τον ακριβή αντίκτυπο στην υγεία του εμβρύου, σίγουρα όμως λειτουργεί ως ένα πρώτο καμπανάκι αφύπνισης τόσο για τους επιστήμονες που θα χρειαστεί να εμβαθύνουν στις παραμέτρους των ανησυχητικών ευρημάτων όσο και για τις υποψήφιες μητέρες που θα πρέπει να είναι διπλά προσεκτικές κατά τη διάρκεια της κύησης ώστε να μην επιβαρυνθεί η υγεία του εμβρύου από δικές τους συνήθειες ή από την ήδη υπάρχουσα μόλυνση του περιβάλλοντος από μικροπλαστικά σωματίδια που αιωρούνται στην ατμόσφαιρα και ο καθένας μπορεί να εισπνεύσει.

Σε πρόσφατο κείμενό της η εφημερίδα «Guardian» αναφέρει σχετικά με τη μελέτη ότι ενώ «βρέθηκε περίπου μία ντουζίνα μικροπλαστικά, αναλύθηκε μόνο το 4% του κάθε πλακούντα, γεγονός που υποδεικνύει ότι ο συνολικός αριθμός μικροπλαστικών ήταν αρκετά υψηλότερος. Ολα τα σωματίδια που αναλύθηκαν ήταν βαμμένα μπλε, κόκκινο, πορτοκαλί ή ροζ και πιθανότατα έχουν προέλθει από συσκευασίες, μπογιές ή καλλυντικά και προϊόντα προσωπικής περιποίησης. Τα μικροπλαστικά ήταν κυρίως μεγέθους 0,01 χιλιοστό, δηλαδή αρκετά μικρά για να μπορούν να εισχωρήσουν στην κυκλοφορία του αίματος. Τα σωματίδια μπορεί να έχουν εισχωρήσει στο σώμα των μωρών αλλά οι ερευνητές δεν μπόρεσαν να το εξακριβώσουν». Οσο για τα μικροπλαστικά σωματίδια που πιθανόν καταναλώθηκαν από τις μητέρες ή τα εισέπνευσαν, οι επιστήμονες λένε ότι μπορεί να περιέχουν χημικά που προκαλούν μακροχρόνια βλάβη στη μητέρα και στο έμβρυο ή μπορεί ακόμα και να διαταράξουν το υπό ανάπτυξη ανοσοποιητικό του σύστημα.

Οι γυναικολόγοι ανησυχούν

Ιδιαίτερα θορυβημένη έπειτα από τη συγκεκριμένη μελέτη εμφανίζεται η κοινότητα των γυναικολόγων, κυρίως ως προς το μέγεθος της βλάβης που μπορεί να προκληθεί στον οργανισμό των εμβρύων, ενώ τονίζουν ότι θα χρειαστούν επιπλέον μελέτες για να διασαφηνιστεί το μέγεθος του κινδύνου. «Στην επιστημονική κοινότητα θεωρούμε ότι όλα αυτά τα μικροπλαστικά σωματίδια μπορούν να περάσουν στον πλακούντα» λέει στα «ΝΕΑ» ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος Νικόλαος Γιωργογιάννης τον οποίο απασχόλησαν τα ευρήματα της εν λόγω μελέτης λόγω του κρίσιμου ρόλου του πλακούντα στην υποστήριξη της ανάπτυξης του εμβρύου.

«Στη συγκεκριμένη μελέτη μπαίνει το ερώτημα αν αυτές οι κυρίες εισέπνευσαν τα μικροπλαστικά σωματίδια ή αν έγινε χρήση καλλυντικών που τα περιέχουν και πέρασαν στον πλακούντα μέσω του δέρματος. Kαι αν ναι, πόσο μπορεί να επηρεάσουν το έμβρυο; Ναι μεν βρέθηκαν στον πλακούντα, πρέπει όμως να υπάρξουν μελέτες για τον τρόπο με τον οποίο εισχωρούν. Είναι σοκαριστικό να το ακούς, μιλάμε τώρα για διαστάσεις 0,01 χιλιοστού, δηλαδή αυτό περνά και στην κυκλοφορία του αίματος. Ακόμα δεν μπορεί να αξιολογηθεί κάτι, όμως, για το μωρό μπορεί να σημαίνει επιβάρυνση είτε του αναπνευστικού του είτε του πεπτικού του.

Χρειάζεται ανάλυση σε δύο κατευθύνσεις: Αν αυτά τα σωματίδια μπορεί να προκαλέσουν κάποια απευθείας τοξική βλάβη στο έμβρυο ή κάποια αλλαγή του ανοσοποιητικού του, που αυτό μπορεί να μεταφράζεται στην παιδική, εφηβική και ενήλικη ζωή με θέματα ή νόσους του ανοσοποιητικού. Θέλει περισσότερη διερεύνηση το συγκεκριμένο κομμάτι, δηλαδή για το κατά πόσο τα μωρά αυτά είναι εν τη γενέσει τους, από τη μήτρα, κατά κάποιον τρόπο μολυσμένα» προσθέτει ο ίδιος. «Καλό είναι να το δούμε, σίγουρα θα γίνουν κι άλλες μελέτες τόσο σε πειραματόζωα όσο και σε πλακούντες τυχαίων δειγμάτων από εγκυμονούσες σε όλον τον πλανήτη».

Φως στα ανησυχητικά ευρήματα καλούνται να ρίξουν δύο παράμετροι: ο χρόνος έκθεσης στα μικροπλαστικά και η ποσότητα που είναι ικανή να προκαλέσει τη ζημιά. Σύμφωνα με τον γυναικολόγο, «μια βλάβη στο ανοσοποιητικό ενός εμβρύου ή μια απευθείας βλάβη τοξική συναρτάται από τον χρόνο έκθεσης στον παράγοντα που προκαλεί τη βλάβη. Δηλαδή πόσο καιρό αυτή η γυναίκα χρησιμοποιεί αυτό το χημικό και σε τι ποσότητες.

Αυτή η συνάρτηση είναι πολύ σημαντική για να βγάλουμε συμπεράσματα για τη βλάβη. Οι νέες μελέτες εκεί πρέπει να εμβαθύνουν. Το ίδιο είχε γίνει και με τα αντιβιοτικά. Πριν από 30-40 χρόνια απαγορεύονταν όλα τα αντιβιοτικά στην εγκυμοσύνη. Σήμερα υπάρχει μία λίστα αντιβιοτικών τα οποία έχει βρεθεί ότι ναι μεν περνούν στον πλακούντα αλλά δεν προκαλούν τίποτα στο έμβρυο. Θα «τρέξουν» νέες μελέτες και θα οδηγηθούμε σε συμπεράσματα ώστε να πούμε στις μητέρες μη φοβάστε, βάλτε αυτό το καλλυντικό ή μην κάνετε υπέρβαση εκεί. Προς το παρόν αυτό είναι μια γκρίζα ζώνη, γι’ αυτό και υπάρχουν απαγορεύσεις, ειδικά στο πρώτο τρίμηνο που είναι η οργανογένεση και δεν έχει σχηματιστεί καλά ο πλακούντας».